ύπνο και στο ξύπνιο η Άγγελα και ο καλός της, ο κ. Σόιµπλε. Αυτός, µωρέ, που µας εκβιάζει και απειλεί µε την παραχώρηση της εθνικής µας κυριαρχίας. Δύο χρόνια τώρα δουλεύει ασταµάτητα η κίτρινη προπαγάνδα στη Γερµανία και όλοι µαζί, ως µία απίθανα παράφωνη χωρωδία, µας βρίζουν και µας τροµοκρατούν µε το χειρότερο τρόπο.
Αλλά και η µαφία των Βρυξελλών, µε τους τοκογλύφους, τις λέσχες και τα µεγάλα συγκροτήµατα, µήπως είναι αυτοί το 4ο Ράιχ και όχι η Γερµανία, όπως τόσο έντονα τον τελευταίο καιρό βρίσκεται στο στόµα των περισσοτέρων; Όλοι αυτοί, σε διατεταγµένη αποστολή διάλυσης της ευρωζώνης και αυτής ακόµη της Ευρώπης, όπως έχει µέχρι τώρα διαµορφωθεί, αρχής γενοµένης από την τροµερή επίθεση στην Ελλάδα, το προαιώνιο αγκάθι στο µάτι όλων αυτών των τοκογλύφων και λοιπών εγκληµατικών στοιχείων και ψυχοπαθών. Και γιατί η Γερµανία να µην είναι αυτή το 4ο Ράιχ; Μήπως θα µπορούσε να είναι θύτης αλλά και θύµα η σηµερινή Γερµανία και γιατί;
Μελετήσαµε το πρόβληµα της Γερµανίας, από µία «αθέατη» για τους πολλούς πλευρά και µαζέψαµε αδιάσειστα στοιχεία για την πραγµατική κατάσταση που επικρατεί εκεί. Στοιχεία τα οποία οι συµπατριώτες αυτής
της κυρίας µε αφάνταστα πολύ υλικό, ιστορικά έγγραφα, συνθήκες, συµφωνίες, νόµους, δικαστικές αποφάσεις, διεθνές δίκαιο κλπ., τεκµηριώνουν µε τον καλύτερο τρόπο τα αποτελέσµατα της έρευνάς τους. Ίσως όταν αυτά µαθευτούν και σε εµάς εδώ, αρχίσουν πλέον και οι ίδιοι οι επικεφαλής της χώρας αυτής ωµοί εκβιαστές, µαζί µε τους παρατρεχάµενους δικούς τους και τους εντός των συνόρων µας, αλλά και όλος ο τοκογλυφικός συρφετός των Βρυξελλών και όχι µόνο, να τρέχουν και να µη φθάνουν, να µην µπορούν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα, αφού η γνώση αυτών των στοιχείων θέλουµε να πιστεύουµε ότι θα συµβάλλει όχι µόνο στην καλύτερη συνειδητοποίηση της κατάστασης που
βιώνουµε εµείς οι Έλληνες και οι υπόλοιποι Ευρωπαϊκοί λαοί, αλλά κυρίως θα µας βοηθήσει στην καλύτερη κινητοποίησή µας, για να χτυπήσουµε το κακό στην πραγµατική του ρίζα. Και µετά να κάνουµε αυτής της κυρίας Μέρκελ, του περιβόητου υπουργού της, του κυρίου Σόιµπλε, αλλά και του διορισµένου «εκτελεστή» µας, του κυρίου Ράιχενµπαχ, κάποιες σχετικές ερωτήσεις, να δούµε τι θα µας απαντήσουν...
Αλλά και στη µαφία των Βρυξελλών να απευθυνθούµε, να δούµε από πού παίρνουν όλη αυτή την αυθάδεια και το θράσος γι’ αυτή την απίστευτα εγκληµατική τους συµπεριφορά προς τους λαούς της Ευρώπης και προς την Ελλάδα,κρύβοντας και κουκουλώνοντας επιβαρυντικά στοιχεία και γεγονότα, τα οποία έχουν εξαιρετική σηµασία στις σχέσεις µεταξύ των λαών της Ευρώπης, στις συνθήκες και συµβάσεις που παράνοµα υπογράφονται και χωρίς ενηµέρωση και επικύρωση από τους ίδιους τους λαούς. Κανονικά θα πρέπει όλοι να λογοδοτήσουν και να υποστούν τα νόµιµα από όλους όσους προσπαθούν µε κάθε τρόπο να µας φέρουν σε σκλαβιά και εξαθλίωση. Αλλά και πολλοί δικοί µας θα πρέπει τότε να καθίσουν στο σκαµνί για την ασυγχώρητη άγνοια ή συνειδητή συµµετοχή σε αυτό το κουκούλωµα, το οποίο σε τελική ανάλυση έχει καταστροφική επίδραση και στη δική µας πατρίδα, είτε είναι πολιτικοί εντός και στις Βρυξέλλες είτε και άλλοι...
Τι µπορεί, όµως, να υπάρχει πίσω από την ψευδοσιδερένια κουρτίνα αυτής της Γερµανίας που µε τόση «επιµέλεια» φροντίζουν όλες οι πλευρές να αποκρύπτουν;;; Που κάνει, όµως, τώρα κινήµατα πολιτών, καθηγητές, βουλευτές και άλλους να ερευνούν κάποιους σοβαρούς και πολύ βασικούς φακέλους, οι οποίοι αφορούν τη χώρα τους και το περιεχόµενο των οποίων αλλάζει τελείως το σκηνικό της νοµικής της υπόστασης, ως κυρίαρχου, ελεύθερου και ανεξάρτητου κράτους.
Ας ξεκινήσουµε κάνοντας µια σύντοµη ιστορική ανασκόπηση, γυρίζοντας πίσω στην εποχή που έληξε ο 2ος Παγκόσµιος Πόλεµος, ο πιο φρικτός από όλους τους µέχρι τότε πολέµους.
Αµέτρητα τα εκατοµµύρια των νεκρών, των τραυµατιών, των ξεριζωµένων, της φωτιάς και του σιδήρου, της ισοπέδωσης παντού. Αµέτρητος ο πόνος και ο όλεθρος, η οικονοµική καταστροφή για τους λαούς που είχαν εµπλακεί σε αυτόν, αλλά και της ίδιας της Γερµανίας. Άγνωστες στους πολλούς σηµαντικές σελίδες της ιστορίας της χώρας αυτής, ειδικότερα µετά το 2ο Παγκόσµιο Πόλεµο. Κυρίως, όµως, µετά το 1990. Σελίδες που στοιχειοθετούν και ολοκληρώνουν το ίσως πιο µεγάλο ψέµα των τελευταίων 100 χρόνων, όπως πλέον ανοιχτά γίνεται παραδεκτό από τους ίδιους τους γερµανούς καθηγητές και δυνατές πρωτοβουλίες πολιτών που αγωνίζονται και ενηµερώνουν γι’ αυτό που παίζεται, όχι µόνο εναντίον της χώρας τους και των ανθρώπων της αλλά και εναντίον µας και εναντίον πολλών άλλων λαών.
Μας ενηµερώνουν, λοιπόν και είναι πλέον κοινό µυστικό, ότι η Γερµανία, 67 χρόνια µετά την ήττα της στον 2ο Παγκόσµιο Πόλεµο, εξακολουθεί να βρίσκεται υπό ξένη κατοχή, µε παρουσία κατοχικών στρατιωτικών δυνάµεων στο έδαφός της, µε έλλειψη Συνθήκης Ειρήνης µε όλες τις χώρες που τότε βρέθηκε σε εµπόλεµη κατάσταση, µε µια προσωρινή κατάπαυση πυρός απέναντί τους, µε απουσία Συντάγµατος που θα είχε ψηφιστεί και επικυρωθεί από έναν ελεύθερο γερµανικό λαό χωρίς καµιά κρατική ή άλλη νοµική υπόσταση εντός των εδαφικών της ορίων...
Όµως, για λίγο είναι απαραίτητο να πάµε πίσω στο έτος 1919, για να καταλάβουµε καλύτερα τι συνέβη και µετά τη λήξη του 2ου Π.Π. αλλά και µετά το 1990 που είναι το θέµα µας και που µας ενδιαφέρει άµεσα.
Από την πρώην Αυτοκρατορία της Γερµανίας, η οποία βγήκε ηττηµένη από τον τότε 1ο Παγκόσµιο Πόλεµο, δηµιουργήθηκε φιλελεύθερη Συνταγµατική Κοινοβουλευτική Δηµοκρατία στις 11 Αυγούστου 1919, γνωστή ως Δηµοκρατία της Βαϊµάρης, µετά από ελεύθερες και δηµοκρατικές εκλογές και Σύνταγµα, γνωστό ως το Σύνταγµα του Γερµανικού Ράιχ, ως Σύνταγµα της Βαϊµάρης.
