Το επόμενο χρονικό διάστημα θα είναι εξαιρετικά δύσκολο. Η
Ευρώπη είναι αποφασισμένη να πιέσει αφόρητα την Αθήνα, έτσι ώστε η
κυβέρνηση να τηρήσει τα συμφωνηθέντα. Όσο για το "κούρεμα"; Δεν
πρόκειται να κάνουν το παραμικρό αν δεν ξεκαθαρίσει πλήρως το πολιτικό
πεδίο. Δεν τους ενδιαφέρει αν θα είναι η δεξιά ή η αριστερά στην
εξουσία. Τους νοιάζει να μην χρεωθούν μία ήττα απέναντι στους δικούς
τους ψηφοφόρους και φορολογούμενους.
Πριν από ένα χρόνο η κυβέρνηση δαπάνησε μεγάλο μέρος του πολιτικού της κεφαλαίου για να πείσει τον ελληνικό λαό ότι βρισκότανε στον δρόμο της επιτυχίας κι ότι ήθελε λίγο ακόμη για να πετύχει έναν μεγάλο άθλο στο μέτωπο του χρέους. Το πολυπόθητο "δώρο" του κουρέματος, όμως, δεν ήρθε. Το ερώτημα είναι αν θα μπορούσαμε να πετύχουμε μία καλή συμφωνία στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα.
Διαβάζοντας τις δηλώσεις των ξένων επισήμων δεν προκύπτει ένα τέτοιο σενάριο από κάπου. Μακάρι να υπάρχει ένας κρυφός άσσος στα χέρια της κυβέρνησης! Μακάρι να μπορούσαν να πετύχουν μία ελάφρυνση στο χρέος για να ενισχύσουν έτσι την ανάπτυξη. Κάθε φορά, όμως, η συζήτηση μεταφέρεται από τους Ευρωπαίους χρονικά. Κι αυτό δεν είναι τυχαίο.
Η πολιτική αστάθεια είναι κάτι περισσότερο από ορατή στην Ελλάδα. Με την αριστερά να είναι εδώ και καιρό ένας βασικός παράγοντας της εξίσωσης και δίχως αυτή να έχει ξεκαθαρίσει ποιον ακριβώς δρόμο θα ακολουθήσει σε σχέση με την Ευρώπη, θα ήταν υπερβολή να περιμένουμε μία γενναία ελάφρυνση του χρέους. Κι ας αναγνωρίζουν όλοι ότι αυτή είναι απαραίτητη για να μπορέσουν να βγουν τα νούμερα!
Τα πράγματα θα ήταν πιο εύκολα για όλους αν οι πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα θα μπορούσαν να συμφωνήσουν σε ένα εθνικό σχέδιο εξόδου από την κρίση. Σε ένα μίνιμουμ προτάσεων για την Οικονομία, τις επενδύσεις, τη φορολογία, την ανασύσταση του κράτους, την Παιδεία, την Υγεία. Αν αυτό γινότανε οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών θα έχαναν κάθε επιχείρημα για να εγκαταλείψουν τις δικές τους υποσχέσεις!
Το εθνικό σχέδιο θα ήταν το αυτονόητο οπουδήποτε αλλού. Εδώ όμως χρειάζεται να ματώνουμε για τα αυτονόητα.
Όποιος άκουσε την ομιλία Τσίπρα στην Θεσσαλονίκη μπορεί να κατανοήσει για ποιους λόγους οι Ευρωπαίοι δεν θέλουν να κάνουν την επόμενη κίνηση. Οι παροχές που υποσχέθηκε ο κ. Τσίπρας έχουν ένα μεγάλο κόστος και δεν θα ήθελαν το κόστος αυτό να το επωμιστούν οι δικοί τους φορολογούμενοι. Αλλά και κάθε φορά που άφησαν περιθώρια ελιγμών στην ελληνική κυβέρνηση, το περιθώριο αυτό εξαντλήθηκε για να ικανοποιηθεί η εκλογική πελατεία της! Δεν είναι μόνο το θέμα των υποσχέσεων Τσίπρα, αλλά και των πεπραγμένων της νυν κυβέρνησης. Δεν μας έχουν εμπιστοσύνη, επειδή άλλα λέμε, άλλα υποσχόμαστε και άλλα κάνουμε.
