Κάθε τόσο, ο κόσμος αναποδογυρίζει, είτε από ιδεολογικές ζυμώσεις, είτε από πολέμους. Μια τέτοια φάση αρχίζουμε να ζούμε σήμερα, αγνοώντας ακόμη αν η αραβική άνοιξη, η ανάδυση της Κίνας, και η κρίση της ΕΕ θα εξαπλωθούν όπως έγινε το 1848, ή θα μεταμορφώσουν τον κόσμο όπως έγινε επί Μεγάλου Αλεξάνδρου, με τη πτώση της Κωνσταντινούπολής, με τον Α`ΠΠ, τον Β`ΠΠ, και με τη κατάρρευση του σοβιετικού κομμουνισμού.
Το ερώτημα δεν είναι αν η Ελλάδα πτωχεύσει, αλλά το αν η αναπόφευκτη αυτή πτώχευση θα μεταδοθεί στην Ισπανία, στη Πορτογαλία, ή ακόμη και στην Ιταλία, και θα αποσαρθρώσει την ΕΕ, ή απλά θα περιοριστεί στην Ελλάδα, επιστρέφοντάς την στη φτώχεια της δεκαετίας του `70. Ούτως ή άλλως, η αποδυναμωμένη πλέον Ελλάδα θα παρακολουθεί την άνοδο της ισλαμικής Τουρκίας, η οποία με Οθωμανικό τρόπο θα ασκεί τη νέα της επιρροή στο Αιγαίο, στη Κύπρο, και στην Ανατολική Μεσόγειο.
Σε γεωπολιτικούς όρους, όλα αυτά είναι ψιλά γράμματα σε σχέση με τη θέση της Γερμανίας, η οποία για τέταρτη φορά μέσα σε 140 χρόνια αρχίζει να αισθάνεται, δικαίως ή μη, ότι την επιβαρύνουν οι γείτονές της. Το ζήτημα δεν είναι αν κάποια λαοί της νοτίου Ευρώπης ζουν πέρα από τα μέσα τους και εις βάρος της Γερμανίας, αλλά το αν αυτό πιστεύουν οι ίδιοι οι Γερμανοί. Αν συμβαίνει κάτι τέτοιο, τότε θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι οι αρχικοί αρχιτέκτονες της ΕΕ και του ΝΑΤΟ ήταν πραγματιστές, και προσπάθησαν να βρουν μια λύση μέσα από την οποία η γερμανική εξωτερική πολιτική δεν θα μπορούσε να διαχωριστεί από αυτήν της Ευρώπης και των ΗΠΑ. Μια ενωμένη, και οικονομικά κυρίαρχη Γερμανία, η οποία αισθάνεται εξαπατημένη, είναι κάτι το πολύ επικίνδυνο.
Η Κίνα μοιάζει με την Ιαπωνία της δεκαετίας του 1920. Οικονομική ανάπτυξη, εκσυγχρονισμός, και μίμηση κάποιων δυτικών μεθόδων, όπως καπιταλιστικοί τρόποι παραγωγής, δυτική τεχνολογία, κλπ. με παράλληλη απόρριψη των δυτικών απόψεων περί ατομικής ελευθερίας, και θεσμοθετημένης συνταγματικής διακυβέρνησης.
Όπως η αυτοκρατορική Ιαπωνία, έτσι και η σημερινή Κίνα πρώτα προσπαθεί να ανασχηματίσει την οικονομία του Δυτικού Ειρηνικού, ως προπομπό της έκφρασης μια αυξανόμενης στρατιωτικής της ισχύος. Και ακόμη πιο ενοχλητικό είναι ότι η σημερινή Αμερική, όπως και στη δεκαετία του `30, θεωρείται ως μια ξοφλημένη δύναμη στη περιοχή, της οποίας η αποσαρθρωμένη οικονομία αντανακλά βαθύτερες εσωτερικές παθογένειες.
