Η
ανατομία ενός εθνικού εγκλήματος και οι αγνωστες πτυχές για τις ΑΟΖ με
τις χώρες της περιοχής αποκαλύπτει βιβλίο εμπειρογνώνονος του ΥΠΕΞ.
ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΗ ΣΙΔΕΡΗ
Η Ελλάδα είναι μία από λίγες χώρες στον κόσμο που δεν έχει επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα δώδεκα μιλλια και δεν έχει οριοθετήσει τις θαλάσσιες ζώνες, σύμφωνα με τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, τριάντα χρόνια μετά την υιθέτησή της και 17 χρόνια μετά την κύρωσή της από το κοινοβούλιο. Η χώρα μας, έχει οδηγηθεί σε κατάσταση μειωμένης κυριαρχίας και σε μιά ιδιότυπη παραλυτική κατάσταση, εξαιτίας των τουρκικών απειλών ως προς την άσκηση των δικαιωμάτων της, σε βαθμό που κατά την άποψη πολλών στη χώρα μας, είναι ανάγκη να γίνουν τα αναγκαία βήματα τώρα.
Το θέμα της ΑΟΖ και των γενικότερων δικαιωμάτων του ελληνικού κράτους αποτελεί αντικείμενο μελετών, συζητήσεων, ανέξοδης ρητορικής μεταξύ των κομμάτων, με κοινό παρανομαστή την αγωνία, ότι κάποια στιγμή η Ελλάδα πρέπει να πάρει αποφάσεις, να απεξαρτηθεί από την φοβία της στις τουρκικές πιέσεις και να αποδείξει ότι διαθέτει την βούληση να χαράξει το δικό της μέλλον ως κυρίαρχο κράτος και να σταματήσει να ετεροκαθορίζεται.
Σημαντική συνεισφορά στον δημόσιο διάλογο και τον εθνικό προβληματισμό γενικότερα, αποτελούν οι απόψεις των ειδικών επιστημόνων που οφείλουν όλοι να λάβουν υπόψη τους, στην άσκηση μιάς εθνικής πολιτικής. Προς αυτή την κατεύθυνση συμβάλλει αναμφίβολα το βιβλίο της κ. Αναστασίας Στρατή Ελληνικές θαλάσσιες ζώνες και οριοθέτηση με γειτονικά κράτη, εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, που μέσα από την ενδελεχή επιστημονική προσέγγιση , αναδεικνύει όλες τις πτυχές των θεμάτων αυτών που πρέπει να έχει υπόψη της μιά πολιτική ηγεσία στην άσκηση της εθνικής πολιτικής.
Αν και στο σύνολό του το βιβλίο της κ. Στρατή, που εργάζεται και ως εμπειρογνώμονας στο υπουργείο Εξωτερικών, είναι αυστηρά επιστημονικό, ο αναγνώστης, αβίαστα εξάγει το πολιτικό συμπέρασμα ότι η Ελλάδα βρίσκεται βρίσκεται σε μιά ιδιότυπη κατάσταση ως προς την άσκηση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων.Η συγγραφέας παρουσιάζει αποκαλυπτικά στοιχεία της εμπλοκής με την Αλβανία, σε βαθμό που εκθέτει πολιτικά και νομικά τα Τίρανα, καταγράφει το δυσεπίλυτο πρόβλημα με την Λιβύη για την οριοθέτηση της ΑΟΖ, όπως επίσης την κατάσταση που διαμορφώνεται με την Αίγυπτο, ενώ ιδιαίτερη σημασία έχει η παρουσίαση των προβλημάτων με την Τουρκία. Ενα επίσης μελαγχολικό συμπέρασμα είναι ότι ολοκληρώνοντας κάποιος την ανάγνωση του βιβλίου, διαπιστώνει ότι ουδέποτε το ελληνικό κοινοβούλιο, ούτε καν η αρμόδια επιτροπή εξωτερικών και άμυνας, συζήτησε, μελέτησε, εισηγήθηκε,ούτε καν ακούστηκε να διατυπώνει μιά άποψη για τα μείζονα αυτά θέματα της χώρας. Η ίδια η συγγραφέας, κλείνει την μελέτη της σημειώνοντας:
Το ερώτημα που τίθεται σήμερα, είναι εάν η Ελλάδα θα προχω ρήσει διεκδικώντας και εφαρμόζοντας στην πράξη το δικαίωμα θέσπισης θαλασσίων ζωνών, όπως αυτό ανεπιφύλακτα αναγνωρίζεται από τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, συμπεριλαμβανομένης της επέκτασης των χωρικών υδάτων ή θα παραμείνει αδρανής 30 χρόνια μετά την υιοθέτηση της Σύμβασης, που η ίδια έχει αναγάγει σε ακρογωνιαίο λίθο της εξωτερικής της πολιτικής.Το μετέωρο βήμα μιάς χώρας που βρίσκεται στην πιό κρίσιμη καμπή της σύγχρονης ιστορίας της.
