Είναι να μην σε πιάνει μελαγχολία όταν βλέπεις την πλατεία Συντάγματος άδεια; Όταν οι μαζικές συγκεντρώσεις του καλοκαιριού φαίνονται μια μακρινή ανάμνηση; Και
στον αντίποδα, στην Αίγυπτο, στην πλατεία Ταχρίρ, οι Αιγύπτιοι να μην
κάμπτονται, αν και έχουν ν’ αντιμετωπίσουν ένα πολύ πιο σκληρό καθεστώς
που δεν δίστασε να αιματοκυλίσει το Κάιρο.
Kι όμως δεν το βάζουν κάτω κι ας μετράνε νεκρούς. Στην Ελλάδα πάλι, υπάρχει κοινοβουλευτικό πραξικόπημα, μη εκλεγμένη κυβέρνηση κι απίστευτη εξαθλίωση κι όμως τα κινήματα φαίνονται σαν να κάθονται στον καναπέ. Στην Ευρώπη, οι περίεργες κινήσεις και οι αποφάσεις πίσω από κλειστές πόρτες έχουν κάνει τους λαούς να βρίσκονται επί ποδός. Κάτι ετοιμάζεται, ετοιμαζόταν για χρόνια, απλά τώρα οι διαδικασίες επισπεύδονται. Αναλυτές -και όχι μόνο- μιλάνε για πιθανότητα εκτόνωσης της παγκόσμιας κρίσης μέσω ενός Γ’ Παγκοσμίου Πολέμου. Έτσι και αυτή η οργή θα ξεθύμαινε (με το να πεθάνουν πάλι οι φτωχοί) και τα χρήματά τους θα προστάτευαν, και η βιομηχανία θα είχε κέρδη και ο διάλογος γύρω από τους τραπεζίτες θα έμπαινε στην άκρη. Όλα θα ήταν πιθανά, αν ο εθνικισμός φούντωνε απότομα, ως μια νοσηρή αντίδραση στις ηγεμονικές τάσεις της Γερμανίας.
Το πρόβλημα είναι ότι παρακολουθούμε όλα να συμβαίνουν μοιρολατρικά. Ακόμη περιμένουμε να μας δώσει γραμμή η τηλεόραση για το πότε θα αντιδράσουμε και για ποιο λόγο. Δεν μπορούμε να βρούμε ποιος είναι ο εχθρός. Ο Παπαδήμος, ο φίλος των τραπεζών; Ο ΓΑΠ, Ο Σαμαράς, ο Καρατζαφέρης και το αστικό κομματικό σύστημα; Ξέρουμε ποιος θα μας προτείνει μια εναλλακτική; Ποιος θα πάρει την ευθύνη της επόμενης μέρας; Θα είμαστε έτοιμοι να ακολουθήσουμε την εναλλακτική λύση με όλα τα κόστη που συνεπάγεται;
Ποιο είναι το πρόβλημα; Ο μισθός ή η πατρίδα; Τέτοιου είδους διλήμματα είναι που τελμάτωσαν και εν τέλει διέλυσαν το κίνημα των αγανακτισμένων. Εξάλλου για χρόνια δεν είχαμε καν ως κοινωνία πολιτών, ξεχωρίσει τι είναι σημαντικότερο. Πάντα το προσωπικό συμφέρον έμπαινε πάνω από το συλλογικό όφελος. Και βέβαια ο καθένας οχυρωμένος πίσω από τα τείχη της ιδεοληψίας του. Ονομάζαμε τις νευρώσεις ιδεολογίες. Τι ψήφιζε ο παππούς, ο πατέρας, ο γιος και πάει λέγοντας. Τώρα δεν μπορούμε να ερμηνεύσουμε με κανέναν παλαιό όρο, τον νέο κόσμο που δημιουργείται γύρω μας.
Συσσίτια, άνεργοι, χαράτσια της ΔΕΗ, ουρές σε εφορίες, αποβλακωμένοι μερικοί στο ροζ συννεφάκι, φορολογία ακόμη και στην ανάσα, οι εκλογές πιθανόν και να μην γίνουν, αλλά ο Έλληνας “έχει υπομονή”, σκύβει το κεφάλι. Η δημοκρατία ως νοοτροπία και ως αιτούμενο κινδυνεύει να θεωρείται “μπανάλ” και μη χρήσιμη, προκειμένου να διασωθούν τα νομίσματα. Ακόμη υπάρχουν άνθρωποι που σαν απάντηση σε όλα αυτά έχουν το “ε, και τι να κάνουμε;”. Αυτό είναι που με σκοτώνει. Δεν σκέφτονται, δεν θέλουν να σκεφτούν ή απλά δεν μπορούν να σκεφτούν; Κανονικά θα έπρεπε να κάναμε την πλατεία Ταχρίρ να φαντάζει υπαίθρια εκδήλωση πολιτιστικής ομάδας.
