Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2013

Δυσδιάκριτες εξελίξεις...


Όπως φαίνεται μέχρι στιγμής, ο πόλεμος στη Συρία αποτελεί παρελθόν, ενώ «εγκυμονεί» ένας καινούργιος πλανητάρχης – Ρώσος πιθανότατα, ενδεχομένως μαζί με Κινέζο. Η αιτία δεν είναι η απομάκρυνση των χημικών όπλων από τη Συρία (πιθανότατα δεν πρόκειται να συμβεί), αλλά η οικονομική αδυναμία της (πρώην) υπερδύναμης – η οποία δεν έχει πλέον τα μέσα, για να χρηματοδοτεί τέτοιου είδους επιθέσεις.
Αναλυτικότερα...
σύμφωνα με μία δημοσκόπηση του «Military Times» την προηγούμενη εβδομάδα, το 75% των Αμερικανών «εν ενεργεία» στρατιωτών απορρίπτει τα πολεμικά σχέδια – τοποθετείται επομένως εναντίον του κ.Obama, σε ποσοστό υψηλότερο από τους πολίτες (64%).
Ειδικά στο πολεμικό ναυτικό, το οποίο θα αναλάμβανε το μεγαλύτερο μέρος της επίθεσης, οι αντιδράσεις είναι κατά πολύ μεγαλύτερες – λόγω του προγράμματος λιτότητας που δρομολογεί η κυβέρνηση, όπου οι δαπάνες για την άμυνα θα πρέπει να μειωθούν κατά 500 δις $, εντός των επομένων δέκα ετών.
Ο πλανήτης γίνεται λοιπόν ξανά «πολυπολικός», ενώ οι Η.Π.Α. θυσιάζουν την ηγεμονική τους θέση, μη έχοντας την οικονομική δυνατότητα να την διατηρήσουν – μία εξέλιξη που, αν και δεν είναι αρνητική σε παγκόσμια κλίμακα, ίσως κοστίσει πολύ ακριβά στη στρατιωτικά αδύναμη Ευρώπη, η οποία είναι επί πλέον απόλυτα εξαρτημένη ενεργειακά από τη Ρωσία.
Όσον αφορά τώρα την Ευρωζώνη φαίνεται ότι, για πρώτη φορά μετά το ξεκίνημα της οικονομική κρίσης, έχει την ευκαιρία «αναστροφής της αρνητικής τάσης». Ειδικότερα, ανάλογα με τη χώρα, η ύφεση έχει σταματήσει να κλιμακώνεται, ενώ ο ρυθμός ανάπτυξης έχει πάψει πλέον να υποχωρεί – αν και κάτι τέτοιο δεν γίνεται ακόμη αντιληπτό εκ μέρους των πολιτών, σε πολλά κράτη (Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία κλπ.), τα οποία υποφέρουν από την υψηλή ανεργία.
Η αιτία είναι το ότι, οι επιχειρήσεις δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας, ειδικά μετά από μία τέτοια κρίση, μόνο όταν διαπιστώσουν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης – προσλαμβάνουν εργαζομένους δηλαδή, μόνο αφού βεβαιωθούν πως δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν την αυξημένη ζήτηση, με τους υφιστάμενους.
Συνεχίζοντας, για να μπορέσει να διατηρηθεί η θετική αυτή τάση, πόσο μάλλον για να ενισχυθεί περαιτέρω, θα πρέπει αφενός μεν να παραμείνουν χαμηλά τα επιτόκια δανεισμού, αφετέρου να αυξηθεί η ρευστότητα – εκ μέρους τόσο της ΕΚΤ, όσο και των εμπορικών τραπεζών.
Εν τούτοις, τα επιτόκια των τραπεζών αυξάνονται στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, ενώ η ποσότητα χρήματος περιορίζεται, αφού επιστρέφουν τα δάνεια τους στην ΕΚΤ – παρά τις διαβεβαιώσεις της ΕΚΤ, σύμφωνα με τις οποίες θα διατηρηθούν χαμηλά τα βασικά επιτόκια για αρκετό χρόνο ακόμη.