Από την άλλη μεριά δεν είναι και τόσο σίγουροι πλέον στην Ευρώπη ότι η ελάφρυνση του χρέους από μόνη της θα ήταν αρκετή για να δώσει ώθηση στην ελληνική οικονομία. Είναι φανερό ότι χρειάζονται μεγάλες ενέσεις ρευστότητας. Για να είμαστε πιο ακριβείς χρειάζεται ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα ενίσχυσης των επενδύσεων. Κάτι σαν ένα νέο πρόγραμμα Μάρσαλ, όπως έχει προτείνει στο παρελθόν και ο κ. Τσίπρας και στο οποίο η στήλη είχε συμφωνήσει μαζί του. Αλλά ποιος θα το διαχειριστεί; Ποιος θα μπορούσε να είναι σίγουρος ότι με ένα τέτοιο πρόγραμμα δεν θα κτίζαμε αυτοκινητόδρομο για να ενώσουμε την Αμφίπολη με τον Όλυμπο; Ότι δεν θα δημιουργούσαμε και πάλι εθνικούς πρωταθλητές, πρωταγωνιστές στον πλούτο, στην χλιδή και στις σχέσεις τους με το ελληνικό δημόσιο και με τους Έλληνες πολιτικούς;
Η ελληνική υπόθεση οδηγείται σε αδιέξοδο. Όσο οι δανειστές αντιλαμβάνονται ότι η νοοτροπία παραμένει η ίδια και ότι δεν θέλουμε στην πραγματικότητα να αλλάξουμε, η στάση τους σκληραίνει. Μπορεί να εκτιμούν όσα βήματα έχουν γίνει, αλλά ξέρουν, όπως και ξέρουμε, ότι αυτά δεν φτάνουν. Χρειάζεται να κάνουμε περισσότερα πράγματα κι αυτοί με την σειρά τους να βοηθήσουν ουσιαστικά το κομμάτι των επενδύσεων και του χρέους. Ποιος θα τους πείσει ότι οι συμφωνίες θα τηρηθούν από την οποιαδήποτε μελλοντική ελληνική κυβέρνηση; Ότι θέλουμε πράγματι να περάσουμε στην άλλη πλευρά της όχθης κι ότι έχουμε εγκαταλείψει τις λαϊκίστικες προσεγγίσεις του παρελθόντος του τύπου "Τσοβόλα δώστα όλα" ή του "λεφτά υπάρχουν";
Θανάσης Μαυρίδης
Πριν από ένα χρόνο η κυβέρνηση δαπάνησε μεγάλο μέρος του πολιτικού της κεφαλαίου για να πείσει τον ελληνικό λαό ότι βρισκότανε στον δρόμο της επιτυχίας κι ότι ήθελε λίγο ακόμη για να πετύχει έναν μεγάλο άθλο στο μέτωπο του χρέους. Το πολυπόθητο "δώρο" του κουρέματος, όμως, δεν ήρθε. Το ερώτημα είναι αν θα μπορούσαμε να πετύχουμε μία καλή συμφωνία στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα.
Διαβάζοντας τις δηλώσεις των ξένων επισήμων δεν προκύπτει ένα τέτοιο σενάριο από κάπου. Μακάρι να υπάρχει ένας κρυφός άσσος στα χέρια της κυβέρνησης! Μακάρι να μπορούσαν να πετύχουν μία ελάφρυνση στο χρέος για να ενισχύσουν έτσι την ανάπτυξη. Κάθε φορά, όμως, η συζήτηση μεταφέρεται από τους Ευρωπαίους χρονικά. Κι αυτό δεν είναι τυχαίο.
Η πολιτική αστάθεια είναι κάτι περισσότερο από ορατή στην Ελλάδα. Με την αριστερά να είναι εδώ και καιρό ένας βασικός παράγοντας της εξίσωσης και δίχως αυτή να έχει ξεκαθαρίσει ποιον ακριβώς δρόμο θα ακολουθήσει σε σχέση με την Ευρώπη, θα ήταν υπερβολή να περιμένουμε μία γενναία ελάφρυνση του χρέους. Κι ας αναγνωρίζουν όλοι ότι αυτή είναι απαραίτητη για να μπορέσουν να βγουν τα νούμερα!