Γιατί όμως έχει επέλθει αυτή η κοινωνική παράλυση; Πέρα του χρόνιου ύπνου της πλειοψηφίας των πολιτών, μεγάλη ευθύνη έχει και η Αριστερά, η οποία ακόμη και τώρα αδυνατεί να εκμεταλλευτεί την ιστορική συγκυρία. Μήπως στην πραγματικότητα δεν θέλει; Μήπως η εποχή την έχει ξεπεράσει και δεν είναι σε θέση να ερμηνεύσει τις συνθήκες; Ακόμη και το χαρτί του δημοψηφίσματος το “έκαψε”. Μήπως στην πραγματικότητα η Αριστερά βολεύεται σ’ αυτή την κατάσταση και αποποιείται των ευθυνών της; Ίσως η έλλειψη προγράμματος κάνει τα αριστερά κόμματα να κυνηγάνε την ουρά τους. Να κερδίζουν απλά ψίχουλα για την πρόθεση ψήφου στις δημοσκοπήσεις. Το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ, παίζουν τον ρόλο του κομπάρσου. Λειτουργούν ως δεκανίκια του σάπιου αστικού συστήματος, αφού το μόνο που οργανώνουν καλά είναι η εκτόνωση του θυμού.
Στην αρχή έκανα λόγο για το κίνημα των πλατειών. Ένα ετερόκλητο σύνολο ανθρώπων, με διαφορετικές πολιτικές καταβολές, αλλά με δύναμη να πιέσουν κατά πολύ το σύστημα. Τι έλειψε; Η ενότητα. Η οργάνωση. Τι έβλαψε; Η μανία του καθενός να παραμείνει πίσω από τα χαρακώματα της εκάστοτε ιδεοληψίας και να μην ρίξει τα μούτρα του να ανοίξει και σε άλλους το “μαγαζάκι” του ή έστω να συνεργαστεί.
Έτσι, ελλείψει εναλλακτικής πρότασης, αλλά και με το καλούπωμα του αγώνα μέσα από τα συνδικάτα, η όποια ελπίδα για αλλαγή πολιτικής εξαερώθηκε. Το παραμύθι πως κάθε κόμμα υιοθετεί διαφορετικό πρόγραμμα, λόγω ιδεολογιών διαφορών, το πήρε ο νεοφιλελευθερισμός και το σήκωσε. Οι ψηφοφόροι που ακόμη ήλπιζαν στο ΠΑΣΟΚ και πως η ΝΔ είναι “πατριωτικό” κόμμα, πρέπει να ένιωσαν απίστευτα ηλίθιοι, αν δεν τους έχουν λοβοτομήσει εντελώς τα χρώματα του δικομματισμού.
Ο πολίτης είναι πλέον απομονωμένος. Δεν αναφέρεται πουθενά στο κάδρο. Είχε πιστέψει πως το σύστημα αυτό ήταν το ιδανικό παρά τα ελαττώματά του. Όμως αυτό το σύστημα είναι που τώρα εκμεταλλεύεται το οτιδήποτε για να επιβληθεί. Η καταναλωτική κουλτούρα και ο εθισμός στα αξιώματα, τις αυθεντίες και τους ηγέτες έχουν υπνωτίσει όσους θέλουν να ανατρέψουν την κατάσταση αλλά δεν ξέρουν το πως. Η μαχητικότητα των ανθρώπων στον αραβικό κόσμο απορρέει από την ενότητά τους. Κάτι που στην ελληνική περίπτωση απουσιάζει.
Όμως αφού δεν θα την γεννήσει η συνείδηση, θα την γεννήσει η ανάγκη. Πιστεύω πως η κοινωνία είναι σ’ ένα σταυροδρόμι όπου επιβάλλεται να επιλέξει αν θέλει να ζήσει ταπεινωμένη, πεινασμένη και παιχνιδάκι στα χέρια των επικυρίαρχων, ή αν θα θελήσει να εξεγερθεί, να πολεμήσει και να διεκδικήσει την ελευθερία της. Οι έμποροι της ελπίδας έχουν πεθάνει, ή καλύτερα φανέρωσαν τα απεχθή τους πρόσωπα. Ξεσκεπάστηκαν, αφήνοντας στην άκρη τα γλυκόλογα της δημοκρατίας. Τώρα είναι η σειρά μας, βρίσκοντας ελπίδα μέσα μας και γύρω μας.