Η κ. Στρατή τάσσεται υπέρ της επέκτασης των χωρικών υδάτων σημειώνοντας ότι θα ήταν σκόπιμο, η κήρυξη ΑΟΖ να συνδυάζεται με την επέκταση των χωρικών υδάτων, απαραίτητο δε, σε περίπτωση δικαστικής επίλυσης της διαφοράς οριοθέτησης με την Τουρκία. Και τούτο διότι, εάν οριοθετηθεί η υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ με το ισχύον εύρος των χωρικών υδάτων(σ.σ.δηλαδή τα 6ν.μ.) και δεν αποδοθεί πλήρης επήρρεια σε ορισμένα ελληνικά νησιά, η Ελλάδα δεν θα δικαιούται να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στο μέλλον στις περιοχές που θα έχουν ήδη οριοθετηθεί και επηρρεάζονται απο την εν λόγω επέκταση&. Υπενθυμίζεται, σημειώνει η κ. Στρατή ότι τα διεθνή δικαιοδοτικά όργανα έχουν αποδεχθεί την υπεροχή του δικαιώματος σε αιγιαλίτιδα ζώνη έναντι του δικαιώματος σε υφαλοκρηπίδα /ΑΟΖ γειτονικού κράτους, σε περίπτωση δε επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων στα 12ν.μ.το 71.2% του Αιγαίου θα περιέλθει υπό ελληνική κυριαρχία, κάτι που ως γνωστόν προκαλεί πανικό στην Αγκυρα.
Ξεχωριστό ενδιαφέρον,όπως είπαμε, έχει η ανάλυση της απόφασης του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Αλβανίας, την οποία η κ. Στρατή ξετινάζει κυριολεκτικά , σημειώνοντας παράλληλα ότι δεν πρόκειται περί ακύρωσης της Συμφωνίας, αρμοδιότητα που δεν έχει το Δικαστήριο, αλλά ότι κρίθηκε αντισυνταγματική. Ειδικότερα
Συμφωνία Ελλάδας –Αλβανίας
Είναι σημαντικό, ότι στη συμφωνία Ελλάδας –Αλβανίας που υπογράφηκε στις 27 Απριλίου 2009, τα δύο κράτη, όπως παρατηρεί η κ. Στρατή αποφάσισαν ότι το θαλάσσιο όριο θα καθοριστεί βάσει της αρχής της ίσης απόστασης, όπως αυτή εκφράζεται από τη μέση γραμμή. Σύμφωνα με την γνωστή απόφαση του αλβανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου που έκρινε αντισυνταγματική τη συμφωνία αναγνωρίστηκε πλήρης επήρρεια σε όλα τα ελληνικά νησιά στην υπό οριοθέτηση περιοχή , ενώ, σύμφωνα με την ετυμηγορία του Δικαστηρίου θα έπρεπε να θεωρηθούν ως ειδικές περιστάσεις και να τους αποδοθεί μειωμένη επήρρεια που ως γνωστόν θυμίζει σχεδόν τις τουρκικές θέσεις. Το αλβανικό δικαστήριο επικαλέστηκε επίσης την έλλειψη πληρεξουσιότητας, δηλαδή για τη σύναψη τέτοιων συμφωνιών απαιτείται εξουσιοδότηση του προέδρου της δημοκρατίας και όχι του πρωθυπουργού, ότι υπάρχουν ασάφειες σχετικά με το περιεχόμενο της συμφωνίας και ότι δεν εφαρμόστηκε η αρχή της ευθιδικίας.