Το 1933, όταν ο Χίτλερ κέρδισε νόµιµα τις εκλογές και ανέβηκε στην εξουσία, δεν φάνηκε καθόλου διατεθειµένος να τηρήσει αυτό το Σύνταγµα της Βαϊµάρης όπως το παρέλαβε και έτσι άρχισε να εκδίδει νόµους τελείως αντίθετους και παράνοµους προς αυτό. Με αυτόν τον τρόπο, στη Ναζιστική Γερµανία είχε δηµιουργηθεί το τελείως παράδοξο να υπάρχει δηµοκρατικά εκλεγµένος καγκελάριος, ο οποίος, όµως, µε το να εκδίδει παράνοµους νόµους είχε καταργήσει και στην ουσία και στην πράξη αυτό το σύνταγµα της Βαϊµάρης, στο οποίο λίγο πριν είχε ορκιστεί ως καγκελάριος να σέβεται και να προστατεύει. Ιδιαίτερα µε το νόµο τον οποίο ο Χίτλερ συνέταξε στις 24 Μαρτίου 1933, που του επέτρεπε πλέον ναεπιβάλλει κατάσταση εκτάκτου ανάγκης κάτω από το µανδύα του αγώνα που έπρεπε να κηρύξει ενάντια στις επείγουσες ανάγκες του λαού και του κράτους (das Ermachtigungsgesetz - Gesetz zur Behebung der Not von Volk und Reich). Νόµος ο οποίοςστην πραγµατικότητα του άνοιγε πλέον το δρόµο της επιβολής δικτατορίας - του γνωστού 3ου Ράιχ - µε την απίστευτη τραγωδία που σκόρπισε και στη χώρα του και σε δεκάδες άλλες χώρες και εκατοµµύρια αθώα θύµατα. Να σηµειώσουµε δε ότι τους αντιδρούντες και αντίθετους προς αυτό το νόµο, που ο Χίτλερ φοβόταν ότι θα τον καταψήφιζαν, ή τους σκότωνε ή τους έριχνε στη φυλακή.
Φτάνουµε τώρα στο τέλος του 2ου Παγκοσµίου Πολέµου, στο 1945, µε τη Γερµανία να εξέρχεται και αυτή τη φορά ηττηµένη, ντροπιασµένη και κατεστραµµένη. Ο Χίτλερ, ο «νόµιµος» καγκελάριος, ή έχει αυτοκτονήσει ή έχει ήδη εγκαταλείψει τη χώρα.
Ο διορισµένος από τον ίδιο ως διάδοχός του και αρχηγός του κράτους ναύαρχος Donitz, αλλά και διορισµένος και ως αρχηγός της Wehrmacht, δεν µπορούσε να είναι αυτός ο οποίος θα υπέγραφε την παράδοση της ηττηµένης χώρας στους τέσσερις νικητές - συµµάχους: Η.Π.Α., Μ. Βρετανία, Γαλλία και Σοβιετική Ένωση, κατά το ισχύον Διεθνές Δίκαιο. Πρέπει να ξέρουµε ότι µετά την κατάρρευση του ναζιστικού καθεστώτος αυτόµατα είχε επανελθει σε ισχύ η κρατική υπόσταση της Δηµοκρατίας της Βαϊµάρης στα προ του πολέµου εδαφικά της όρια, όπως και το νόµιµο αυτής Σύνταγµα. Η παράδοση της ηττηµένης χώρας, η οποία έπρεπε κανονικά σύµφωνα µε το Διεθνές Δίκαιο να γίνει από νόµιµα εκλεγµένο αρχηγό τους κράτους και ο οποίος, όπως ήδη αναφέραµε, δεν υπήρχε πλέον, πραγµατοποιήθηκε αναγκαστικά από τους αρχηγούς των τριών Σωµάτων: Στρατού, Αεροπορίας και Ναυτικού (Friedburg, Keitel και Strumpf), οι οποίοι είναι αυτοί που υπέγραψαν την άνευ όρων παράδοση του στρατού και όχι του νόµιµα υπάρχοντος κράτους, το οποίο όπως είπαµε είχε επανέλθει σε ισχύ. Στις 8 Μαϊου 1945 διαλύθηκαν και παραδόθηκαν οι στρατιωτικές δυνάµεις. Δεν µπορούσε κατά το Διεθνές Δίκαιο να διαλυθεί ή να παραδοθεί το κράτος της Γερµανίας, του Deutsches Reich δηλαδή. Και είναι αυτό το νόµιµο κράτος, µε ολόκληρη την εδαφική του επικράτεια και µάλιστα αυτή του 1933/37, πάνω στο οποίο έγινε η “µοιρασιά” και το οποίο τέθηκευπό την κατοχή των συµµαχικών - νικητριών στρατιωτικών Δυνάµεων, µε κύρια νικήτρια τις Η.Π.Α. (SHAEF - Gesetz Nr.52, Art.1), (Deutschlandvertrag, BGBL, 1955 II S.301), γεγονός που έχει και επισήµως αναγνωρισθεί από ένα µεγάλο αριθµό κρατών, µεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Ότι δηλαδή οι Η.Π.Α. είναι η κύρια νικήτρια και κατοχική Δύναµη της Γερµανίας µετά την ήττα της στον 2ο Παγκόσµιο Πόλεµο.
Έτσι, την 1η Σεπτεµβρίου 1948, οι τέσσερις νικήτριες Δυνάµεις προέβησαν στη δηµιουργία ex nihilo - από το τίποτα - «παράνοµων προσωρινών διοικητικών οντοτήτων» ως εξής:
1. από τις τρεις Δυτικές συµµαχικές δυνάµεις, αυτή της Οµοσπονδιακής Δηµοκρατίας της Γερµανίας, BRD Bundesrepublik Deutschland (ή Δυτική Γερµανία), µε πρωτεύουσα τη Βόννη,
2. από τη Σοβιετική Ένωση, στη ζώνη η οποία είχε περιέλθει στη δικαιοδοσία της, αυτή της Λαϊκής Δηµοκρατίας της Γερµανίας, DDR Deutsche Demokratische Republik (ή Ανατολική Γερµανία), µε πρωτεύουσα το Ανατολικό Βερολίνο,
3. το υπόλοιπο της πόλης του Βερολίνου, υπό κατοχή και αυτό, ορίστηκε ως έδρα των συµµαχικών στρατιωτικών δυνάµεων µε ειδικό νοµικό καθεστώς,
4. η περιοχή της Ανατολικής Πρωσίας, η οποία τέθηκε υπό τη διαχείριση της Πολωνίας και
5. η περιοχή του Καλίνιγκραντ, η οποία ανατέθηκε στη Σοβιετική Ένωση.
Αυτές, βέβαια, οι πέντε οντότητες προϋπόθεταν από την αρχή ότι θα είχαν προσωρινή διάρκεια και θα καταλύονταν αυτόµατα τη στιγµή της υπογραφής της οριστικής συνθήκης ειρήνης, η οποία θα έπρεπε και να οριστικοποιήσει το τέλος του 2ου Π.Π. και των πολεµικών εχθροπραξιών. Να άρει, δηλαδή, την προσωρινή κατάπαυση πυρός και να αποκαταστήσει τη νοµική υπόσταση, κυριαρχία και κυριότητα της χώρας. Ακόµα, να δοθεί το δικαίωµα στο γερµανικό λαό να ψηφίσει ελεύθερα το καινούριο του σύνταγµα και να εκλέξει ελεύθερα την καινούρια του νόµιµη κυβέρνηση, σύµφωνα πλέον µε το νέο - κοινό για όλη την επικράτεια - Σύνταγµα. Όµως και αυτή καθεαυτή η κατάργηση, ο διαµελισµός και η κατοχή του κράτους της Γερµανίας, µε τον τρόπο που έγινε και τη δηµιουργία αυτών των προσωρινών διοικητικών οντοτήτων, αποτελεί µια πολύ περίεργη κατάσταση χωρίς ιστορικό και νοµικό προηγούµενο στο Διεθνές Δίκαιο, όπως ισχυρίζονται οι Γερµανοί ενεργοί πολίτες.
Στη συνέχεια και οι δύο Γερµανίες, η κάθε µια για λογαριασµό της, διεκδικούσαν το δικαίωµα του να είναι αυτή, η κάθε µία, η «πραγµατική Γερµανία», αν και καµιά δεν µπορούσε να είναι αυτή η νόµιµη «συνέχεια» του Deutsches Reich. Ούτε και ο εκάστοτε πρόεδρος ή καγκελάριος ή γραµµατέας του κόµµατος µπορούσαν να είναι οι «νόµιµοι» εκπρόσωποι του Deutsches Reich και να αποφασίζουν αυτοί για τη Γερµανία ως σύνολο, διότι αντιπροσώπευαν ο καθένας τους ένα από τα δύο µόνο διαφορετικά κοµµάτια και όχι τα υπόλοιπα της πολλαπλά διαµελισµένης επικράτειας. Επιπλέον, σε καµία χρονική περίοδο αυτές οι δύο προσωρινές οντότητες δεν υπήρξαν ανεξάρτητα και κυρίαρχα κατά το Διεθνές Δίκαιο κράτη, αφού είχαν τεθεί υπό ξένη κατοχή και διοίκηση µετά το 1945.
