ΔΕΙΤΕ ΓΙΑΤΙ Η ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΙΜΟΣ ΟΦΕΙΛΕΤΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ....
Όλοι
γνωρίζουμε ότι η Γερμανία μας οφείλει από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και
ξεχνάμε ότι αυτή δεν μας έχει ακόμη εξοφλήσει από τον Α΄ Παγκόσμιο
Πόλεμο. Οι οφειλές της προέκυψαν ως κατωτέρω:
ΣΥΝΘΗΚΗ ΒΕΡΣΑΛΛΙΩΝ ΤΟΥ 1919
Η παράγραφος 231 κατονομάζει τη ΓΕΡΜΑΝΙΑ ως τη βασική επιτιθέμενη χώρα
του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και υπόχρεη αποζημίωσης των χωρών που
υπέστησαν ζημίες από τον πόλεμο.
ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΟΥ ΛΟΝΔΙΝΟΥ ΤΟΥ 1921
Με απόφαση καθορίζεται το ποσό των γερμανικών αποζημιώσεων στα 132 δισ. χρυσά μάρκα ή στα 33 δισ. δολάρια για όλες τις χώρες.
Το χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής προέβλεπε την καταβολή 2 δισ. χρυσών
μάρκων τον χρόνο +26% της αξίας των συνολικών γερμανικών εξαγωγών κάθε
χρόνο.
Κατανομή σε κατηγορίες:…
Α΄ 12 δισ. χρυσά μάρκα
Β΄ 38 δισ. χρυσά μάρκα
Γ΄ 82 δισ. χρυσά μάρκα
Με βάση τη συμφωνία η κάθε κατηγορία έπρεπε να εξοφληθεί πριν ώστε
να αρχίσει η αποπληρωμή της επόμενης, ενώ παράλληλα η Γερμανία
υποχρεώθηκε σε μία άμεση πληρωμή 1 δισ. χρυσών μάρκων.
Η Γερμανία πλήρωσε τελικά μόνο 20 δισ. χρυσά μάρκα παρά τη παγκόσμια
γενική οικονομική αστάθεια της εποχής και την εναντίωση του γερμανικού
πληθυσμού προς την αποπληρωμή, γιατί οι Γερμανοί πίστευαν ότι το
επιβληθέν στη χώρα τους χρέος ήταν άδικο.
Είναι γεγονός ότι το βάρος των πολεμικών αποζημιώσεων από τον Α΄
Παγκόσμιο Πόλεμο είχε ιδιαίτερα αρνητικές συνέπειες για τη γερμανική
οικονομία.
Κι αυτό γιατί παρά το αυταπόδεικτο της αδυναμίας της γερμανικής
οικονομίας να εξυπηρετήσει το χρέος, οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης
συνέχιζαν να απαιτούν την εξ’ ολοκλήρου αποπληρωμή των πολεμικών
αποζημιώσεων, καθώς από τη μία πλευρά λειτουργούσαν εκδικητικά, ενώ από
την άλλη και αυτές με την σειρά τους χρωστούσαν σημαντικά κεφάλαια στις
ΗΠΑ, λόγω των δανείων που είχαν λάβει απο την Αμερική κατά τη διάρκεια
των πολεμικών συγκρούσεων.
Η πίεση λοιπόν των νικητριών χωρών προς την Γερμανία υπήρξε το
“άλλοθι” της ναζιστικής επιχειρηματολογίας για την άνοδο του Χίτλερ στην
εξουσία το 1933.
Λόγω λοιπόν της άσχημης διεθνούς συγκυρίας το 1924 συνήλθε η
Διάσκεψη του Λονδίνου, καρπός της οποίας ήταν το Σχέδιο Ντωζ για τις
γερμανικές επανορθώσεις, που όμως αγνοήθηκε.
Το 1929, δέκα χρόνια από τη Συνθήκη των Βερσαλλιών, είχαν
δημιουργηθεί τέτοιες διεθνείς συνθήκες, που εκμηδένιζαν κάθε εξαναγκασμό
της Γερμανίας για πληρωμή των επανορθώσεων.
Εκπονήθηκε νέο σχέδιο (Σχέδιο Γιούγκ — 1929) με πολύ ευεργετικούς
όρους για τη Γερμανία: έτσι καταργήθηκε η διαδικασία ελέγχου,
αδρανοποιήθηκε η Επιτροπή Επανορθώσεων και ορίσθηκε από 17-5-1930 να
χρησιμοποιηθεί ένα νέο σύστημα πληρωμών.
Η Ελλάδα έπρεπε να λάβει το 0,40 των συνολικών γερμανικών
επανορθώσεων, δηλαδή 528 εκατομμύρια χρυσά μάρκα, τα οποία όμως
περιορίστηκαν σε πολύ μεγάλο βαθμό.
