ποιότητα και την πειθαρχία των ανθρώπων μας”. Η δήλωση ανήκει στον βουλευτή της Χρυσής Αυγής Ηλία Κασιδιάρη κι έγινε στο πλαίσιο συνέντευξης του σ΄ ενα από τα πάρα πολλά φιλικότατα προς τη ΧΑ sites.
Η Χρυσή Αυγή είναι τελικά κόμμα ή οργάνωση; Ποια είναι η δομή της; Απ΄ όσα έχουν γραφτεί κατά καιρούς νομίζουμε ότι το πιο ενδιαφέρον κείμενο - ανάλυση είναι αυτό της Βασιλικής Γεωργιάδου• Αναπληρώτριας καθηγήτριας Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Σύμφωνα με απόσπασμα ενός άρθρου της για τη Χρυσή Αυγή η κυρία Γεωργιάδου έγραψε:
Όσον αφορά τον τρόπο οργάνωσης αυτού του μορφώματος, η Χρυσή Αυγή δημιουργεί καταρχάς υποψίες για την ύπαρξη παράλληλων οργανωτικών δομών, πέραν εκείνων που αναφέρονται στο (νέο) καταστατικό της, λειτουργεί δε με χαρακτηριστικά «κόμματος-μιλίτσια».
Το «κόμμα-μιλίτσια» (αλλιώς: «κόμμα-πολιτοφυλακή»), στο οποίο αναφέρεται ο Duverger , υπήρξε ιστορικά ο τύπος οργάνωσης των φασιστικών/ναζιστικών κομμάτων, τα οποία διέθεταν παραστρατιωτική λειτουργία, αυστηρή πειθαρχία και ιεραρχία, καθώς και μέσα τρομοκράτησης των αντιπάλων.
Mεταπολεμικά η εξτρεμιστική δεξιά που διεκδίκησε κοινοβουλευτική παρουσία, όπως επί παραδείγματι το MSI, υιοθέτησε το μοντέλο του μαζικού κόμματος και απέφυγε το οργανωτικό στυλ της μιλίτσιας, υποστηρίζει ο Ignazi , παρότι ιστορικά αυτός ο τύπος κόμματος «δεν περιφρονεί τις εκλογές» κατά την περίοδο που διεκδικεί την εκλογική του ενίσχυση ή και την άνοδό του στην εξουσία, διατείνεται ο Duverger .
Μορφώματα του δεξιού εξτρεμιστικού χώρου χωρίς «εκλογική κλίση», όπως το Φλαμανδικό VMO, ενστερνίστηκαν γνωρίσματα της «παραστρατιωτικής μιλίτσιας».
Γνωρίσματα «μιλίτσιας» οικειοποιήθηκε από τα πρώτα στάδια του βίου της και η Χρυσή Αυγή, όταν, παρότι είχε μετατραπεί σε κόμμα, η άσκηση εκλογικής επιρροής δεν αποτελούσε κεντρική και αποδεκτή από όλες τις πτέρυγές της οργάνωσης στόχευσή της.
Με το σκεπτικό της αντιμετώπισης των «εξωτερικών εισβολέων» και των «εσωτερικών υπονομευτών», όπως αναφέρεται στην πρώτη Διακήρυξη Ιδεολογικών Αρχών της οργάνωσης και κατόπιν με το πρόσχημα της προσφοράς προς εκείνα τα τμήματα της κοινωνίας που είχαν ήδη οργανωθεί «σε ένα είδος μιλίτσιας» για «να προφυλάξουν τα πλέον στοιχειώδη που είναι η ζωή και η περιουσία τους»,οι «πολεμιστές της Νέας Χαραυγής», όπως αρχικώς αυτοαποκαλούνταν όσοι ανήκαν στο περιβάλλον της Χρυσής Αυγής, χρησιμοποίησαν το σχήμα της «οργάνωσης-πολιτοφυλακή» ως πρότυπο παρέμβασής τους στο μαζικό χώρο.
Λειτουργώντας ως άτυπη ιδιωτική μονάδα κρούσης (αλλιώς: «ιδιωτικός στρατός»), όπως περιγράφεται το «κόμμα-μιλίτσια» στην κατά Duverger εκδοχή του, η οργάνωση επιδίδεται πλέον συστηματικά σε «εφόδους» με στόχο π.χ. την εξακρίβωση στοιχείων επαγγελματικής ιδιότητας και παραμονής μεταναστών.