Στη Δυτική Γερµανία, προϊόν και δηµιούργηµα των Η.Π.Α., της Μ. Βρετανίας και της Γαλλίας, παραχωρήθηκε στις 23.5.1949 το «δικαίωµα» σε επιλεγµένη οµάδα πολιτικών και νοµικών προσώπων να δηµιουργήσουν ένα προσωρινό Βασικό Νόµο (das Grundgesetz) µε βάση το άρθρο 43 της Συνθήκης της Χάγης του 1907, ώστε να µπορεί να λειτουργήσει η γραφειοκρατία και η ασφάλεια του Γερµανού πολίτη στη στρατιωτικά κατεχόµενη επικράτεια και βέβαια ως «καπέλο» πάνω στο εκ νέου αποκατασταθέν Σύνταγµα της Βαϊµάρης, όπως πιο πάνω αναφέραµε. Ο Βασικός αυτός Νόµος έπρεπε να έχει προσωρινή διάρκεια και ισχύ µέχρι την ένωση των προσωρινών διοικητικών οντοτήτων, την υπογραφή της οριστικής Συνθήκης Ειρήνης αλλά και την σύνταξη Συντάγµατος, το οποίο θα είχε ως βάση του την ελεύθερη βούληση του γερµανικού λαού. Αυτό, βέβαια, σηµαίνει ότι οι σύµµαχοι, για λόγους καθαρά δικούς τους, αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν αλλά και να δεχτούν ότι η 8η Μαϊου 1945 δεν σήµαινε µε κανένα τρόπο ότι µπορούσαν οι ίδιοι να καταργήσουν το νόµιµο έθνος και το προϋπάρχον νόµιµο κράτος της Βαϊµάρης, αφού δεν προβλέπεται µια τέτοια κατάργηση µετά από στρατιωτική ήττα από το Διεθνές Δίκαιο, είτε παραδίδεται από µη εκλεγµένο αρχηγό κράτους ή και από αρχηγούς στρατιωτικών δυνάµεων. Έτσι, στη συγκεκριµένη περίπτωση θα πρέπει να τονιστεί ότι η στρατιωτική ηγεσία παρέδωσε στους νικητές χωρίς όρους τις στρατιωτικές δυνάµεις µόνο και όχι το κράτος Deutsches Reich το οποίο, αν και εκείνη τη στιγµή είχε αναβιώσει, δεν διέθετε όµως νόµιµη κυβέρνηση για να το εκπροσωπήσει. Άρα και αυτό, καθώς και το Σύνταγµα της Βαϊµάρης, θα παρέµεναν σε «προσωρινή αδράνεια», µέχρι δηλαδή τη σύναψη συνθήκης ειρήνης, την αυτόµατη κατάργηση των «προσωρινών» διοικητικών οντοτήτων µε την επανένωση όλων των ανηκόντων στην εδαφική επικράτεια κατά το 1933/37 τµηµάτων και τέλος τη σύνταξη του καινούριου Συντάγµατος.
Και αφού την 8η Μαϊου 1945, µε την κατάλυση του ναζιστικού καθεστώτος, ανασυστάθηκε de jure το προσωρινά διακοπέν Deutsches Reich και µάλιστα στα εδαφικά όρια του 1933/37 (βλ. SHAEF -Νόµος Αρ.52, Άρθρο VII Αρ.9, παρ.e, σεσυνδυασµό µε το 1ο Πρωτόκολλο του Λονδίνου της 12.9.1944), είναι πάνω σε αυτά βέβαια τα εδαφικά όρια που έγινε πλέον και η «µοιρασιά» των συµµάχων. Και εδώ θα έπρεπε να ερευνηθεί από το Διεθνές Δίκαιο το πώς είναι δυνατό οι κατακτητές να διαµελίζουν ένα κυρίαρχο κράτος, έστω και νικηµένο από πόλεµο και αυθαίρετα -ως τιµωρία (;)- δικά τους συµφέροντα (;) να δηµιουργούν και να επιβάλλουν «νέες» προσωρινές διαχειριστικές οντότητες, εκεί όπου ήδη προϋπάρχει νόµιµο κυρίαρχο κράτος - έθνος, µε νόµιµα ψηφισµένο Σύνταγµα, αυτό του 1919.
Επιπλέον, αν και ο Καταστατικός Χάρτης των Ηνωµένων Εθνών προβλέπει σύνταξη οριστικής Συνθήκης Ειρήνης µεταξύ όλων των εµπλεκόµενων µερών σε πολεµικές συρράξεις µέσα σε διάστηµα το πολύ 60 χρόνων, αυτό, όπως θα εξηγήσουµε πιο κάτω, δεν έχει ακόµα συµβεί. Ούτε και σύµφωνα µε αποφάσεις της Χάγης επιτρέπεται η στρατιωτική κατοχή µιας χώρας πάνω από 60 χρόνια. Όµως στη σηµερινή Γερµανία δεν έχει δοθεί ακόµα το δικαίωµα σύνταξης καινούριου Συντάγµατος, νόµιµα ψηφισµένου από τον γερµανικό λαό. Έτσι, τυπικά αλλά και ουσιαστικά, βρίσκεται σε ισχύ - έστω και σε αδράνεια - το τελευταίο νόµιµο Σύνταγµα της Βαϊµάρης του 1919, όπως και τα παλιά γεωγραφικά όρια της χώρας του 1937 και κατά άλλους ίσως και αυτά του 1933. Επιπλέον, για όσο διάστηµα δεν έχει ακόµη υπογραφεί οριστική Συνθήκης Ειρήνης µε τις τέσσερις νικητήριες συµµαχικές δυνάµεις αλλά και µε όλους τους τότε πολεµικούς της αντιπάλους, η Γερµανία εξακολουθεί να βρίσκεται σε εµπόλεµη κατάσταση σύµφωνα µε τα άρθρα 53, παρ.2 και άρθρο 107 του Χάρτη των Ηνωµένων Εθνών, αλλά και σε προσωρινή κατάπαυση πυρός µε 51 χώρες, συµπεριλαµβανοµένης φυσικά και της Ελλάδας.
Έτσι ερχόµαστε στο έτος 1990, οπότε ανοίγουν τα σύνορα µεταξύ των δύο Γερµανιών, δηλαδή των δύο «προσωρινών» διοικητικών οντοτήτων, οι οποίες αυτόµατα εκείνη τη στιγµή καταργούνται µε την µέχρι τότε µορφή τους. Το ίδιο και ο Βασικός Νόµος (ο Grundgesetz), ο οποίος από εκείνη τη στιγµή παύει να έχει νοµική ισχύ, κλείνοντας έτσι τον κύκλο της εφαρµογής του στην µέχρι τότε στρατιωτικά κατεχόµενη Οµοσπονδιακή Δηµοκρατία της Γερµανίας από την ηµέρα της σύνταξής του, την 23.5.1949, µέχρι τις 17.7.1990.
Συγκεκριµένα, το άρθρο 146 του Βασικού Νόµου αποτέλεσε άρθρο - κλειδί στα ανθρώπινα δικαιώµατα του γερµανικού λαού, αφού τονίζει την εδαφική επικράτεια για την οποία προορίζεται αλλά και ιδιαίτερα τον εντελώς προσωρινό χαρακτήρα του νόµου αυτού, ο οποίος χάνει την ισχύ του την ηµέρα που θα συνταχτεί και θα µπει σε ισχύ Σύνταγµα, το οποίο θα επικυρωθεί από την ελεύθερη βούληση του Γερµανικού λαού. Φέρει δε την υπογραφή του Dr. Konrad Adenauer, προέδρου της τότε Βουλής. Όµως, όπως θα δούµε, παραβιάστηκε το νόηµά του, αφού µετά το 1990 αφενός επέκτειναν την ισχύ του και στη Ανατολική Γερµανία, αλλά και δεν στάθηκε δυνατή η σύνταξη καινούριου Συντάγµατος. Και πώς άλλωστε θα µπορούσε να γίνει κάτι τέτοιο, αφού δεν έχει ολοκληρωθεί η Ένωση στα όρια της επικράτειας του 1937, ώστε η σύνταξή του να µπορεί να γίνει στο όνοµα ολόκληρου του λαού και για ολόκληρο το γερµανικό λαό. Να αναφέρουµε εδώ και τον βραβευµένο µε Νόµπελ Γερµανό συγγραφέα Gunter Grass, ο οποίος στο βιβλίο του «Ερωτήσεις για τη Γερµανική Ενοποίηση» µας λέει ότι, όπως και πριν την Ένωση, πρέπει να φωνάξουµε ότι δεν τηρήθηκε το άρθρο - κλειδί αρ. 146 του παλιού Βασικού Νόµου, που διέτασσε ότι στην περίπτωση της γερµανικής ενοποίησης έπρεπε να υποβληθεί στο γερµανικό λαό ένα καινούριο Σύνταγµα. Ο συγγραφέας πιστεύει ότι και όλοι οι πολίτες συµµετέχουν στο πολύ µεγάλο και δύσκολα επανορθούµενο κακό που προκαλείται, αν συνεχίσουν να ζουν µε αυτή την κατάφωρη παραβίαση του Συνταγµατος. Ως επακόλουθο αυτής της κατάργησης, λοιπόν, θα έπρεπε κανονικά και ουσιαστικά να επανέλθει σε ισχύ το µέχρι τότε ευρισκόµενο σε αδράνεια Σύνταγµα της Βαϊµάρης του 1919 και βέβαια να επέλθει ολοκληρωµένη επανένωση της συνολικής νόµιµης εδαφικής επικράτειας του 1933/37.