Για την ιστορία σημειώνεται ότι, σύμφωνα με το Σχέδιο Γιούγκ,
συμφωνήθηκε τελικά ότι η Ελλάς θα έπρεπε να πάρει από τις γερμανικές
επανορθώσεις το συνολικό ποσό των 102.000.000 γερμανικών μάρκων από το
1931 έως το 1980.
Ήρθε, όμως, η παγκόσμια οικονομική κρίση των ετών 1929-1932 που
δημιούργησε μεγάλα προβλήματα στις οικονομίες των περισσοτέρων χωρών —
και ιδιαίτερα της Γερμανίας — και η καταβολή των επανορθώσεων
εμφανίσθηκε σχεδόν αδύνατη.
Η Γερμανία ζητούσε με κάθε τρόπο την επιβολή χρεοστασίου. Στο αίτημα
αυτό οι πιστώτριες της χώρες ζητούσαν να συμψηφιστούν οι απαιτήσεις
τους με οφειλές που είχαν προς τις Η.Π.Α και αντιστοιχούσαν σε χρέη που
δημιούργησαν κατά τον πόλεμo.
To 1931 λοιπόν Αμερικανοί επιχειρηματίες που είχαν δημιουργήσει
οικονομικά συμφέροντα στη Γερμανία ανέλαβαν την πρωτοβουλία να πιέσουν
τον τότε Πρόεδρο των ΗΠΑ Χούβερ για να αναστείλει τη γενική πληρωμή των
χρεών της Γερμανίας για ένα χρόνο. Στην πίεση αυτή το καλοκαίρι του 1931
ο Πρόεδρος Χούβερ προθυμοποιήθηκε να χαρίσει τα πολεμικά χρέη που
όφειλαν στις ΗΠΑ οι σύμμαχες ευρωπαϊκές χώρες με τον όρο να απαλλάξουν
και αυτές με τη σειρά τους τη Γερμανία από τη καταβολή των αποζημιώσεων,
κάτι που τελικά επιτεύχθηκε, ως συμφωνία.
Σκοπός αυτής της κίνησης ήταν προσχηματικά να ενισχυθεί και να
υποστηριχθεί η εύθραυστη Δημοκρατία της Βαϊμάρης αλλά στην
πραγματικότητα με την απόφαση αυτή το θέμα της καταβολής των γερμανικών
επανορθώσεων από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο οδηγείτο σε ενταφιασμό.
Ένας ενταφιασμός που ολοκληρώθηκε στη Διάσκεψη της Λωζάνης το 1932,
όπου η Γερμανία δήλωσε ρητά ότι δεν μπορεί να καταβάλλει επανορθώσεις,
αν δεν σημειωνόταν γενική οικονομική ανάκαμψη και τότε έτυχε της
υποστήριξης των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της Ιταλίας.
Την ταφόπετρα, ωστόσο, των γερμανικών επανορθώσεων έθεσε ο Χίτλερ, ο
οποίος ήδη εδώ και χρόνια καλλιεργούσε το μίσος των Γερμανών ενάντια
στις νικήτριες δυνάμεις καθώς με τον “πύρινο” λόγο του απέδιδε σε αυτές
την αποκλειστική ευθύνη για τα δεινά, τη κακοδαιμονία και τα πάσης
φύσεως οικονομικά προβλήματα της Γερμανίας.
Με πρόσφατη την εμπιστοσύνη των συμπολιτών του ο Χίτλερ το 1933
κατήγγειλε τη Συνθήκη των Βερσαλλιών στο σύνολό της και φυσικά τον όρο
εκείνο που αφορούσε στην καταβολή πολεμικών επανορθώσεων (δηλ. έξοδα του
Κράτους για τη διεξαγωγή του πολέμου, ζημιές που υπέστη το Κράτος,
ζημίες που υπέστησαν οι πολίτες του Κράτους- νικητή) σε όλες τις
νικήτριες δυνάμεις.
Αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης ήταν η Γερμανία να ξεφύγει από την
πληρωμή αποζημιώσεων και ευφυώς διέθεσε όλα τα κεφάλαια, που όφειλε να
δώσει στους δικαιούχους, για την πολεμική προπαρασκευή της ενόψει του Β΄
Παγκόσμιου Πόλεμου.
Κατόπιν αυτής της εξέλιξης η Ελλάδα από τα 102.000.000 γερμανικά
μάρκα έλαβε ένα πολύ μικρό ποσό και επομένως η Γερμανία εξακολουθεί να
μας οφείλει, παραμένουσα μέχρι σήμερα μόνιμος οφειλέτης μας!
Ευάγγελος Παπαγεωργίου
Δικηγόρος –Πτυχιούχος MASTER Ευρωπαϊκού Δικαίου
dynati-ellada.gr