Το μη χείρον βέλτιστο.
Μπροστά στην επαπειλούμενη χρεοκοπία, κακήν κακώς αποκτούμε μια
κυβέρνηση «εθνικής ενότητας», περιορισμένης διάρκειας και προσδοκιών.
Παρότι
ενδέχεται να επιτύχει πρόσκαιρη επικοινωνιακή εκτόνωση (η αντιπολίτευση
περιορίζεται στα κόμματα της αριστεράς), διατηρώ ζωηρές αμφιβολίες για
αν θααποφορτίσει τα τμήματα της κοινωνίας που αντιδρούν στα μέτρα, για να μην χάσουν δίκαια ή άδικα κεκτημένα.
Εκτός αν δεν κάνει τίποτε για τα «τρέχοντα», πέρα από το να βάλει υπογραφές στο νέο Μνημόνιο, οπότε ευλόγως θα υπάρξουν άλλου τύπου προβλήματα, με τους δανειστές μας.
Στη
λήξη της δε, μάλλον θα αντικατασταθεί από μία άλλη που, εκτός
απρόοπτου, θα έχει τα ίδια «συνθετικά» χαρακτηριστικά, λόγω ελλείψεως αυτοδυναμίας. Μένει να δούμε πως θα είναι τότε οι συνθήκες στο εσωτερικό και το εξωτερικό.
Διότι στην Ευρώπη, οι εξελίξεις λαμβάνουν τη μορφή χιονοστιβάδας. Η κατάσταση στις αγορές δείχνει ότι οι αποφάσεις της 26ης Οκτωβρίου και της G-20 για μια ευρύτερη «λύση» στην Ευρώπη, έχουν ήδη ξεπεραστεί.
Ο μηχανισμός EFSF πρακτικά δεν υπάρχει ακόμη, ενώ οι λύσεις που επιλέχθηκαν για την ενίσχυση του, μοιάζουν σήμερα με «τσιρότα», σε τραύμα που χρήζει χειρουργικής επέμβασης.
Η Ιταλία, (βοηθούσης και της εσωτερικής πολιτικής κατάστασης που μοιάζει επικίνδυνα με την ελληνική), κινείται ταχύτατα προς την κατάρρευση,
οι σχεδιασμοί ανατράπηκαν και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανέλαβε ξανά
το ρόλο του πυροσβέστη, με την πρόσφατη μείωση επιτοκίων και τις
μαζικές πλέον αγορές (ιταλικών κυρίως) ομολόγων.
Η Γαλλία ετοιμάζει νέο πακέτο μέτρων λιτότητας και την ίδια ώρα οι περισσότεροι αναλυτές προβλέπουν ότι τα μονόπλευρα προγράμματα λιτότητας θα επιδράσουν αρνητικά στην (ήδη αναιμική) ανάπτυξη των «προβληματικών» χωρών.
Όλα λοιπόν δείχνουν ότι η προσπάθεια των Γερμανών (και άλλων Βορείων) να αντιμετωπίσουν την κρίση χωρίς την δυναμική και μόνιμη ανάμιξη του «απεριόριστου» ισολογισμού της ΕΚΤ, είναι ένα βήμα πια κοντά στην οριστική και αμετάκλητη αποτυχία.
Οι
περισσότεροι αναλυτές τονίζουν ότι η Γερμανία θα πρέπει να αλλάξει
στάση. Να συμφωνήσει σε περαιτέρω μείωση των επιτοκίων και στην ενίσχυση του EFSF, μέσω της ΕΚΤ,
προκειμένου να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά η κρίση και να ενισχυθεί η
ρευστότητα. Ταυτόχρονα αρκετοί υπογραμμίζουν πλέον ότι θα πρέπει να
ενισχυθεί η ανάπτυξη ειδικά στις χώρες που αντιμετωπίζουν προβλήματα.
Ωστόσο τέτοιου είδους επιλογές, αφενός απαιτούν σημαντική αλλαγή «φιλοσοφίας» εκ μέρους της Γερμανίας και των «δορυφόρων» της, κι αφετέρου προϋποθέτουν σημαντικά ανταλλάγματα.