Kι όμως δεν το βάζουν κάτω κι ας μετράνε νεκρούς. Στην Ελλάδα πάλι, υπάρχει κοινοβουλευτικό πραξικόπημα, μη εκλεγμένη κυβέρνηση κι απίστευτη εξαθλίωση κι όμως τα κινήματα φαίνονται σαν να κάθονται στον καναπέ. Στην Ευρώπη, οι περίεργες κινήσεις και οι αποφάσεις πίσω από κλειστές πόρτες έχουν κάνει τους λαούς να βρίσκονται επί ποδός. Κάτι ετοιμάζεται, ετοιμαζόταν για χρόνια, απλά τώρα οι διαδικασίες επισπεύδονται. Αναλυτές -και όχι μόνο- μιλάνε για πιθανότητα εκτόνωσης της παγκόσμιας κρίσης μέσω ενός Γ’ Παγκοσμίου Πολέμου. Έτσι και αυτή η οργή θα ξεθύμαινε (με το να πεθάνουν πάλι οι φτωχοί) και τα χρήματά τους θα προστάτευαν, και η βιομηχανία θα είχε κέρδη και ο διάλογος γύρω από τους τραπεζίτες θα έμπαινε στην άκρη. Όλα θα ήταν πιθανά, αν ο εθνικισμός φούντωνε απότομα, ως μια νοσηρή αντίδραση στις ηγεμονικές τάσεις της Γερμανίας.
Το πρόβλημα είναι ότι παρακολουθούμε όλα να συμβαίνουν μοιρολατρικά. Ακόμη περιμένουμε να μας δώσει γραμμή η τηλεόραση για το πότε θα αντιδράσουμε και για ποιο λόγο. Δεν μπορούμε να βρούμε ποιος είναι ο εχθρός. Ο Παπαδήμος, ο φίλος των τραπεζών; Ο ΓΑΠ, Ο Σαμαράς, ο Καρατζαφέρης και το αστικό κομματικό σύστημα; Ξέρουμε ποιος θα μας προτείνει μια εναλλακτική; Ποιος θα πάρει την ευθύνη της επόμενης μέρας; Θα είμαστε έτοιμοι να ακολουθήσουμε την εναλλακτική λύση με όλα τα κόστη που συνεπάγεται;
Ποιο είναι το πρόβλημα; Ο μισθός ή η πατρίδα; Τέτοιου είδους διλήμματα είναι που τελμάτωσαν και εν τέλει διέλυσαν το κίνημα των αγανακτισμένων. Εξάλλου για χρόνια δεν είχαμε καν ως κοινωνία πολιτών, ξεχωρίσει τι είναι σημαντικότερο. Πάντα το προσωπικό συμφέρον έμπαινε πάνω από το συλλογικό όφελος. Και βέβαια ο καθένας οχυρωμένος πίσω από τα τείχη της ιδεοληψίας του. Ονομάζαμε τις νευρώσεις ιδεολογίες. Τι ψήφιζε ο παππούς, ο πατέρας, ο γιος και πάει λέγοντας. Τώρα δεν μπορούμε να ερμηνεύσουμε με κανέναν παλαιό όρο, τον νέο κόσμο που δημιουργείται γύρω μας.
Συσσίτια, άνεργοι, χαράτσια της ΔΕΗ, ουρές σε εφορίες, αποβλακωμένοι μερικοί στο ροζ συννεφάκι, φορολογία ακόμη και στην ανάσα, οι εκλογές πιθανόν και να μην γίνουν, αλλά ο Έλληνας “έχει υπομονή”, σκύβει το κεφάλι. Η δημοκρατία ως νοοτροπία και ως αιτούμενο κινδυνεύει να θεωρείται “μπανάλ” και μη χρήσιμη, προκειμένου να διασωθούν τα νομίσματα. Ακόμη υπάρχουν άνθρωποι που σαν απάντηση σε όλα αυτά έχουν το “ε, και τι να κάνουμε;”. Αυτό είναι που με σκοτώνει. Δεν σκέφτονται, δεν θέλουν να σκεφτούν ή απλά δεν μπορούν να σκεφτούν; Κανονικά θα έπρεπε να κάναμε την πλατεία Ταχρίρ να φαντάζει υπαίθρια εκδήλωση πολιτιστικής ομάδας.