Τα πράγματα θα ήταν πιο εύκολα για όλους αν οι πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα θα μπορούσαν να συμφωνήσουν σε ένα εθνικό σχέδιο εξόδου από την κρίση. Σε ένα μίνιμουμ προτάσεων για την Οικονομία, τις επενδύσεις, τη φορολογία, την ανασύσταση του κράτους, την Παιδεία, την Υγεία. Αν αυτό γινότανε οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών θα έχαναν κάθε επιχείρημα για να εγκαταλείψουν τις δικές τους υποσχέσεις!
Το εθνικό σχέδιο θα ήταν το αυτονόητο οπουδήποτε αλλού. Εδώ όμως χρειάζεται να ματώνουμε για τα αυτονόητα.
Όποιος άκουσε την ομιλία Τσίπρα στην Θεσσαλονίκη μπορεί να κατανοήσει για ποιους λόγους οι Ευρωπαίοι δεν θέλουν να κάνουν την επόμενη κίνηση. Οι παροχές που υποσχέθηκε ο κ. Τσίπρας έχουν ένα μεγάλο κόστος και δεν θα ήθελαν το κόστος αυτό να το επωμιστούν οι δικοί τους φορολογούμενοι. Αλλά και κάθε φορά που άφησαν περιθώρια ελιγμών στην ελληνική κυβέρνηση, το περιθώριο αυτό εξαντλήθηκε για να ικανοποιηθεί η εκλογική πελατεία της! Δεν είναι μόνο το θέμα των υποσχέσεων Τσίπρα, αλλά και των πεπραγμένων της νυν κυβέρνησης. Δεν μας έχουν εμπιστοσύνη, επειδή άλλα λέμε, άλλα υποσχόμαστε και άλλα κάνουμε.
Από την άλλη μεριά δεν είναι και τόσο σίγουροι πλέον στην Ευρώπη ότι η ελάφρυνση του χρέους από μόνη της θα ήταν αρκετή για να δώσει ώθηση στην ελληνική οικονομία. Είναι φανερό ότι χρειάζονται μεγάλες ενέσεις ρευστότητας. Για να είμαστε πιο ακριβείς χρειάζεται ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα ενίσχυσης των επενδύσεων. Κάτι σαν ένα νέο πρόγραμμα Μάρσαλ, όπως έχει προτείνει στο παρελθόν και ο κ. Τσίπρας και στο οποίο η στήλη είχε συμφωνήσει μαζί του. Αλλά ποιος θα το διαχειριστεί; Ποιος θα μπορούσε να είναι σίγουρος ότι με ένα τέτοιο πρόγραμμα δεν θα κτίζαμε αυτοκινητόδρομο για να ενώσουμε την Αμφίπολη με τον Όλυμπο; Ότι δεν θα δημιουργούσαμε και πάλι εθνικούς πρωταθλητές, πρωταγωνιστές στον πλούτο, στην χλιδή και στις σχέσεις τους με το ελληνικό δημόσιο και με τους Έλληνες πολιτικούς;
Η ελληνική υπόθεση οδηγείται σε αδιέξοδο. Όσο οι δανειστές αντιλαμβάνονται ότι η νοοτροπία παραμένει η ίδια και ότι δεν θέλουμε στην πραγματικότητα να αλλάξουμε, η στάση τους σκληραίνει. Μπορεί να εκτιμούν όσα βήματα έχουν γίνει, αλλά ξέρουν, όπως και ξέρουμε, ότι αυτά δεν φτάνουν. Χρειάζεται να κάνουμε περισσότερα πράγματα κι αυτοί με την σειρά τους να βοηθήσουν ουσιαστικά το κομμάτι των επενδύσεων και του χρέους. Ποιος θα τους πείσει ότι οι συμφωνίες θα τηρηθούν από την οποιαδήποτε μελλοντική ελληνική κυβέρνηση; Ότι θέλουμε πράγματι να περάσουμε στην άλλη πλευρά της όχθης κι ότι έχουμε εγκαταλείψει τις λαϊκίστικες προσεγγίσεις του παρελθόντος του τύπου "Τσοβόλα δώστα όλα" ή του "λεφτά υπάρχουν";
Θανάσης Μαυρίδης