Η Συµφωνία όµως της Ένωσης των δύο «πρώην» διοικητικών οντοτήτων, η οποία υπεγράφη στις 31.8.1990 (BGBI. Μέρος 1ο, σελ.890), είναι συνταγµατικά άκυρη. Δεν ήταν νοµικά δυνατό να προσχωρήσουν σε συνένωση τα κρατίδια της πρώην Λαϊκής Δηµοκρατίας της Γερµανίας µε την Οµοσπονδιακή Δηµοκρατία της Γερµανίας, όταν και αυτή είχε ήδη πάψει να υπάρχει, όπως είδαµε, από την 17.7.1990. Ούτε ήταν νόµιµο να επεκταθεί ο Βασικός Νόµος και στην πρώην Λαϊκή Δηµοκρατία, γιατί η δηµιουργία - επιβολή του ήταν από την αρχή περιορισµένη αποκλειστικά και µόνο στην υπό στρατιωτική κατοχή προσωρινή διοικητική οντότητα της Οµοσπονδιακής Δηµοκρατίας της Γερµανίας, όπως αυτό επιβάλλει η Συνθήκη της Χάγης του 1910 για ανάλογες περιπτώσεις. Άρα, σήµερα, η εδαφική επικράτεια της πρώην Λαϊκής Δηµοκρατίας της Γερµανίας δεν µπορεί να αποτελεί τµήµα της σηµερινής Οµοσπονδιακής Δηµοκρατίας. Το ίδιο συµβαίνει και µε το Βερολίνο, το οποίο και αυτό δεν ήταν δυνατό να συγχωνευθεί µαζί της, γιατί, όπως έχουµε ήδη πει, είχε ένα διαφορετικό καεστώς, ως έδρα των συµµαχικών δυνάµεων, εκτός βέβαια από το ανατολικό του τµήµα το οποίο υπήρξε και η πρωτεύουσα της Λαϊκής Δηµοκρατίας της Γερµανίας. Άρα δεν δύναται νοµικά και αυτό να αποτελεί µέρος της Οµοσπονδιακής Δηµοκρατίας της Γερµανίας και βέβαια δεν νοµιµοποιείται καν να είναι η πρωτεύουσα της «ανύπαρκτης» ενωµένης Γερµανίας, αφού ευρίσκεται εκτός και αυτής της επικράτειάς της. Ούτε είναι δυνατό να αφεθούν εκτός της «επανένωσης» τµήµατα τα οποία είχαν ανατεθεί στην Πολωνική ή Ρωσική Κυβέρνηση µε συµφωνία προσωρινής διαχείρισης.
Κατά τη διάρκεια των 2+4 συνοµιλιών για την «Ένωση», που έλαβαν χώρα στο Παρίσι στις 17.7.1990, ο υπουργός των εξωτερικών των Η.Π.Α., o James Baker, ενηµέρωσε τον υπουργό εξωτερικών της Οµοσπονδιακής Δηµοκρατίας της Γερµανίας Hans Dietrich Genscher, παρουσία και των υπολοίπων υπουργών των εξωτερικών Markus Meckel και Krzyzstof Skubiszewski, ότι το άρθρο 23 του Βασικού Νόµου παύει από την επόµενη µέρα να ισχύει. Δηλαδή καταργήθηκε το άρθρο που ορίζει τον περιορισµό της ισχύος του Βασικού Νόµου στα εδάφη της Οµοσπονδιακής Δηµοκρατίας της Γερµανίας. Παρόλα αυτά, όµως, τον περιέλαβαν στη Συµφωνία της «Ένωσης» (γιατί έτσι την παρουσίασαν) µε αλλαγές σε έξι σηµεία και µε µία καινούρια εισαγωγή στην οποία αναφερόταν η επέκταση της ισχύος του Βασικού Νόµου στα εδάφη της Λαϊκής Δηµοκρατίας της Γερµανίας και του κρατιδίου του Βερολίνου. Μια τέτοια εισαγωγή, όµως, δεν µπορεί ποτέ να είναι νόµος, ούτε και να έχει την ισχύ νόµου και τέλος ούτε να αντικαθιστά άρθρα του Βασικού Νόµου.
Την ίδια µέρα ο Genscher και ο Meckel ενέδωσαν στις πολωνικές απαιτήσεις να µην περιληφθεί στο µελλοντικό Σύνταγµα αναφορά στη γερµανική ενοποίηση, µε στόχο να εξαλειφθούν όλες οι πιθανές διεκδικήσεις εδαφών που εξακολουθούν να ευρίσκονται στην νόµιµη ακόµη επικράτεια του Deutsches Reich και βρίσκονται, όπως είπαµε, εντός των σηµερινών συνόρων της Πολωνίας και Ρωσίας (Πρωσία και Καλίνιγκραντ). Η Συµφωνία αυτή επικυρώθηκε µόνο από την Οµοσπονδιακή Δηµοκρατία της Γερµανίας, όχι όµως και από τους νικητές, γιατί ο Βασικός Νόµος είχε αρχικά συνταχτεί και επιβληθεί µόνο στο δυτικό τµήµα της Γερµανίας. Επιπλέον, δεν θα µπορούσε πια να είναι σε ισχύ, αφού σύµφωνα µε το άρθρο 146 παύει να ισχύει από τη στιγµή της επανένωσης του κράτους της Γερµανίας.
Να σηµειώσουµε εδώ ότι το 1990 ο Hans Dietrich Genscher, εν γνώσει του και χωρίς να νοµιµοποιείται, δέχτηκε ως συνοριακό όριο µε την Πολωνία τη γραµµή των ποταµών Oder - Neisse, παραιτούµενος έτσι του δικαιώµατος να συµπεριληφθούν στη διαδικασία της «Ένωσης» και οι ανατολικές περιοχές οι οποίες ανήκουν µέσα στα επισήµως αναγνωρισµένα εδαφικά όρια του Deutsches Reich. Και το ερώτηµα το οποίο θέτουν οι γερµανοί µελετητές και ενεργοί πολίτες είναι κατά πόσο ο Genscher, αλλά και ο τότε καγκελάριος Helmut Kohl, µπορούσαν να υπογράψουν τέτοιες συµφωνίες στο όνοµα του γερµανικού λαού, αφού εκείνη την εποχή, µε την κατάργηση της προσωρινότητας της Οµοσπονδιακής Δηµοκρατίας, είχε αυτόµατα παύσει και η νοµιµοποίηση του δικού τους ρόλου ως πρωθυπουργού και ως υπουργού εξωτερικών της κυβέρνησης της Οµοσπονδιακής Δηµοκρατίας της Γερµανίας, η οποία ως προσωρινή διοικητική οντότητα είχε παύσει να υπάρχει ήδη από τη 17.7.1990.
Σε σχέση µε τα παραπάνω, ο ίδιος ο Hans - Dietrich Genscher στο βιβλίο του «Αναµνήσεις» (Erinnerungen Siedler, Berlin 1995, S. 846) θυµάται τις µέρες του 1989 /1990 και τις συζητήσεις που είχαν µε τους τέσσερις Συµµάχους σχετικά µε την καινούρια κατάσταση που είχε πλέον δηµιουργηθεί στη Γερµανία. Αν και το κλίµα δεν ήταν και τόσο ευχάριστο, ωστόσο κατάφερε να διαλύσει τις ανησυχίες τους και να πάρει τη συγκατάθεσή τους. Αυτό προϋπόθετε, βέβαια, ότι τους έπεισε ότι η κυβέρνηση της Οµοσπονδιακής Δηµοκρατίας της Γερµανίας συµφωνεί µαζί τους και µοιράζεται αυτές τους τις ανησυχίες, όµως θα έπρεπε να είναι βέβαιοι ότι καµιά Συνθήκη Ειρήνης ή κάτι άλλο ανάλογο δεν ήταν µέσα στις δικές τους προβλέψεις. Στα Πρακτικά, ο προεδρεύων της συνεδρίας Γάλλος Υπουργός των Εξωτερικών διαπίστωσε συναίνεση και έτσι, λοιπόν, έγινε τρόπον τινά παραίτηση µελλοντικού δικαιώµατος διεκδίκησης συνθήκης ειρήνης, µε βάση αυτά που έχουν συµφωνηθεί στη Συνθήκη του Potsdam αλλά και σε αυτές των Παρισίων, τις οποίες είχε συνάψει η «παλαιά» Οµοσπονδιακή Δηµοκρατία της Γερµανίας µε τους τρεις Δυτικούς Συµµάχους. Τοιουτοτρόπως το θέµα της Συνθήκης Ειρήνης είχε πλέον διαγραφεί οριστικά. Αυτό βέβαια, συνεχίζει ο Genscher, σήµαινε ότι τους έφυγε ένα µεγάλο βάρος από τους ώµους, µια και η ανησυχία τους για τυχόν διεκδικήσεις µελλοντικών αποζηµιώσεων θα µπορούσαν να είναι απρόβλεπτες, σε περίπτωση προηγούµενης υπογραφής της. Και έτσι επισφραγίστηκε αυτό που είχε καταφέρει να περάσει ο Dieter Kastrup (Γερµανός νοµικός και διπλωµάτης, Γενικός Γραµµατέας στο Υπουργείο των Εξωτερικών, πηγή Wikipedia), ο οποίος διηύθυνε το 1990 την αποστολή της Ο.Δ.Γ. στις συζητήσεις για την υπογραφή της Συµφωνίας 2+4.