Η κ. Στρατή καταρρίπτει σημείο προς σημείο το σκεπτικό του Συνταγματικού Δικαστηρίου εξηγώντας ότι:
Σύμφωνα με τη Σύμβαση τηςΒιέννης για το Δίκαιο των Συνθηκών, η έλλειψη πληρεξουσιότητας δεν αποτελεί λόγο ακυρότητας μιάς συνθήκης. Η ίδια διαδικασία ακολουθήθηκε για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας Αλβανίας-Ιταλίας χωρίς ωστόσο να τεθεί ζήτημα αντισυνταγματικότητας. Αρα υπάρχει προηγούμενο
Ασάφειες. Σύμφωνα με το Δικαστήριο η συμφωνία δεν προσδιορίζει με σαφήνεια τις γραμμές βάσης. Το επιχείρημα του Δικαστηρίου είναι εντελώς αβάσιμο εφόσον δεν χαράχθηκαν από ελληνικής πλευράς ευθείες γραμμές βάσης. Τα ελληνικά νησιά ελήφθησαν υπόψιν αυτοτελώς ως σημεία βάσης για τη χάραξη της οριοθέτησης της γραμμής βάσει της αρχής της ίσης απόστασης, όπως προβλέπει το άρθρο 1 της Συμφωνίας. Ως προς το επιχείρημα της μειωμένης επήρρειας των ελληνικών νησιών, η κ. Στρατή σημειώνει ότι η ελληνοαλβανική συμφωνία αναγνωρίζει πλήρη επήρρεια και στα αλβανικά νησιά, στοιχείο άγνωστο μέχρι τώρα , ενώ υπενθυμίζει ότι πλήρης επήρρεια αποδόθηκε στην αλβανική νήσο Σάσωνα, στο πλαίσιο της συμφωνίας Αλβανίας-Ιταλίας το 1992.
Η συγγραφέας συμπεραίνει ότι η απόφαση του αλβανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου περί αντισυνταγματικότητας είναι αβάσιμη και νομικά έωλη και κατά συνέπεια η εφαρμογή της είναι πολιτικό ζήτημα και όχι νομικό, ενώ είναι προφανές ότι η εφαρμογή της συμφωνίας πρέπει να είναι ύψιστη προτεραιότητα για την Ελλάδα.
ΕΛΛΑΔΑ –ΑΙΓΥΠΤΟΣ
Το θετικό με την Αιγυπτο είναι ότι αποδέχεται την αρχή της ίσης απόστασης/μέση γραμμή ως μέθοδο οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας /ΑΟΖ ,θέση που έχει και η Ελλάδα. Το πρόβλημα είναι ότι η οριοθέτηση περιπλέκεται από το ζήτημα που έχει ανακύψει για το νησιωτικό σύμπλεγμα του Καστελλόριζου που βρίσκεται πολύ κοντά στις τουρκικές ακτές και επηρρεάζει καθοριστικά τα όρια της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, τόσο έναντι της Αιγύπτου, όσο και έναντι τηςΤουρκίας και της Κύπρου.
Η κ. Στρατή υπογραμμιζει ότι στην περίπτωση της οριοθέτησης με την Αίγυπτο, έχει ιδιαίτερη σημασία η συμπερίληψη του Καστελλόριζου στην υπό οριοθέτηση περιοχή, ιδίως μετά τις πρόσφατες διεκδικήσεις από την Τουρκία περιοχών της υφαλοκρηπίδας τη Ανατολικής Μεσογείου που βρίσκονται δυτικά του μεσημβρινού 32ο 16’18΄΄(εξετάζεται στη συνέχεια) και θέλοντας να τονίσει τη στρατηγική σημασία αυτού του νησιωτικού συμπλέγματος προσθέτει ότι είναι σχεδόν βέβαιο ότι η Τουρκία, θα επιχειρήσει να παρουσιάσει οιαδήποτε διαφορετική ρύθμιση ως παραίτηση της Ελλάδας από τα κυριαρχικά της δικαιώματα στην περιοχή, θέτοντας ζήτημα οριοθέτησης της τουρκική υφαλοκρηπίδας με την Αίγυπτο. Σημειώνεται ότι η Τουρκία και η Αίγυπτος θα έχουν κοινά όρια υφαλοκρηπίδας /ΑΟΖ μόνο εάν δεν αποδοθεί πλήρης επήρρεια στο νησιωτικό σύμπλεγμα του Καστελλόριζου.