Γιατί όμως έχει επέλθει αυτή η κοινωνική παράλυση; Πέρα του χρόνιου ύπνου της πλειοψηφίας των πολιτών, μεγάλη ευθύνη έχει και η Αριστερά, η οποία ακόμη και τώρα αδυνατεί να εκμεταλλευτεί την ιστορική συγκυρία. Μήπως στην πραγματικότητα δεν θέλει; Μήπως η εποχή την έχει ξεπεράσει και δεν είναι σε θέση να ερμηνεύσει τις συνθήκες; Ακόμη και το χαρτί του δημοψηφίσματος το “έκαψε”. Μήπως στην πραγματικότητα η Αριστερά βολεύεται σ’ αυτή την κατάσταση και αποποιείται των ευθυνών της; Ίσως η έλλειψη προγράμματος κάνει τα αριστερά κόμματα να κυνηγάνε την ουρά τους. Να κερδίζουν απλά ψίχουλα για την πρόθεση ψήφου στις δημοσκοπήσεις. Το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ, παίζουν τον ρόλο του κομπάρσου. Λειτουργούν ως δεκανίκια του σάπιου αστικού συστήματος, αφού το μόνο που οργανώνουν καλά είναι η εκτόνωση του θυμού.
Στην αρχή έκανα λόγο για το κίνημα των πλατειών. Ένα ετερόκλητο σύνολο ανθρώπων, με διαφορετικές πολιτικές καταβολές, αλλά με δύναμη να πιέσουν κατά πολύ το σύστημα. Τι έλειψε; Η ενότητα. Η οργάνωση. Τι έβλαψε; Η μανία του καθενός να παραμείνει πίσω από τα χαρακώματα της εκάστοτε ιδεοληψίας και να μην ρίξει τα μούτρα του να ανοίξει και σε άλλους το “μαγαζάκι” του ή έστω να συνεργαστεί.
Έτσι, ελλείψει εναλλακτικής πρότασης, αλλά και με το καλούπωμα του αγώνα μέσα από τα συνδικάτα, η όποια ελπίδα για αλλαγή πολιτικής εξαερώθηκε. Το παραμύθι πως κάθε κόμμα υιοθετεί διαφορετικό πρόγραμμα, λόγω ιδεολογιών διαφορών, το πήρε ο νεοφιλελευθερισμός και το σήκωσε. Οι ψηφοφόροι που ακόμη ήλπιζαν στο ΠΑΣΟΚ και πως η ΝΔ είναι “πατριωτικό” κόμμα, πρέπει να ένιωσαν απίστευτα ηλίθιοι, αν δεν τους έχουν λοβοτομήσει εντελώς τα χρώματα του δικομματισμού.
Ο πολίτης είναι πλέον απομονωμένος. Δεν αναφέρεται πουθενά στο κάδρο. Είχε πιστέψει πως το σύστημα αυτό ήταν το ιδανικό παρά τα ελαττώματά του. Όμως αυτό το σύστημα είναι που τώρα εκμεταλλεύεται το οτιδήποτε για να επιβληθεί. Η καταναλωτική κουλτούρα και ο εθισμός στα αξιώματα, τις αυθεντίες και τους ηγέτες έχουν υπνωτίσει όσους θέλουν να ανατρέψουν την κατάσταση αλλά δεν ξέρουν το πως. Η μαχητικότητα των ανθρώπων στον αραβικό κόσμο απορρέει από την ενότητά τους. Κάτι που στην ελληνική περίπτωση απουσιάζει.
Όμως αφού δεν θα την γεννήσει η συνείδηση, θα την γεννήσει η ανάγκη. Πιστεύω πως η κοινωνία είναι σ’ ένα σταυροδρόμι όπου επιβάλλεται να επιλέξει αν θέλει να ζήσει ταπεινωμένη, πεινασμένη και παιχνιδάκι στα χέρια των επικυρίαρχων, ή αν θα θελήσει να εξεγερθεί, να πολεμήσει και να διεκδικήσει την ελευθερία της. Οι έμποροι της ελπίδας έχουν πεθάνει, ή καλύτερα φανέρωσαν τα απεχθή τους πρόσωπα. Ξεσκεπάστηκαν, αφήνοντας στην άκρη τα γλυκόλογα της δημοκρατίας. Τώρα είναι η σειρά μας, βρίσκοντας ελπίδα μέσα μας και γύρω μας.
Πηγή: RAMNOUSIA