Βλέπουµε, λοιπόν, ότι είχε φτάσει πλέον η ιστορική στιγµή για να υπογραφεί η µε τόση αγωνία αναµενόµενη Συνθήκη Ειρήνης και να δοθεί επιτέλους και το δικαίωµα στο γερµανικό λαό να αποφασίσει ελεύθερα για το καινούριο του Σύνταγµα. Να επανακτήσει τα κυριαρχικά και εδαφικά του δικαιώµατα αλλά και την πραγµατική του ελευθερία. Όµως η ευκαιρία αυτή δυστυχώς χάθηκε και η οριστική Συνθήκη Ειρήνης ούτε τότε αλλά ούτε και µέχρι τη σηµερινή ηµέρα δεν έχει ακόµη υπογραφεί. Είναι, όµως, η απαραίτητη προϋπόθεση της άρσης της εµπόλεµης κατάστασης στην οποία βρίσκεται ακόµη η Γερµανία µε όλους τους αντιπάλους της κατά τον 2ο Παγκόσµιο Πόλεµο και της ως εκ τούτου προσωρινής κατάπαυσης πυρός µε όλους αυτούς µε τους οποίους είχε βρεθεί τότε σε πολεµική σύρραξη. Και όπως έχει καθοριστεί ακόµη και από το Γερµανικό «Συνταγµατικό Δικαστήριο» της Καρλσρούης στις 31.7.1973 και όχι το µόνο, που µε τις αποφάσεις τους επιβεβαιώνουν τη συνέχιση της ύπαρξης του Deutsches Reich (αποφάσεις 2BvL6/ff, 2Bvf1/73, 2BvR373/83).
Αλλά εδώ έχει επίσης παραβιαστεί και το άρθρο 3 της Χάρτας του Ατλαντικού του 1941 το οποίο εγγυάται τα δικαιώµατα των λαών να αποφασίζουν ελεύθερα τη µορφή του πολιτεύµατος κάτω από το οποίο θέλουν να ζουν, όπως και την επιστροφή του δικαιώµατος της ανεξαρτησίας και αυτοδιοίκησής τους, όταν αυτά τα έχουν µε βίαιο τρόπο αποστερηθεί. Και όπως ανέφερε µεταξύ άλλων και ο καθηγητής Dr. Carlo Schmidt σε µια ιστορική του οµιλία την 8.9.1948, το «Σύνταγµα είναι η γενική απόφαση ενός ελεύθερου λαού, για το είδος και το περιεχόµενο της πολιτικής του ύπαρξης». Αποτελεί δε την ορθή βάση ενός κράτους που καθορίζει τα δικαιώµατα του ατόµου, τα όρια της κρατικής εξουσίας και είναι η νοµική µορφή της αυτοπραγµάτωσης της ελευθερίας ενός λαού που έχει σαν νόµο ζωής το πάθος για τη δηµοκρατία. Την Οµοσπονδιακή Δηµοκρατία της Γερµανίας την έβλεπε ως ένα «κοµµάτι µόνο του Κράτους» και ο Βασικός Νόµος έπρεπε να αντιµετωπιστεί ως προσωρινή πραγµατικότητα και όχι ως Σύνταγµα. Όσο για τους θεωρούµενους ως πρωτεργάτες Γερµανούς ειδικούς, µας λέει ότι σε αυτούς δεν επετράπη τίποτα παραπάνω από το να βάλουν το κόµµα και την τελεία. Όλο το κείµενο τους επεβλήθη από τους συµµάχους, αφού δεν υπήρχε κυρίαρχος λαός στη στρατιωτικά κατεχόµενη πλέον χώρα, ο οποίος µε ελεύθερη βούληση θα αποφάσιζε για την τύχη του µε ένα νέο Σύνταγµα. Και αυτό το Σύνταγµα θα αποτελούσε την οριστική απόφαση του Γερµανικού λαού ως προς τη µελλοντική κρατική του υπόσταση. Αυτό βέβαια προϋπόθετε και προϋποθέτει την προηγούµενη «απελευθέρωσή» του τόσο από εξωτερικούς (δηλ. τους κατακτητές) όσο και από εσωτερικούς παράγοντες. Και εδώ, ως προς τους τελευταίους, εννοείται η δικτατορία των κοµµάτων που έχει επιβληθεί στη χώρα, µε την επέκτασή της σε ολόκληρη την Ευρώπη, µε βασικό κέντρο τις Βρυξέλλες και την τραπεζική µαφία, που
παίρνει στα χέρια της τις τύχες όλης της ηπείρου.
Εκείνη, λοιπόν, τη στιγµή της κατάργησης αυτών των δύο προσωρινών οντοτήτων αλλά και της παύσης ισχύος της µέχρι τότε «νόµιµης» πολιτικής εξουσίας, επακόλουθο και της ακύρωσης του άρθρου 23 του Βασικού Νόµου που, όπως ήδη αναφέραµε, είχε περιορισµένη εφαρµογή στη Δυτική µόνο Γερµανία, όλες οι συµφωνίες και συνθήκες οι οποίες έχουν υπογραφεί µετά την ηµεροµηνία αυτή είναι άκυρες, ακόµα και αυτή η Συµφωνία της «Ένωσης» των δύο Γερµανιών, γιατί στο Διεθνές Δίκαιο και τη Συµφωνία της Βιέννης, τη σχετική µε το Δίκαιο των Συµβάσεων της 23.5.1969, η οποία είχε επικυρωθεί και από την Οµοσπονδιακή Δηµοκρατία της Γερµανίας στις 20.8.1987, αναφέρεται το άκυρο των Συµβάσεων, όταν αυτές συντάσσονται ενάντια στα δικαιώµατα των λαών και από µη νοµιµοποιηµένους γι’ αυτό από το λαό πολιτικούς να τον εκπροσωπήσουν. Έτσι, σύµφωνα µε νοµικούς κύκλους και κινήµατα πολιτών, εντελώς παράνοµα συνεχίζει η Γερµανία να χρησιµοποιεί το πάλαι ποτέ προσωρινό όνοµα του Δυτικού Τµήµατος (δηλ. Οµοσπονδιακή Δηµοκρατία της Γερµανίας) και µε το «έτσι θέλω» να το επιβάλλει χωρίς να ρωτήσει κανέναν και στην πρώην Λαϊκή Δηµοκρατία της Γερµανίας και το Βερολίνο, καθώς και τον προσωρινό Grundgesetz και εν γνώσει ότι έχει πλέον προ πολλού κλείσει ο κύκλος της προσωρινότητάς τους. Και κάθε άλλη δε συνέχιση ή χρησιµοποίηση των ονοµάτων τους δεν είναι νόµιµη και προϋποθέτει ότι θα έπρεπε να έχουν ακολουθηθεί τα νοµικά βήµατα που έχουµε προαναφέρει.
Και πώς θα µπορούσε ίσως να είναι και διαφορετική η λύση που δόθηκε τότε, όταν η «ειρηνική επανάσταση» της Λαϊκής Δηµοκρατίας της Γερµανίας µε το στόχο της ένωσής της µε την Οµοσπονδιακή Δηµοκρατία της Γερµανίας είχε αντιµετωπιστεί µε δυσπιστία, σκεπτικισµό, ανασφάλεια και ανησυχία από τους γείτονές της ως προς τη διαµόρφωση πλέον µιας καινούριας πολιτικής κατάστασης στο κέντρο της Ευρώπης...
Έτσι έχουµε τον Francois Mitterand να καλεί στις 14 Νοεµβρίου 1989 σε σύνοδο κορυφής τους προέδρους και πρωθυπουργούς των τότε 12 κρατών της Ε.Ε. για να συζητήσουν τις πρόσφατες εξελίξεις στην Ευρώπη, αλλά και για να διεκδικήσουν και κάποιο σχετικό έλεγχο στην όλη αυτή κατάσταση που πλέον είχε δηµιουργηθεί. Λίγες µέρες αργότερα, στις 28 Νοεµβρίου 1989, ο ίδιος ο Mitterand δήλωνε σε Γάλλους δηµοσιογράφους (και αφού είχε ήδη ακούσει το σχετικό µε την «ένωση» σχέδιο του Helmut Kohl) ότι θεωρούσε ως απίθανο γεγονός µια γερµανική νοµική και πολιτική ένωση.
Ακόµα και ο ίδιος τότε Υπουργός Εξωτερικών της Οµοσπονδιακής Δηµοκρατίας της Γερµανίας Hans Dietrich Genscher έφτασε να δηλώνει ότι µια ενωµένη Γερµανία, ως ανεξάρτητη και µη ελεγχόµενη δύναµη, θα ήταν ανυπόφορη για την Ευρώπη. Με τον δε επί πολλά χρόνια έµπιστο του Γάλλου Προέδρου Regis Depray να απειλεί κιόλας µε αναβίωση της γαλλο-ρωσικής συµµαχίας σε περίπτωση που µια ενωµένη και πάλι Γερµανία θα αποκτούσε κυρίαρχο ρόλο, τέτοιον ο οποίος θα µπορούσε για µια ακόµη φορά να διαταράξει την ειρήνη και την ασφάλεια στην Ευρώπη.