Δυστυχώς, όπως φαίνεται, οι τράπεζες δεν έχουν πιστέψει τα λόγια της ΕΚΤ, με αποτέλεσμα να ακριβαίνουν, καθώς επίσης να περιορίζουν τα δάνεια τους προς την πραγματική οικονομία – γεγονός που θέτει σε μεγάλο κίνδυνο την ανάπτυξη, η οποία ευρίσκεται ακόμη σε «εμβρυακό» στάδιο.
Αυτός όμως δεν είναι ο μοναδικός κίνδυνος για την ανάπτυξη. Επειδή πολλές χώρες δεν έχουν καταφέρει ακόμη να εξυγιάνουν τους προϋπολογισμούς τους (για παράδειγμα, η Ιταλία μόνο τον Αύγουστο δανείσθηκε 3 δις € περισσότερα από τον αντίστοιχο μήνα του προηγουμένου έτους), συνεχίζουν δυστυχώς την πολιτική λιτότητας – μειώνουν δηλαδή τις δαπάνες και αυξάνουν τους φόρους, με αποτέλεσμα να «στραγγαλίζουν» την ανάπτυξη.
Εάν δε η Γερμανία, μετά τις εκλογές, επιμείνει στην ίδια «στωική» πολιτική, αντί να βοηθήσει με προγράμματα αναθέρμανσης της οικονομίας (μέσω της ΕΚΤ κλπ.), τότε η ανάπτυξη θα τελειώσει, πριν ακόμη ξεκινήσει σωστά.
Το πόσο επικίνδυνη θα ήταν μία τέτοια εξέλιξη, έχει διαπιστωθεί από την εποχή της μεγάλης ύφεσης του 1929. Η τότε κυβέρνηση των Η.Π.Α., θεωρώντας πως ξεπεράστηκε η κρίση το 1937, με τη βοήθεια των μέσων που διατέθηκαν για να αναπτυχθεί η οικονομία, υποχρέωσε την κεντρική τράπεζα να σταματήσει την «επεκτατική πολιτική χρήματος», φοβούμενη τον πληθωρισμό – αυξάνοντας παράλληλα τους φόρους, για να περιορίσει το έλλειμμα του προϋπολογισμού. Το αποτέλεσμα ήταν αυτονόητο – ο ρυθμός ανάπτυξης εκμηδενίσθηκε και η οικονομία κατάρρευσε.
Εάν λοιπόν η ύφεση επανέλθει στην Ευρώπη, τότε η Ευρωζώνη θα αποτελέσει ιστορία – ενώ ο μεγαλύτερος ζημιωμένος θα είναι πιθανότατα η Γερμανία, η οποία θα απειληθεί πολύ σοβαρά με χρεοκοπία (ανάλυση).
Σε κάθε περίπτωση, ο ευρωπαϊκός νότος δεν πρόκειται να «ανεχθεί» νέα μέτρα λιτότητας, ενώ ο ευρωπαϊκός βοράς δεν θα θελήσει να επιβαρυνθεί με νέα δάνεια και με ρίσκα δισεκατομμυρίων. Επομένως, η Ευρωζώνη έχει μία και μοναδική ευκαιρία να μην διαλυθεί: την ανάπτυξη η οποία, εάν δεν επιτευχθεί τώρα, δεν θα επιτευχθεί ποτέ.
Ολοκληρώνοντας υπενθυμίζουμε ότι, τα μεγάλα προβλήματα της Ελλάδας είναι η ύφεση και η ανεργία – σε καμία περίπτωση το δημόσιο χρέος, πόσο μάλλον όταν δεν υπάρχει καμία απολύτως δυνατότητα εξυπηρέτησης του, όσο μία χώρα ευρίσκεται σε ύφεση.
Η ύφεση βέβαια δεν ξεπερνιέται ποτέ, όταν η ανεργία συνεχίζει να αυξάνεται – ενώ η Ελλάδα βρίσκεται στα πρόθυρα μεγάλων κοινωνικών αναταραχών, με εξαιρετικά δυσάρεστα αποτελέσματα (ραγδαία άνοδος εξτρεμιστικών οργανώσεων, πτώση της κυβέρνησης, αδυναμία συγκρότησης νέας,  χάος, δικτατορία κλπ.), εάν δεν επιστρέψει άμεσα στην ανάπτυξη. Ο κίνδυνος δε να επεκταθούν οι αναταραχές αυτές στις περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης είναι κάτι παραπάνω από μεγάλος – εάν όχι απολύτως σίγουρος.
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...