Κανονικά σήμερα θα έπρεπε κανείς να γράψει για τον αδιανόητο, βαθειά ολοκληρωτικό χαρακτηρισμό, αυτό το «κλόουν» με τον οποίο ο ηγέτης των Γερμανών σοσιαλδημοκρατών Στάινμπρουκ χαρακτήρισε χθες δύο ανθρώπους που προχθές τους ψήφισαν δεκάδες
εκατομμύρια Ιταλών...
του Γ. ΜΑΛΟΥΧΟΥ
Αλλά είναι τόσο ιταμό, πραγματικά άθλιο, τόσο χαρακτηριστικό του σκοτεινού δρόμου που έχουν πάρει οι Γερμανοί και, φυσικά, «απαντήθηκε» τόσο καλά από τον πρόεδρο της Ιταλίας Ναπολιτάνο που ακύρωσε το γεύμα του με τον Γερμανό «σοσιαλιστή» ηγέτη, ώστε κάθε σχόλιο περιττεύει. Πάμε λοιπόν πίσω στα δικά μας...
Κατανοεί κανείς την απελπισία στην οποία έχουν περιέλθει οι κυβερνώντες μετά από τα αποτελέσματα των δημοσίων εσόδων. Όμως, αυτά, που είναι σαφώς δραματικά, ήταν ταυτόχρονα και απολύτως αναμενόμενα: ουδείς μπορούσε να έχει αυταπάτες για την πορεία τους. Εκείνο όμως που ούτε να κατανοήσει ούτε να νομιμοποιήσει ο οποιοσδήποτε, είναι, μέσα στην απελπισία της, μια χώρα, ένα κράτος, να στρέφεται ακόμα περισσότερο και πιο μαζικά κατά των πολιτών του για να μπαλώσει αυτές τις τρύπες που, έτσι κι αλλιώς, δεν κλείνουν από πουθενά. Γιατί αυτό συμβαίνει στην Ελλάδα σήμερα.
Δεν υπάρχει προηγούμενο στην ιστορία των δυτικού τύπου δημοκρατιών κατά το οποίο, σε τέτοιες μάλιστα συνθήκες εξαθλίωσης, τόσο μεγάλο μέρος του πληθυσμού να απειλείται με διώξεις, κατασχέσεις, φυλακίσεις, δημεύσεις περιουσιών. Και δεν υπάρχει, για τον πολύ απλό λόγο ότι κάτι τέτοιο εκφεύγει από τα όρια λειτουργίας της δημοκρατίας δυτικού τύπου. Θυμίζει σουλτάνους, θυμίζει παλαιού τύπου απολυταρχίες, αλλά, σε καμία περίπτωση, δεν θυμίζει ελεύθερη, δημοκρατική, δυτική χώρα.
Ο πανικός των εσόδων δεν μπορεί να επιτρέψει στους κυβερνώντες να καταφύγουν σε αυτή τη λύση. Δεν μπορούν καν να διανοούνται ότι θα στείλουν 2,5 εκατομμύρια πολίτες, ή και στους μισούς ακόμα, στο δικαστήριο ή στους πλειστηριασμούς, επειδή δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στους προδήλως άδικους και αντισυνταγματικούς – τουλάχιστον ως προς την αναδρομικότητα – φόρους. Την ώρα μάλιστα που προκλητικά χαρακτηρίζουν τα κότερα ως είδος όχι πολυτελούς διαβίωσης, την ώρα που δεν έχουν κάνει τίποτα για τη μάστιγα της φοροδιαφυγής στα καύσιμα, κοκ. Διώκουν με αυτό τον τρόπο το σύνολο σχεδόν της κοινωνίας. Και το κάνουν άδικα, χωρίς νομιμότητα, χωρίς νομιμοποίηση, χωρίς λογική και, φυσικά, χωρίς τελικά και αποτέλεσμα για τα ίδια τα δημόσια έσοδα.
Που πιστεύουν άραγε ότι μπορεί να καταλήξει όλη αυτή η παράνοια; Τι ακριβώς φαντάζονται ότι θα γίνει; Δεν βλέπουν γύρω τους το μπαρούτι της κοινωνικής έκρηξης να έχει ήδη σκορπίσει παντού; Δεν βλέπουν τα άκρα να καραδοκούν και να ενισχύονται ημέρα με την ημέρα; Δεν βλέπουν την απελπισία που έχει καταστεί ενδημική και την αδικία που εξοργίζει τους πάντες;
Πρέπει να κάνουν πίσω τώρα, πριν αρχίσει η φωτιά σε ένα φυτίλι το οποίο μπορεί να κάψει τα πάντα. Αν δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς, ας σηκώσουν τα χέρια ψηλά και ας πουν στην τρόικα ότι δεν γίνεται, ότι η Ελλάδα έχει πλέον φτάσει στα ακρότατα όριά της. Αλλά δεν μπορούν να χρησιμοποιούν άλλο το κράτος για την εξόντωση των πολιτών. Αυτό δεν είναι σωτηρία, είναι η απόλυτη καταστροφή.
Και, σίγουρα πια, ήδη πιο μεγάλη από εκείνη που θα ζήσει η χώρα αν η τρόικα της «θυμώσει». Ας θυμώσει λοιπόν. Ας πάρουμε όλοι τα ρίσκα μας, που άλλωστε δεν είναι και τόσο μεγάλα όσο συχνά «διαφημίζονται». Είναι πλέον πολύ καλύτερο από τον βέβαιο επερχόμενο θάνατο μιας ολόκληρης κοινωνίας.
ΤΟ ΒΗΜΑ