Για τους λόγους αυτούς η συγγραφέας τονίζει ότι ενδεχόμενη αναγνώριση πλήρους επήρρειας , ιδίως στη Στρογγύλη, θα κατοχυρώσει τα δικαιώματα της Ελλάδας σε μία ευρεία περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και θα αποτελούσε θετικό προηγούμενο και για την οριοθέτηση με την Τουρκία.
ΕΛΛΑΔΑ – ΛΙΒΥΗ
Η οριοθέτηση της ΑΟΖ Ελλάδας –Λιβύης δεν έχει επιτευχθεί παρά τις πολύχρονες προσπάθειες της χώρας μας. Η στάση της Λιβύης, τουλάχιστον μέχρι το τέλος του Καντάφι ήταν σχεδόν ίδια με την στάση της Τουρκίας. Οπως σημειώνει η κ. Στρατή, η Λιβύη αντιτίθεται στην απόδοση πλήρους επήρρειας στα νησιά, επικαλούμενη άλλοτε την μικρή τους έκταση ή την διαστρέβλωσητης οριοθετικής τους γραμμής. Στην οριοθέτηση με την Ελλάδα, τη χάραξη της μέσης γραμμής επηρεάζουν τα νησιά που βρίσκονται νοτίως της Κρήτης και της Πελοποννήσου, δηλαδή,οι Στροφάδες,η Σαπιέντζα, η Σχίζα, η Γαύδος, η Χρυσή και το Κουφονήσι. Η συγγραφέας συμπεραίνει, έχοντας υπόψη της και τις διμερείς επαφές, ότι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ με την Λιβύη ενέχει πολλά ζητήματα ορισμένα από τα οποία εμφανίζονται ως δισεπίλυτα, δεδομένου ότι οι θέσεις των δύο χωρών διαφέρουν ουσιωδώς μεταξύ τους. Προφανώς θα αναμένουμε την αποσαφήνιση των της πολιτικής της νέας κυβέρνησης στη Λιβύη για να διαπιστωθεί αν εμμένει στην πολιτική Καντάφι. Σε κάθε περίπτωση, το νέο καθεστώς φαίνεται ότι θα είναι περισσότερο φυλοδυτικό, πράγμα που σημαίνει ότι πέρα από τις διμερείς επαφές απαιτούνται συμμαχίες για μιά πιό αποτελεσματική διαπραγμάτευση.
ΕΛΛΑΔΑ –ΚΥΠΡΟΣ
Οπως είναι ήδη γνωστό και επαναλαμβάνει η κ. Στρατή στο βιβλίο της η οριοθέτηση της ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου εξαρτάται από την αναγνώριση πλήρους επήρειας στο νησιωτικό σύμπλεγμα του Καστελλόριζου και ειδικότερα στη νήσο Στρογγύλη. Σε αντίθετη περίπτωση, σημειώνει, η Ελλάδα και η Κύπρος δεν θα έχουν κοινά θαλάσσια όρια, εφόσον θα παρεμβάλλεται η τουρκική υφαλοκρηπίδα.
Αυτό που δεν ξέρουμε είναι τι θα συμβεί αν π.χ. υπάρξει προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο ή μετά από διμερείς διαπραγματεύσεις καθοριστεί μερική επήρεια του νησιωτικού συμπλέγματος του Καστελλόριζου και σε πιό βαθμό, η μερική επήρεια θα καθορίσει την ελληνική ΑΟΖ σε σχέση με την Τουρκία, την Κύπρο και την Αίγυπτο
ΕΛΛΑΔΑ –ΤΟΥΡΚΙΑ
Θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι το σχέδιο της Τουρκίας για τη μη αύξηση των χωρικών μας υδάτων, τον περιορισμό του εναερίου χώρου στα 6ν.μ.η άρνησή της να αναγνωρίσει υφαλοκρηπίδα στα νησιά είναι ένα ενιαίο πλαίσιο πολιτικής και διπλωματικής στρατηγικής που αποβλέπει όχι μόνο στην διεκδίκηση πιθανών κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, αλλά και στον καλύτερο έλεγχο της περιοχής.
Η επιθετκότητα της Τουρκίας , που σημειωτέον δεν είναι συμβαλόμενο μέρος στη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, θα κλιμακώνεται όσο η Κυπριακή Δημοκρατία συνεχίζει τις έρευνες και στην Ελλάδα, η πίεση για την ΑΟΖ γίνεται όλο και πιό δυναμική και υπό το πρίσμα αυτό, η στρατηγική της έντασης είναι επιλογή της Τουρκίας και μάλιστα επιθετ ική επίλογή.