Το ότι εξάλλου η Χρυσή Αυγή υιοθετεί χαρακτηριστικά μιλίτσιας τεκμαίρεται από δηλώσεις του ίδιου του αρχηγού της , ο οποίος υποστηρίζει ανοικτά ένα «στρατιωτικό μοντέλο οργάνωσης» του κόμματος, του οποίου βρίσκεται επικεφαλής.
Ο Μαυρογορδάτος αναφερόμενος στις οργανώσεις των Επιστράτων του 1916 και συγκρίνοντάς τες με παραστρατιωτικές οργανώσεις στην Αυστρία (Heinwehr) και τη Γερμανία (Stahlhelm) υποστηρίζει ότι στις οργανώσεις-πολιτοφυλακής δεν είναι μόνο η “μίμηση του στρατού” αλλά και η «νοσταλγία» του που τις χαρακτηρίζουν.
Βέβαια, στην περίπτωση των Επιστράτων επρόκειτο «για στρατιώτες που ξαναβρίσκουν την χαμένη τους ‘κοινότητα’» και όχι «για πολίτες που παριστάνουν τους στρατιώτες» (στο ίδιο), όπως συμβαίνει σε μεταπολεμικές οργανώσεις με προφίλ ταγμάτων εφόδου.
Στην περίπτωση της Χρυσής Αυγής, οι δημόσιες συγκεντρώσεις της πράγματι «θυμίζουν στρατιωτική μονάδα», όπως χαρακτηριστικά έχει αναφερθεί από στελέχη της (βλ. ενδεικτικά δηλώσεις Η. Κασιδιάρη), αλλά και όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς αν παρακολουθήσει προσεκτικά συγκεντρώσεις της οργάνωσης: στην αρχή, στον τόπο της εκδήλωσης προσέρχονται κατά μόνας άτομα συνήθως μεγαλύτερης ηλικίας και όταν πυκνώσει ο χώρος από συγκεντρωμένους καταφθάνουν, εν είδει στρατιωτικού σχηματισμού, με κοινή ενδυμασία και κρατώντας κομματικά λάβαρα στα χέρια τους, δύο έως τρεις ομάδες των δώδεκα ή και περισσοτέρων ηλικιακά νέων ατόμων, προφανώς από το Μέτωπο Νεολαίας, διατεταγμένων ανά τριάδες και στοιχισμένων το ένα πίσω από το άλλο, τα οποία παρατάσσονται στα δύο άκρα και μπροστά από το συγκεντρωμένο πλήθος.
Καθώς το μοτίβο αυτό είναι επαναλαμβανόμενο, μπορούμενα συμπεράνουμε ότι πρόκειται για μια τακτική της Χρυσής Αυγής, η οποία παραπέμπει στην ύπαρξη μιας διττής οργανωτικής δομής αποτελούμενης από έναν πυρήνα οργανωμένων μελών («μελών-ακολούθων») που δρα συντονισμένα και με στρατιωτική (ή στρατιωτικοφανή) πειθαρχία, καθώς και από έναν ευρύτερο χώρο φίλων και υποστηρικτών που μένει στα μετόπισθεν της οργάνωσης. Σε όλον αυτόν τον στρατό-imitation παρών είναι ένας νοσταλγικός τόνος για μια «Λαϊκή Κοινότητα Ελλήνων» και μια «Ελλάδα που να ανήκει πραγματικά στους Έλληνες», ο οποίος καλλιεργείται συστηματικά στο χώρο της Χρυσής Αυγής:
για να υπάρχει μια τέτοια Ελλάδα είναι απαραίτητη η μάχη εναντίον του «εσωτερικού εχθρού», εκείνων δηλαδή που «μισούν» και «προδίδουν» «αυτήν την Πατρίδα», των «υπηρετών του χρεοκοπημένου λιμπεραλισμού και του ιστορικά αποτυχημένου μαρξισμού» (και εδώ ο νοσταλγικός τόνος παραπέμπει στο καθεστώς της 4ης Αυγούστο ώστε «να μην τον αφήσουν να την ξεπουλήσει» .
•ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΓΕΩΡΓΙΑΔΟΥ
Αν. καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, με σπουδές στην Πολιτική Επιστήμη και την Πολιτική Κοινωνιολογία στα Ινστιτούτα Πολιτειολογίας και Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου του Münster (Γερμανία). Συγγραφέας του βιβλίου: Η Άκρα Δεξιά και οι Συνέπειες της Συναίνεσης. Δανία, Νορβηγία, Ολλανδία, Ελβετία, Αυστρία, Γερμανία, Εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 2008
http://www.onalert.gr/