Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2013

Η Γερμανία ως αποδιοπομπαίος τράγος…


Θα μπορούσε άραγε η Γερμανία, η οποία αντιπροσωπεύει το 1% του παγκόσμιου πληθυσμού και... λιγότερο από το 5% του παγκόσμιου ΑΕΠ, να είναι υπεύθυνη για τη θλιβερή κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας;

Το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ ξεκίνησε το χορό με μία έκθεση σχετικά με χώρα που «χειραγωγούν το νόμισμά τους». Η έκθεση αυτή επέκρινε το πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπήκε κι αυτή στον χορό τον περασμένο μήνα, με δημοσίευση έκθεσής της σχετικά με τις μακροοικονομικές ανισορροπίες, κάνοντας έκκληση για μία σε βάθος ανάλυση του γερμανικού πλεονάσματος.

Η έμφαση στη Γερμανία φαίνεται πολύ πιο δικαιολογημένη στο πλαίσιο της Ευρώπης. Αλλά, ακόμη κι εκεί, η Γερμανία αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 30% του ΑΕΠ της ευρωζώνης (και λιγότερο από το ένα τέταρτο της συνολικής παραγωγής της ΕΕ). Η Γερμανία είναι σημαντική, αλλά όχι κυρίαρχη.

Η εστίαση αυτή στη Γερμανία παραβλέπει επίσης το γεγονός ότι η χώρα αποτελεί μόνο την κορυφή του τευτονικού παγόβουνου: Όλες οι ευρωπαϊκές χώρες που μιλούν Γερμανικές (Τευτονικές) γλώσσες τρέχουν πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών. Πράγματι, η Ολλανδία, η Ελβετία, η Σουηδία και η Νορβηγία, όλες τρέχουν πλεονάσματα που είναι μεγαλύτερα ως ποσοστό του ΑΕΠ από της Γερμανίας.

Το συνολικό ετήσιο εξωτερικό πλεόνασμα αυτών των μικρών χωρών είναι πάνω από 250 δισ. δολάρια, ελαφρώς μεγαλύτερο από ό,τι της Γερμανίας από μόνο του. Επιπλέον, τα δικά τους πλεονάσματα είναι περισσότερο μακρόχρονα από αυτά της Γερμανίας: πριν από δέκα χρόνια, η Γερμανία είχε έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, ενώ οι γλωσσικοί της συγγενείς έτρεχαν ήδη πλεονάσματα παρομοίου μεγέθους όπως και σήμερα. Κατά την τελευταία δεκαετία, αυτή η ομάδα μικρών χωρών έχει καταγράψει ένα σωρευτικό πλεόνασμα μεγαλύτερο ακόμη κι από αυτό της Κίνας.

Είναι όλες αυτές οι χώρες ένοχες για μερκαντιλιστική πολιτική; Έχουν καταπιαστεί όλες με την ανταγωνιστική συγκράτηση μισθών;

Μεγάλο μέρος των «εύκολων» συμβουλών πολιτικής που προσφέρονται στην Γερμανία για να διορθώσει το πλεόνασμά της φαίνονται λανθασμένες, όταν εξετάζει κανείς τα επίμονα πλεονάσματα αυτής της ποικιλόμορφης ομάδας χωρών. Ορισμένες χώρες, όπως η Γερμανία, ανήκουν στην ευρωζώνη (Ολλανδία)· κάποιες έχουν συνδέσει μονομερώς το νόμισμά τους με το ευρώ (Ελβετία), ενώ άλλες διατηρούν ακόμη μία κυμαινόμενη συναλλαγματική ισοτιμία (Σουηδία).

Εντός της ευρωζώνης, ο παράγοντας που αντιστάθμιζε τα πλεονάσματα της Γερμανίας παλιότερα, ήταν τα ελλείμματα των περιφερειακών χωρών (κυρίως της Ισπανίας, αλλά και της Πορτογαλίας και της Ελλάδας). Αυτό δεν ισχύει πια.