Πέρα από τα τεχνικά στοιχεία που με λεπτομέρειες παραθέτει η συγγραφέας και είναι της αρμοδιότας των ειδικών επιστημόνων που συνεργάζονται με την κυβέρνηση, επισημαίνει κάποια στοιχεία που είναι χρήσιμα για τον απλό πολίτη για να διαμορφώσει δική του άποψη.
Η κ. Στρατή θυμίζει ότι η Ελλάδα με δήλωσή της την 21η Ιουλίου 1995, κατά την επικύρωση της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας τονίζει ότι η ίδια θα αποφασίσει, πότε και πως θα ασκήσει τα δικαιώματά της, σύμφωνα με την εθνική της στρατηγικη. Τούτο δεν σημαίνει κατ΄ελάχιστον απεμπόληση εκ μέρους της Ελλάδας των δικαιωμάτων της, αναφέρει η δήλωση.
Η συγγραφέας επισημαίνει όμως περαιτέρω ότι κίνδυνος να αποδυναμωθούν τα ελληνικά δικαιώματα, νομικά δεν υπάρχει. Πάρ όλα αυτά, προσθέτει εάν 17 χρόνια μετά την επικύρωση της Σύμβασης και την κατάθεση της εν λόγω δήλωσης η Ελλάδα προβεί σε κήρυξη νέων ζωνών δικαιοδοσίας χωρίς παράλληλη επέκταση των χωρικών της υδάτων, παγιώνεται κατά κάποιο τρόπο το ισχύον καθεστώς. Η επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12ν.μ. δεν θα έχει ως αποτέλεσμα μόνον την επέκταση της κυριαρχίας της Ελλάδας σε μιά ευρύτερη θαλάσσια περιοχή και την εναρμόνιση του εύρους της αιγιαλίτιδας ζώνης με αυτό της Αιγύπτου και της Λιβύης, αλλά θα ισχυροποιήσει και τη θέση της στις διαπραγματεύσεις.
Περαιτέρω προτείνεται η κήρυξη της ΑΟΖ να συνδυάζεται με την επέκταση των χωρικών υδάτων, απαραίτητο δε σε περίπτωση δικαστικής επίλυσης της διαφοράς με την Τουρκία. Και τούτο γιατί, εάν οριοθετηθεί η υφακοκρηπίδα /ΑΟΖ με το ισχύον εύρος χωρικών υδάτων και δεν αποδοθεί πλήρης επήρεια σε ορισμένα ελληνικά νησιά, η Ελλάδα δεν θα δικαιούται να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στο μέλλον σε περιοχές που θα έχουν ήδη οριοθετηθεί..
ΤΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Το συμπέρασμα της εμπειρογνώνονος του ΥΠΕΞ είναι ότι αν η Ελλάδα δεν επεκτείνει ή έστω κατοχυρώσει μέσω διμερών οριοθετήσεων, όπου αυτό είναι εφικτό, την επέκταση της δικαιοδοσίας της στο μέλλον, ο ελληνικός θαλάσσιος χώρος κινδυνεύει να παραμείνει η τελευταία περιοχή της Μεσογείου, ενδεχομένως και της υφηλίου, όπου όχι μόνο δεν θα έχει θεσπιστεί ΑΟΖ ή κάποια άλλη θαλάσσια ζώνη, αλλά και το εύρος των χωρικών υδάτων θα είναι περιορισμένο. Σήμερα, τονίζει η κ. Στρατή, σε σύνολο 152 παράκτιων κρατών, μόνο 8, εκ των οποίων τα 5 στη Μεσόγειο, δεν έχουν κηρύξει ζώνες δικαιοδοσίας πέραν των χωρικών υδάτων και της υφαλοκρηπίδα. Είναι η Ελλάδα, η Αλβανία, η Βοσνία –Ερζεγοβίνη, η Ιορδανία, το Ιράκ, το Κουβέιτ, το Μαυροβούνιο και το Μονακό. Η Ιορδανία και η Βοσνία, λόγω γεωγραφίας δεν μπορούν να θεσπίσουν θαλάσσιες ζώνες, άρα μένουν τρία κράτη
Δημοσιεύεται στα ΕΠΙΚΑΙΡΑ