Η πρωθυπουργός της Μ. Βρετανίας Margaret Thatcher, αντίθετα, έβλεπε ως κίνδυνο την οικονοµική δύναµη της Γερµανίας που θα µπορούσε να ισχυροποιηθεί περαιτέρω ως αποτέλεσµα της ένωσης και δεν επιθυµούσε την επιτάχυνση της απαραίτητης τυπικής διαδικασίας προς το σκοπό αυτό. Αλλά και ο Ιταλός Πρόεδρος Giulio Andreotti πίστευε ότι η ένωση των δύο Γερµανιών δεν ήταν επίκαιρη και θα ερχόταν σε λάθος στιγµή.
Αντίθετα, στις Η.Π.Α. το κλίµα ήταν τελείως θετικό και χαιρετίστηκε ως επιτυχία και εκπλήρωση - δικαίωση της µακράς πολιτικής των δυτικών. Ο δε πρόεδρος Bush και ο υπουργός των εξωτερικών Baker υποστήριξαν την ένωση στα πλαίσια της καλυτέρευσης των αµερικανο-σοβιετικών χέσεων. Επιπλέον, η ένωση αυτή των δύο Γερµανιών θα έπρεπε να γίνει µέσα στα πλαίσια θεσµών όπως το ΝΑΤΟ και η Ε.Ε. και να ληφθούν σοβαρά υπ’ όψιν τα δικαιώµατα και οι ευθύνες των τεσσάρων νικητριών συµµαχικών δυνάµεων, ώστε να εξαλειφθεί και ο φόβος µια πιθανής ουδέτερης Γερµανίας. Αυτό ήταν θέµα το οποίο απασχολούσε σοβαρά και τον Mitterand. Έτσι, απόλυτη προτεραιότητα θα έπρεπε οπωσδήποτε να δοθεί στην ευρωπαϊκή ενσωµάτωση της ενωµένης Γερµανίας. Ο Helmut Kohl, λοιπόν, συµφώνησε και ενέδωσε στις µεγάλες πιέσεις των Παρισίων για την Ευρωπαϊκή Ένωση και το κοινό ευρωπαϊκό νόµισµα, τα οποία ετέθησαν από την αρχή ως απόλυτη προϋπόθεση για την περαιτέρω ολοκλήρωση της διαδικασίας.
Αυτά τα δύο πολύ βασικά σηµεία συµφωνήθηκαν αργότερα στη Συνθήκη του Maastricht, η οποία υπογράφηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1992, µε βασικούς συντελεστές τη Γερµανία και τη Γαλλία, της οποίας Γαλλίας η συγκατάθεση διευκόλυνε πλέον τα µέγιστα στην «επανένωση» της Γερµανίας.
Όµως, στη Μ. Βρετανία η Margaret Thatcher εξακολουθούσε να είναι σκεπτική µε την “επανένωση” και όχι µόνο κρατούσε σοβαρές αποστάσεις, αλλά πίστευε ότι η σύνδεση της Γερµανίας στα πλαίσια της Συνθήκης του Maastricht θα µπορούσε να αποδειχθεί το εργαλείο το οποίο θα οδηγούσε την ενωµένη πλέον χώρα να επιδιώξει να κυριαρχήσει µια µέρα και πάλι στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο.
Αλλά και ο τότε υπουργός εξωτερικών της Σοβιετικής Ένωσης Schewardnadse ήταν της γνώµης ότι δεν θα υπήρχε χώρα στην Ευρώπη η οποία δεν θα αντιλαµβανόταν την επανένωση της Γερµανίας σαν κίνδυνο στη σταθερότητα που είχε επιτευχθεί στα µεταπολεµικά χρόνια που ακολούθησαν µετά το 1945.
Όµως τα γεγονότα έτρεχαν: η κατάσταση στη Σοβιετική Ένωση ήταν εξαιρετικά κρίσιµη, καθώς 60 έως 100 εκατοµµύρια πολίτες ζούσαν είτε στα όρια της φτώχιας είτε ακόµη πιο κάτω. Η ατµόσφαιρα στο στρατό και τα σώµατα ασφαλείας είχε επικίνδυνα χειροτερεύσει, τόσο που µέσα στα τόσα τραγικά προβλήµατα της χώρας η «επανένωση» της Γερµανίας θα ήταν απλά µια είδηση στα ψιλά γράµµατα των εφηµερίδων, όπως άλλωστε υποστήριζε και ο ίδιος ο Gorbatschow.
Και βέβαια στη Δύση κάποιοι έτριβαν κιόλας τα χέρια τους για το φαγοπότι που έβλεπαν πλέον στον ορίζοντα από την επερχόµενη κατάρρευση της Λαϊκής Δηµοκρατίας της Γερµανίας, αφού το καθεστώς αδυνατούσε πλέον να επιβληθεί στην όλο και αυξανόµενη δυσαρέσκεια των πολιτών. Αλλά και η σωτηρία του θα µπορούσε να επιτευχθεί µόνο µε µια στρατιωτική παρέµβαση εκ µέρους της Σοβιετικής Ένωσης, η οποία αν αποτύγχανε, θα σήµαινε και την απώλεια της Πολωνίας, της Ουγγαρίας, της Τσεχοσλοβακίας, πράγµα που δεν ήθελε µε κανένα τρόπο να διακινδυνεύσει ο Gorbatschow.
Μέσα σε αυτό το εκρηκτικό κλίµα, λοιπόν, ξεκίνησαν οι διαδικασίες της «επανένωσης» της Γερµανίας. Ο Gorbatschow, από τη µεριά του, έδωσε εντολή στο Πανεπιστήµιο της Μόσχας να ετοιµάσει ένα χρονικό πλαίσιο σχετικά µε την επιστροφή των γερµανικών εδαφών που βρίσκονταν κάτω από την «προσωρινή» διοίκηση και διαχείριση της Πολωνίας και Ρωσίας. Όµως, προς µεγάλη του έκπληξη, η γερµανική πλευρά, καταπατώντας όλα τα ανθρώπινα δικαιώµατα, επέµεινε να παραµείνουν ως έχουν τα σύνορα µε την Πολωνία, τα οποία είχαν οριστεί µετά τον πόλεµο κατά τη διαδικασία του διαµελισµού της ηττηµένης Γερµανίας από τους νικητές - συµµάχους. Ο δε Kohl και ο Genscher, στη συνέχεια, παραπλάνησαν το λαό τους ανακοινώνοντας ότι αυτό υπήρξε σοβιετικός όρος και απαίτηση για την πραγµατοποίηση της «επανένωσης»! Όπως αυτοί, βέβαια, ψευδώς την παρουσίασαν…
Και εδώ, κατά τους ερευνητές και τα κινήµατα πολιτών, ξεκινάει το έτος 1990 η εποχή του Μεγάλου Ψέµατος, της Μεγάλης Απάτης που έχει συντελεστεί πρωταρχικά σε βάρος του γερµανικού λαού και σε επέκταση σε βάρος και των άλλων κρατών της Ευρώπης και όχι µόνο.
Με λίγα λόγια, το 1990 έπρεπε:
• να αποκατασταθεί η κυριαρχική δοµή της Γερµανίας
• να αποκτήσει τη ελευθερία και την ανεξαρτησία της η χώρα
• να έχουν περατώσει όλοι οι σύµµαχοι την µετά τον πόλεµο κατοχή της
• να συνταχθεί και να επικυρωθεί το καινούριο Σύνταγµα µε ίδρυση πραγµατικού Συνταγµατικού Δικαστηρίου. Αυτό που ονοµάζεται έτσι και βρίσκεται στην Καρλσρούη είναι µια «αυταπάτη», αφού δεν υπάρχει παρά µόνο ο Βασικός νόµος που έχει επιβληθεί από τους κατακτητές, µε προσωρινή διάρκεια εφαρµογής και καµία επικύρωση απο το γερµανικό λαό, ως όφειλε να είχε γίνει.
Όµως αντί αυτού εξακολουθούν να παραµένουν στο γερµανικό έδαφος 250.000 Αµερικανοί στρατιώτες, π.χ. στη Φρανκφούρτη, στο Ράµµσταϊν, µε ό,τι αυτό σηµαίνει, δηλαδή την κανονική και παράνοµη συνέχιση της στρατιωτικής κατοχής της χώρας και µάλιστα µε τη χρηµατική επιβάρυνση των ίδιων των Γερµανών! Το κυριότερο όµως είναι ότι και µετά το 1990 εξακολουθεί να είναι απαγορευτικό στο γερµανικό λαό το αυτονόητο δικαίωµα να αποκτήσει µε ελεύθερη βούληση το δικό του Καταστατικό Χάρτη.