Η Κίνα, όπως κάποτε και η Ιαπωνία, θα αναγκαστεί να μάθει πως η συναινετική διακυβέρνηση και οι ατομικές ελευθερίες, αποτελούν βασικό συστατικό του καπιταλισμού της ελεύθερης αγοράς, ο οποίος αυτοκαταστρέφεται αν εκλείψει η ελευθερία. Όπως και να έχει, η Κίνα δεν θα μπορέσει να αποφύγει τον συνδικαλισμό, τη ταξική σύγκρουση, τη μόλυνση του περιβάλλοντος, και τις μεγάλες ανακατατάξεις σε στυλ 19ου αιώνα, που ακολουθούν τη μετάβαση μιας κοινωνίας από το αγρόκτημα στο εργοστάσιο. Το μόνο ερώτημα είναι αν οι όποιες κοινωνικές αναταραχές περιοριστούν στο εσωτερικό της χώρας ή βγουν προς τα έξω μέσω διεθνούς τυχοδιωκτισμού.
Οι αναταραχές στη Μέση Ανατολή θυμίζουν τα απελευθερωτικά κινήματα της Αφρικής και της Ασίας στις δεκαετίες 1940-50. Η αισιοδοξία για τις αλλαγές καλύπτει την πιθανότητα να μη δούμε συναινετικού τύπου κυβερνήσεις να προκύπτουν, αλλά όλοι χαίρονται που απομακρύνονται οι θεοκράτες, οι μονάρχες, και οι δικτάτορες, από λαούς που πασχίζουν για δημοκρατία. Υπάρχουν βέβαια και οι πραγματιστές, που χαίρονται ιδιαίτερα επειδή το χάος αποδυναμώνει κάποια αντιαμερικανικά καθεστώτα, καθώς και το ριζοσπαστικό Ισλάμ.
Όπως παλιά οι Ασιάτες και Αφρικανοί δικτάτορες έπειθαν τους λαούς τους πως οι μόνοι υπεύθυνοι για όλα τα δεινά είναι οι Άγγλοι και Γάλλοι αποικιοκράτες, έτσι και τώρα οι διαδηλωτές ρίχνουν το φταίξιμο στον Καντάφι, στον Ασάντ, στον Μουμπάρακ, κλπ. Ποτέ στον εαυτό τους. Αν δεν υπήρχαν δηλαδή οι μπαμπούλες, θα έπρεπε να εφευρεθούν. Μέχρι σήμερα, ελάχιστοι είναι οι φωτισμένοι μεταρρυθμιστές που αποδίδουν τις ευθύνες, όχι στον ουρανό αλλά στους ίδιους τους αραβικούς λαούς, οι ηγέτες των οποίων δεν ήταν απλοί εγκάθετοι των ξένων, αλλά η προσωποποίηση των δικών τους συλλογικών αξιών.
Και τέλος φτάνουμε στην Αμερική. Η παρούσα κυβέρνηση, αναγνωρίζοντας την παρακμή των ΗΠΑ και την έλλειψη συμπάθειας προς αυτήν, αρχίζει και διαφημίζει το σλόγκαν «να ηγηθούμε από πίσω». Στη πραγματικότητα όμως, αν δούμε συνολικά τον κόσμο, η Αμερική παραμένει μια όαση λογικής, σταθερότητας, και ανοχής, όπου πολλές φυλές, πολλά θρησκεύματα κλπ συζούν αρμονικά, σε αντίθεση με τη βία που επικρατεί σε άλλες περιοχές του πλανήτη.
Βραχυπρόθεσμα, η διακριτική αυτή νέα εξωτερική πολιτική μπορεί να είναι στρατηγικά κερδοφόρα, αλλά μια τέτοια διεθνής στάση θα πρέπει να είναι ζήτημα επιλογής και όχι αναγκαστική συνέπεια μιας παρακμής.
Η Αμερική παραμένει ισχυρή και με μεγάλες δυνατότητες, και αυτό θα πρέπει να το θυμόμαστε σε μια περίοδο που όλα γύρω μας αλλάζουν.