Για ιστορικά χαμηλά ποσοστά των δύο μεγάλων κομμάτων κάνει λόγο σε ανάλυσή του για τις ελληνικές εκλογές το Stratfor -σκιώδη CIA το λένε κάποιοι- υποστηρίζοντας ότι “οι εκλογές θα δημιουργήσουν ένα κατακερματισμένο κοινοβούλιο και μια αδύναμη κυβέρνηση όπου παραδοσιακές ελίτ θα πρέπει να μοιραστούν την εξουσία με τα μικρότερα πολιτικά κόμματα, πολλά από τα οποία είναι σε αντίθεση με τα πρόσφατα μέτρα λιτότητας της χώρας.
Ως αποτέλεσμα, η νέα κυβέρνηση θα δυσκολευτεί να περάσει τα μέτρα λιτότητας γι να εξασφαλίζει τη συνεχή υποστήριξη από την Ευρωπαϊκή Ένωση”,γράφει.
Από τα μέσα του 20ου αιώνα, η πολιτική στην Ελλάδα ελέγχεται από λίγες ισχυρές οικογένειες, ειδικά αυτές των Παπανδρέου και Καραμανλή. Από το τέλος της στρατιωτικής δικτατορίας αυτές οι οικογένειες κράτησαν την εξουσία με τη δημιουργία δύο παραδοσιακών κυρίαρχων κόμματων στην Ελλάδα: το κέντρο-αριστερό Πανελλήνιο Σοσιαλιστικό Κίνημα (ΠΑΣΟΚ), που ιδρύθηκε από τον Παπανδρέου, και τη κεντροδεξιά Νέα Δημοκρατία (ΝΔ), που ιδρύθηκε από τον Καραμανλή.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, γιος του πρώην Έλληνα Πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου, ήταν πρωθυπουργός δύο φορές στη δεκαετία του 1980 και του 1990, και ο γιος του, Γιώργος, από το 2009 μέχρι τον Νοέμβριο του 2011 όταν και υπέβαλε τη παραίτησή του.
Η ΝΔ ιδρύθηκε στις αρχές του 1970 από τον Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο οποίος ήταν πρωθυπουργός τρεις φορές πριν από την ίδρυση του κόμματος και αργότερα κέρδισε νέα θητεία ως πρωθυπουργός και δύο θητείες ως πρόεδρος. Ο ανιψιός του, Κώστας, ήταν πρωθυπουργός για δύο συνεχόμενες θητείες τη περίοδο 2004 - 2009. Μαζί, το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ έχουν λάβει ιστορικά περισσότερο από 80 τοις εκατό των ψήφων στις βουλευτικές εκλογές και γι΄ αυτό σπάνια χρειάστηκαν να σχηματίσουν κυβερνήσεις συνασπισμού με μικρότερα κόμματα.
Ωστόσο, η οικονομική, κοινωνική και πολιτική κρίση στην Ελλάδα θέτει μια σοβαρή απειλή για το πολιτικό κατεστημένο, γεγονός που επιβεβαιώνεται από τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις που δείχνουν το ΠΑΣΟΚ γύρω στο 18 τοις εκατό και η ΝΔ περίπου 22 τοις εκατό.
Έτσι, για πρώτη φορά στην μεταδικτατορική ιστορία στην Ελλάδα, μια
ομάδα μικρών, “αντι-καθεστωτικών” κομμάτων θα μπορούσαν να αψηφίσουν την
παραδοσιακή ελληνική ηγεσία. Μέχρι και 10 κόμματα θα μπορούσαν να
υπερβούν το 3% των ψήφων που απαιτούνται για να μπουν στο κοινοβούλιο,
συμπεριλαμβανομένου του ακροδεξιού κόμματος Χρυσή Αυγή και του
σταλινικού ΚΚΕ το οποίο μάχεται με Συνασπισμός της Ριζοσπαστικής
Αριστεράς, για την τρίτη θέση…”
Ο χαρακτηρισμός “σταλινικό” για το ΚΚΕ ανήκει στους αναλυτές του Stratfor οι οποίοι αναφερόμενοι στα δύο παραδοσιακά κόμματα ,λένε:
“Σε μια προσπάθεια να κρατηθούν στην εξουσία, τα κόμματα αυτά έχουν εφαρμόσει ένα νέο εκλογικό νόμο που δίνει ένα πρόσθετο 50 κοινοβουλευτικές έδρες σε κάθε κόμμα ή συνασπισμό που εξασφαλίζει τουλάχιστον το 39 τοις εκατό των ψήφων. Ωστόσο, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, δεν μπορούν να σχηματίσουν -το καθένα μόνο του- κυβέρνηση.
Το πιο πιθανό σενάριο είναι μια κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ-ND . Αν αυτή η συμμαχία αποτύχει, τότε μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση συνασπισμού με ένα ή περισσότερα κόμματα εκτός του παραδοσιακού συστήματος εξουσίας. Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας συμμαχίας θα είναι μια εύθραυστη κυβέρνηση σε συνεχή κίνδυνο της κατάρρευσης.
Δεν έχει σημασία ποια από αυτά τα σενάρια θα πραγματοποιηθεί , τα αποτελέσματα θα είναι παρόμοια: Η νέα ελληνική κυβέρνηση θα είναι αδύναμη και εύθραυστη. Κάθε συνασπισμός που θα κάνει κυβέρνηση θα είναι αποτέλεσμα άβολων πολιτικών συμμαχιών και θα αντιμετωπίζει μια εχθρική αντιπολίτευση”.
Το Stratfor επισημαίνει ότι η νέα κυβέρνηση αν προκύψει θα πρέπει από τη μία να αντιμετωπίσει τους έντονα δυσαρεστημένους πολίτες και από την άλλη να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις των δανειστών.
“Τα παραδοσιακά ισχυρά κόμματα στην Ελλάδα ήδη προσπαθούν να αντιμετωπίσουν αυτή τη νέα πολιτική πραγματικότητα. Κατά τη διάρκεια της εκστρατείας, η ΝΔ του Αντώνη Σαμαρά, το κόμμα του οποίου υποστηρίζει τα μέτρα λιτότητας που η Ελλάδα ανέλαβε ως αντάλλαγμα για τη διάσωση της, δεσμεύτηκε για λιγότερους φόρους και περισσότερη κοινωνική πολιτική καιανάπτυξη.
Ωστόσο, δεν έχει σημασία ποια μορφή θα έχει η νέα ελληνική κυβέρνηση, γιατί αυτή θα πρέπει να καθοδηγείται από την ανάγκη εξισορρόπησης της πίεσης από τους εκλογείς και από τις Βρυξέλλες”, καταλήγει το Stratfor.