Αλλά φαίνεται ότι πολλά είχαν προγραµµατιστεί και σχεδιαστεί πολύ πριν σε βάρος του γερµανικού λαού και των δικαιωµάτων του, αφού ο ίδιος ο Winston Churchill, σε ραδιοφωνική εκποµπή στις 3.9.1939, είχε τονίσει ότι «Αυτός ο πόλεµος είναι ο πόλεµος της Αγγλίας. Ο στόχος του είναι η καταστροφή της Γερµανίας...Εµπρός στρατιώτες του Χριστού!». Κι ακόµη:«Πρέπει να τους είναι ξεκάθαρο ότι αυτός ο πόλεµος δεν είναι ενάντια στον Χίτλερ ή τον Εθνοσοσιαλισµό αλλά στη δύναµη του γερµανικού λαού την οποία θα πρέπει να κατακοµµατιάσουµε, αδιάφορο αν βρίσκεται στα χέρια του Χίτλερ ή κάποιου Ισουίτη παπά».
Ακόµα, ο James Baker, πρώην υπουργός εξωτερικών των Η.Π.Α., σε συνέντευξή του προς το περιοδικό der Spiegel (τ. 13, 1992), είχε αναφέρει τα εξής: «Φτιάξαµε από τον Χίτλερ ένα τέρας, ένα διάβολο. Γι’ αυτό δεν µπορούµε να αποµακρυνθούµε από αυτό µετά τον πόλεµο. Κινήσαµε τις µάζες εναντίον προσωπικά σε αυτόν τον διάβολο, άρα µετά τον πόλεµο είµαστε υποχρεωµένοι να συνεχίσουµε να παίζουµε αυτό το διαβολικό σενάριο. Θα µας ήταν αδύνατο να πείσουµε τους ανθρώπους µας ότι ο πόλεµος ήταν µόνο ένα οικονοµικό προληπτικό µέτρο».
Τέλος, ο αιδεσιµώτατος Ludvig A. Fritsch, Ph.D.,D.D. emer. Chicago, το 1948 είχε πει: «Οι Γερµανοί ή είναι άγγελοι ή άγιοι για να έχουν ξεχάσει και συγχωρέσει τις αδικίες αλλά και τις αγριότητες τις οποίες υπέστησαν δύο φορές στα πλαίσια µιας γενιάς, χωρίς καν να έχουν αυτοί προκαλέσει τους συµµάχους. Αν είχαν συµπεριφερθεί έτσι σε εµάς τους Αµερικανούς, είναι βέβαιο ότι η εκδίκηση για τα παθήµατά µας δεν θα γνώριζε όρια».
Και φτάνουµε έτσι, µετά τις πολλές διαβουλεύσεις µε τις τέσσερις Δυνάµεις, στη Συµφωνία 2+4 της 3ης Οκτωβρίου 1990, της λεγόµενης «επανένωσης». Η ηγεσία της Ανατολικής Γερµανίας δηλώνει έτοιµη να δεχτεί τη «ενσωµάτωσή» της στη Δυτική Επικράτεια, την αναφερόµενη στο άρθρο 23 a.F του Βασικού Νόµου, το οποίο όµως και αυτό είχε ήδη καταργηθεί από την 18.07.1990, όπως και οι δύο προσωρινές οντότητες.
Ερωτούν οι Γερµανοί πολίτες: Πώς είναι δυνατόν τα «εννέα» κρατίδια της ήδη από 18.07.1990 καταργηµένης Λαϊκής Δηµοκρατίας της Γερµανίας να υιοθετήσουν ένα ήδη καταργηµένο άρθρο του Βασικού Νόµου της ήδη καταργηµένης Οµοσπονδιακής Δηµοκρατίας της Γερµανίας, όταν επιπλέον αυτά τα «εννέα» κρατίδια ιδρύθηκαν µόλις στις 14.10.1990 και όταν δεν υπήρχε «νόµιµη» εκπροσώπηση του Deutsches Reich, η οποία θα είχε την επίσηµη εξουσιοδότηση να διεκδικήσει τα δικαιώµατα ολόκληρου του γερµανικού λαού, των πολιτών της Δηµοκρατίας της Βαϊµάρης δηλαδή και στα νόµιµα σύνορά της του 1933/1937;
Αυτή, λοιπόν, η ανενεργή και νόµιµα υπάρχουσα Δηµοκρατία της Βαϊµάρης αγνοήθηκε παντελώς και ήταν τελείως απούσα από όλες τις διαπραγµατεύσεις που έλαβαν χώρα προς το σκοπό αυτό. Οι δύο «εικονικές» και ήδη καταργηµένες οντότητες µε τις ήδη καταργηµένες κυβερνήσεις τους και µαζί µε τις τέσσερις συµµαχικές δυνάµεις (Η.Π.Α., Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία και Σοβιετική Ένωση) «έκλεισαν» µεταξύ τους τη γνωστή Συµφωνία που ακολούθησε.
Έτσι, η Οµοσπονδιακή Δηµοκρατία της Γερµανίας, «κρατώντας» το πρώην προσωρινό της όνοµα, «προσεταιρίστηκε» µε αυτό και την πρώην Λαϊκή Δηµοκρατία της Γερµανίας δηµιουργώντας µια µεγαλύτερη επικράτεια. Αυτή η καθόλα εµπορική συµφωνία κόστισε δισεκατοµµύρια µάρκα στην Οµοσπονδιακή, η οποία τοιουτοτρόπως «αγόρασε» την Ανατολική εξ ονόµατος των τριών Δυτικών Δυνάµεων και προς χάριν τους, πληρώνοντας την εξαγορά της στη Σοβιετική Ένωση. Και όπως ήδη αναφέραµε, οι περιοχές ανατολικά της γραµµής των ποταµών Oder - Neisse, χωρίς απόφαση νόµιµης εκπροσώπησης της Δηµοκρατίας της Βαϊµάρης, παρέµειναν εκτός των συµφωνιών και ευρίσκονται σε «κατοχή» από την Πολωνία και τη σηµερινή Ρωσία. Βλέπουµε, λοιπόν, εδώ µια κατάφωρη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωµάτων από τους συµµάχους, που βέβαια µε αυτόν τον τρόπο ακυρώνουν και αφαιρούν κάθε στοιχείο νοµιµότητας από όλες τις συµβάσεις και συµφωνίες που έχουν υπογραφεί έκτοτε µεταξύ της Γερµανίας και άλλων χωρών. Πάντα κατά τους ερευνητές, καθηγητές και κινήµατα πολιτών.
Και αφού τοιουτοτρόπως παρακάµθηκε το Διεθνές Δίκαιο και η Διεθνής Νοµιµότητα, δεν ήταν φυσικά δυνατή και η υπογραφή Συνθήκης Ειρήνης µεταξύ της Γερµανίας και όλων των χωρών µε τις οποίες είχε εµπλακεί σε πολεµικές συρράξεις κατά το 2ο Παγκόσµιο Πόλεµο, αφού απαραίτητη προϋπόθεση θα ήταν η νόµιµη επαναφορά και λειτουργία της Δηµοκρατίας της Βαϊµάρης. Αυτή και µόνο αυτή έχει αυτό το δικαίωµα, µια και η νόµιµη ύπαρξή της συνεχίζεται, ευρισκόµενη φυσικά σε αδράνεια.
Ας παρακολουθήσουµε τώρα τις διαφορές που δηµιουργήθηκαν µετά τον 2ο Π.Π. στις δύο προσωρινές διοικητικές οντότητες της Γερµανίας, σε σχέση µε Ιδιοκτησία - Λαό - Δικαιώµατα και τα οποία ήταν εξασφαλισµένα παλιότερα µε το επίσηµο Σύνταγµα της Βαϊµάρης.
ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΓΙΑ ΜΕΓΕΝΘΥΝΣΗ
ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΓΙΑ ΜΕΓΕΝΘΥΝΣΗ
ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΓΙΑ ΜΕΓΕΝΘΥΝΣΗ
Μέχρι εδώ, λοιπόν, µπορούµε να σηµειώσουµε τα εξής σηµαντικά:
1. Οι δύο «προσωρινές οντότητες» που δηµιούργησαν οι κατακτητές - σύµµαχοι δεν ήταν «κράτη», ως συνέχεια του Deutsches Reich, αλλά Παραγωγικές Εταιρείες, η µία κατά το καπιταλιστικό σύστηµα και η άλλη κατά το κοµµουνιστικό.
2. Αµέσως µετά τη δηµιουργία τους η σχέση «κατακτητού» και υποχρεώσεων «των υπό κατοχή» είχε καθοριστεί µε καθαρότητα και ακρίβεια.
3. Και η Οµοσπονδιακή και η Λαϊκή Δηµοκρατία της Γερµανίας είχαντην υποχρέωση να πληρώνουν σε διάφορες οµάδες ξένων συµφερόντων µεγάλα ποσά, π.χ. για επανορθώσεις.