Σήμερα, ο αντισταθμιστικός παράγοντας στην υπερβολική αποταμίευση των Τευτόνων είναι η αρνητική αποταμίευση των «αγγλοσαξόνων»: οι περισσότερες «αγγλόφωνες» χώρες τρέχουν ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών (και το κάνουν εδώ και πολύ καιρό). Σωρευτικά, το άθροισμα των ελλειμμάτων τρεχουσών συναλλαγών των ΗΠΑ, του Ηνωμένου Βασιλείου και άλλων μεγάλων χωρών της Κοινοπολιτείας ανέρχεται σε περισσότερα από 800 δισεκατομμύρια δολάρια, ή περίπου το 60% του παγκόσμιου συνόλου όλων των εξωτερικών ελλειμμάτων.

Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι οι εθνικοί φορείς χάραξης πολιτικής (και τα μέσα ενημέρωσης) στις μεγάλες αγγλόφωνες χώρες διαμαρτύρονται για το γερμανικό πλεόνασμα. Αλλά η δράση από μέρους της Γερμανίας από μόνη της, είναι απίθανο να έχει σημαντικό αντίκτυπο στις τύχες των χωρών αυτών, διότι τα ελλείμματά τους είναι πολύ μεγαλύτερα.

Το βασικό ερώτημα είναι ποιος θα ωφεληθεί αν η Γερμανία αρχίσει να εισάγει περισσότερο. Οι περιφερειακές χώρες της ευρωζώνης είναι υπεύθυνες για μόλις το 10% των γερμανικών εισαγωγών, σε αντίθεση με περίπου 40% για τις υπόλοιπες πλεονασματικές χώρες της Βόρειας Ευρώπης. Μία ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης στη Γερμανία θα ωφελούσε μεταξύ άλλων αυτές τις πλεονασματικές χώρες (χώρες με χαμηλή ανεργία) τέσσερις φορές περισσότερο από ό,τι τις χώρες της περιφέρειας (χώρες με πολύ υψηλότερη ανεργία). Άλλες χώρες με διαρθρωτικό πλεόνασμα, συμπεριλαμβανομένων της Ρωσίας, της Κίνας και της Ιαπωνίας, θα επωφελούνταν επίσης περισσότερο από μία ισχυρότερη Γερμανία από ό,τι η Ισπανία ή η Ελλάδα.

Συνεπώς, η συζήτηση σχετικά με το γερμανικό πλεόνασμα μπερδεύει τα πράγματα με δύο τρόπους. Πρώτον, αν και η γερμανική οικονομία και το πλεόνασμά της πλανώνται ισχυρά πάνω από την Ευρώπη, μία προσαρμογή στη Γερμανία από μόνη της θα είχε ελάχιστα πλεονεκτήματα για την περιφέρεια της ευρωζώνης. Δεύτερον, σε παγκόσμιο επίπεδο, η προσαρμογή της Γερμανίας από μόνη της θα ωφελούσε πολλές χώρες από λίγο, ενώ άλλες πλεονασματικές χώρες θα επωφελούνταν δυσανάλογα. Μία προσαρμογή από όλες τις χώρες του ευρωπαϊκού βορρά θα είχε τον διπλάσιο αντίκτυπο από ό,τι οποιαδήποτε ενίσχυση της ζήτησης μόνο στη Γερμανία, εξαιτίας του υψηλού βαθμού ολοκλήρωσης μεταξύ των «Τευτονικών» χωρών.

Αυτό ισχύει τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Ο συντονισμός εντός ευρωζώνης (για παράδειγμα, μέσω μίας διαδικασίας υπερβολικής ανισορροπίας, που μπορεί να εφαρμόζεται τώρα στη Γερμανία) φαίνεται σε μεγάλο βαθμό ανεπαρκής εάν ο στόχος του είναι να βοηθήσει τις χώρες της περιφέρειας. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι αγγλόφωνες ελλειμματικές χώρες θα επωφελούνταν επίσης πολύ περισσότερο εάν όλη η Βόρεια Ευρώπη αύξανε την εγχώριά της ζήτηση.

Η Γερμανία έχει υπάρξει ελκυστικός στόχος για χώρες εξωτερικού ελλείμματος στην Ευρώπη και πέρα από αυτήν. Αλλά, το να τα ρίχνουμε όλα στη Γερμανία φαίνεται πως είναι ο λάθος τρόπος για να έχουμε αποτελέσματα.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...