Κι έτσι ερχόμαστε στον πρώτο δρόμο. Της περαιτέρω «ένωσης». Μιλάμε για την οργανωμένη κίνηση προς μια «ομοσπονδιακή Ευρώπη», στην οποία προφανώς θα πρωταγωνιστεί η Γερμανία.
Στην ζώνη αυτή -σε βάθος ορίζοντα- το χρέος είναι πρακτικά ενιαίο, ευρωπαϊκό, ενώ οι χώρες που ανήκουν σε αυτή, παραχωρούν βασικά κυριαρχικά δικαιώματα προς την «ομοσπονδιακή» διοίκηση, ιδίως σε θέματα δημοσιονομικά, αλλά όχι μόνον σε αυτά..
Το σενάριο αυτό, εύλογα θα απαιτήσει χρόνο για την ενδεχόμενη υλοποίηση του.
Ωστόσο εκτιμώ ότι η τροχοδρόμηση του, με συγκεκριμένους, σαφείς, «γερμανικούς» όρους, αποτελεί προαπαιτούμενο για
να αλλάξει στάση η πτέρυγα των Βόρειων κρατών. Κάποιες άλλωστε από τις
προϋποθέσεις, όπως ήδη φαίνεται (και από την ανοικτά «επιτακτική» στάση
έναντι της Ελλάδας) συντελούνται, επίσημα και ανεπίσημα στις μέρες μας.
Ο δεύτερος δρόμος είναι αυτός της… διχοτόμησης! Που
θα ανοίξει στην περίπτωση που η κρίση ξεπεράσει κάποια όρια, καθώς ο
χρόνος των αγορών συνεχίζει να κινείται ταχύτερα από τον πολιτικό χρόνο
των ευρωπαίων ηγετών.
Οι
συνέπειες που θα είχε η αποχώρηση ενός κράτους από το ενιαίο νόμισμα,
έχουν ήδη αναλυθεί, από πολλούς και είναι πράγματι δυσβάστακτες. Είτε το
κράτος αυτό είναι οικονομικά ισχυρό, είτε όχι.
Αυτό
που δεν έχει ακόμη μελετηθεί αρκούντως είναι τι θα συμβεί αν μια ομάδα
ισχυρών οικονομικά κρατών, αποφασίσει να αποχωρήσει, αφήνοντας στην
ενιαία ζώνη τα υπόλοιπα, προκειμένου να ιδρύσει μια νέα!
Το βέβαιο είναι ότι σε αυτή την περίπτωση οι δυσμενείς συνέπειες θα είναι μικρότερες.
Και γι αυτούς που φεύγουν (μικρότερη ανατίμηση του νέου νομίσματος) και
για αυτούς που μένουν (de facto υποτίμηση του ευρώ και του χρέους τους
προς το εξωτερικό, αύξηση ανταγωνιστικότητας, αλλά χωρίς καταβαράθρωση
του νομίσματος).
Το αβέβαιο είναι με ποια διαδικασία θα μπορούσε να συμβεί με την απαιτούμενη ταχύτητα, μια και δεν υπάρχει προηγούμενο.
Σε κάθε περίπτωση, οι αναταράξεις σε πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο θα είναι μεγάλες. Όποιος δρόμος κι αν επιλεχθεί.
ΥΓ: Υπάρχει βεβαίως κι ένας τρίτος δρόμος. Αυτός της διάλυσης της Ευρωζώνης, που είναι το χειρότερο και το πιο ακραίο σενάριο,
με βάση τους διεθνείς συσχετισμούς. Δεν μπορεί όμως να αποκλειστεί
εφόσον επικρατήσουν συνθήκες αντιπαλότητας και πανικού, παρότι για
αρκετές χώρες, μια εξ αυτών και η Ελλάδα, οι συνέπειες θα είναι
ολέθριες. Γι αυτό ίσως, προτιμώ να μην το πολυσκέφτομαι.
Πηγή: euro2day
του Γ. Παπανικολάου