Υπό αυτή την έννοια το «πείραμα συναίνεσης», ανεξάρτητα από τα πρόσωπα που θα μετέχουν στο κυβερνητικό σχήμα, έχει ενδιαφέρον να το παρακολουθήσουμε με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον. Κι αυτό γιατί και τα δύο κόμματα, αργά ή γρήγορα, θα δεχθούν ισχυρές πιέσεις στο εσωτερικό τους καθώς μια μερίδα της κοινωνικής τους βάσης θα επανατοποθετηθεί έναντι των επιλογών που εκ των πραγμάτων θα ακολουθήσουν οι ηγεσίες τους.
Είναι προφανές ότι τα κόμματα της Αριστεράς θα επιδιώξουν να ωφεληθούν από τη μετατόπιση του ΠΑΣΟΚ προς το Κέντρο, ενώ το ίδιο θα συμβεί στη Νέα Δημοκρατία η οποία εγκαταλείποντας αναγκαστικά το σκληρό αντι- μνημονιακό λόγο της, θα μετρήσει απώλειες στο κομμάτι εκείνο που χαρακτηρίζεται ως λαϊκή Δεξιά. Η συναίνεση των δύο κομμάτων, μπορεί ως εγχείρημα να ενισχύει το εθνικό προφίλ της χώρας, αλλά σε καθαρά κομματικό επίπεδο αποδυναμώνει της επιρροή τους στη «σκληρή» κομματική τους βάση.
Ρεαλιστικά κανένας εκ των δύο δεν θα ήθελε αυτή η κυβέρνηση να πετύχει κάτι περισσότερο από αυτό που έχει ως αποστολή να φέρει σε πέρας. Τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και η Νέα Δημοκρατία, δεν θα ήθελαν να «λερώσουν» τα χέρια τους, όταν μάλιστα την ίδια στιγμή που θα στηρίζουν την κυβέρνηση, θα πρέπει να κρατούν αναμμένες τις μηχανές των κομματικών τους μηχανισμών λόγω εκλογών. Τι θα γίνει όμως στην περίπτωση που το αποτέλεσμα των εκλογών δεν αναδείξει αυτοδύναμη κυβέρνηση;
Εδώ αρχίζουν τα «δύσκολα», αφού το «πείραμα συναίνεσης» θα χρειασθεί να πάρει και πολιτικά χαρακτηριστικά, γεγονός που θα οδηγήσει σε ανατροπή του υπάρχοντος πολιτικού σκηνικού, μέσα από μια οπτική «συμμαχικών κυβερνήσεων» που θα προκύψουν με τη βούληση του εκλογικού σώματος.
ΧΑΡΗΣ ΠΑΥΛΙΔΗΣ
http://www.statesmen.gr/