4. Η Λαϊκή Δηµοκρατία µέσα στο χώρο των άλλων κοµµουνιστικών καθεστώτων είχε την 3η θέση ως προς την ανάπτυξη της βιοµηχανίας της και την 11η ανάµεσα στις άλλες βιοµηχανικές χώρες. Πώς βρέθηκε όµως το 1990 σε τέλεια κατάρρευση και τι απέγινε η «λαϊκή» περιουσία της;
5. Όταν ήλθε το 1990 δεν ιδρύθηκε ανεξάρτητο - κυρίαρχο κράτος, πράγµα που έχει µεταξύ άλλων επιβεβαιωθεί και από το Οµοσπονδιακό Υπουργείο Εσωτερικών ως αποτέλεσµα της «Επανένωσης».
Από το 1990 και µετά η κατάσταση που έχει πλέον δηµιουργηθεί στη Γερµανία µπορεί να περιγραφεί ως εξής:
Στην πραγµατικότητα υπήρξε µια αγορα-πωλησία σε σχεδιασµό µε τη µεταφορά του / της κατεστραµµένης «Κοινοπραξίας» της Λαϊκής Δηµοκρατίας της Γερµανίας από τη Μετοχική Εταιρεία της Ο.Δ.Γ.. ( Η «τιµή» 200 δις γερµανικά µάρκα για την αγορά της Λ.Δ.Γ. και η διάλυση της Ο.Δ.Γ..)
ΚΛΙΚ ΣΤΗΝ ΕΙΚΟΝΑ ΓΙΑ ΜΕΓΕΝΘΥΝΣΗ
Η ιδιωτική αυτή Εταιρεία ιδρύθηκε µετά τη διάλυση της Οµοσπονδιακής Δηµοκρατίας της Γερµανίας ( = Μετοχικής Εταιρείας ) και της Λαϊκής Δηµοκρατίας της Γερµανίας - και σε αντικατάσταση της Μετοχικής Εταιρείας - στις 29 Αυγούστου 1990, µε έδρα τη Φρανκφούρτη στο Κρατίδιο της Έσσης. Διευθύνεται από τους κυρίους Carl Heinz Daube και Carsten Lehr µε περίπου 350 εργαζόµενους και πεδίο εργασιών σε πολλούς οικονοµικούς τοµείς µε την ενεργή δε, στο όνοµά της, Οµοσπονδιακή κυβέρνηση, η οποία εκπροσωπείται από το Υπουργείο των Οικονοµικών και τον αρµόδιο υπουργό. Είναι νόµιµη εταιρεία η οποία στην ουσία αντικατέστησε τη διαλυθείσα Οµοσπονδιακή Δηµοκρατία της Γερµανίας, εµφανίζεται δε µε αριθµό εγκρίσεως HRB 51411 του Amtsgericht (Πρωτοβάθµιου Δικαστηρίου) της Φρανκφούρτης, όπου είναι και η έδρα της (βλ. www.deutsche-finanzagentur.de).
Με άλλα λόγια, µε τη Συµφωνία 2+4 στις 17/18.7.1990 οι δύο κατακτητές, Η.Π.Α. και Σοβιετική Ένωση, διέλυσαν τις δύο προσωρινές οντότητες, όµως δεν επήλθε απολύτως καµία Ένωσή τους. Με την κατάργηση του άρθρου 23 του Βασικού Νόµου εξαλείφθηκε κάθε κρατική κυριαρχική εξουσία και αντί να δηµιουργηθεί κράτος, όπως όλοι περίµεναν, ιδρύθηκε η ανωτέρω οικονοµική εταιρεία Ε.Π.Ε. η οποία και υιοθέτησε (προς παραπλάνηση;) το όνοµα της πριν λίγο διαλυθείσας Οµοσπονδιακής Δηµοκρατίας της Γερµανίας.
Αποδεικνύεται, λοιπόν, ότι αυτή η εταιρεία, η οποία διακινεί και διαχειρίζεται τεράστια ποσά είτε από φορολογία πολιτών είτε από άλλες πηγές, φαίνεται να έχει εγγυητική δυνατότητα προς αυτούς τους πολίτες της που φτάνει µόλις τα 25.500 ευρώ!!!...ή τα 50.000 γερµανικά µάρκα (DM) τότε. Και τα τεράστια δάνεια που παίρνει από τις τράπεζες για να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της φαίνεται, λοιπόν, ότι µπορεί και τα παίρνει βάζοντας ως ενέχυρο την ιδιωτική περιουσία των Γερµανών πολιτών, αφού η δηµόσια ανήκει πλέον στους κατακτητές της!
Δηλαδή οι Γερµανοί πολίτες πληρώνουν φόρους σε µια ιδιωτική εταιρεία η οποία απέναντί τους δεν έχει καµία απολύτως υποχρέωση;;; Και η κυρία Μέρκελ, όπως µας λένε, είναι η υψηλή επόπτρια - διαχειρίστρια αυτής της ιδιωτικής εταιρείας (!....,) µε το Υπουργείο των Οικονοµικών και την ίδια να είναι υπεύθυνοι και υπόλογοι στους κατακτητές και ιδιοκτήτες της χώρας και τα δικά τους συµφέροντα!!! Βέβαια, είναι αυτοί που παρέχουν προστασία, χρήµα, δόξα και καρέκλα..., όπως βέβαια και στους υπόλοιπους συνεργούς και συνεργάτες τους. Όµως µε το ανάλογο και πολύ βαρύ τίµηµα ενός επικείµενου και πολύ σοβαρού για όλους κινδύνου - όχι µόνο για τους Γερµανούς. Ειδικά τώρα που ο λαός έχει αρχίσει να συνειδητοποιεί τι πραγµατικά παίζεται σε βάρος του, αυτός ο κίνδυνος είναι τεράστιος, µε αφάνταστα σοβαρές και ανυπολόγιστες συνέπειες. Επώνυµοι και πολύ δραστηριοποιηµένοι καθηγητές καλούν τον κόσµο σε κινητοποιήσεις και µιλούν για το φόβο ακόµα και εµφυλίου, αν δεν καταφέρουν να κερδίσουν τη σύνταξη νέου Συντάγµατος και να αποφύγουν την προώθηση της αυθαίρετης αναθεώρησης της Συνθήκης της Λισαβόνας µε την οριστική πλέον εγκαθίδρυση της στυγνής και βάρβαρης δικτατορίας των Βρυξελλών και την επιστροφή σε µεσαιωνικές συνθήκες ζωής, εργασίας, διαβίωσης, κοινωνικής καταπίεσης και εξαθλίωσης.
Και οι σύµµαχοι; Μα αυτοί είναι οι ιδιοκτήτες, όπως είδαµε, της Γερµανίας. Και είναι αυτοί που φρόντισαν το 1990 να επιβεβαιώσουν και να ανανεώσουν όλα τα «κυριαρχικά δικαιώµατά» τους επάνω στη χώρα, το λαό και την οικονοµία της: την απόλυτη κατοχή και τον έλεγχο των πάντων µε τη συνενοχή πολιτικών, δικαστών, εισαγγελέων, δικηγόρων, οι οποίοι γνωρίζουν, όπως τεκµηριώνεται και σιωπούν... Όµως σε µία µεγάλη κρίση, ίσως όπως η τωρινή, ποιος θα σταµατήσει τις ατελείωτες απαιτήσεις των εχθρών του Deutsches Reich, αφού δεν υπάρχει συνθήκη ειρήνης και η χώρα βρίσκεται σε προσωρινή κατάπαυση πυρός; Και ο κίνδυνος τον οποίο ως εκ τούτου διατρέχει όχι µόνο ο κάθε Γερµανός πολίτης, αλλά και ο κάθε ξένος που θα αποκτήσει την «ανύπαρκτη» γερµανική υπηκοότητα, όταν οι σύµµαχοι - νικητές µπορούν και έχουν κάθε δικαίωµα ανά πάσα στιγµή να «βάλουν χέρι» στην προσωπική περιουσία.
Η ιδιωτικοποίηση του γερµανικού «κράτους» είναι παντού εµφανής, αφού στο µεταξύ άλλοτε «δηµόσιες» υπηρεσίες έχουν αλλάξει όνοµα, όπως το Γραφείο Εργασίας (Arbeitsamt) που έχει γίνει Jobcenter ή Πρακτορείο ευρέσεως εργασίας (Agentur fur Arbeit) ή η µετονοµασία του «αιτούντος» σε «πελάτη» (Antragssteller και Kunde αντίστοιχα).
Χαρακτηριστικό είναι το θέµα µε την ταυτότητα του Γερµανού πολίτη, όπου αυτή αναφέρεται ως “Personalausweis”, δηλαδή κάτι σαν «πάσο» εισόδου προσωπικού σε µια εταιρεία εδώ στην Bundesrepublik Deutschland GmbH (!!!) και όχι ως κρατικό έγγραφο ταυτότητας προσώπου. Φυσικό επακόλουθο, βέβαια, αφού οι πολίτες θεωρούνται πλέον «προσωπικό» της Εταιρείας... Ή το θέµα της υπηκοότητας που αναγράφεται: γερµανός / deutsch. Αλλά ποιας χώρας είναι πολίτης; Ποιου έθνους; Αφού η χώρα του είναι υπό κατοχή; Αλλά και το δίκαιο της διοκτησίας, όπως µας λένε, έχει πλέον αλλάξει, αφού όλες οι αγοραπωλησίες, ιδιαίτερα µετά την 18.07.1990, είναι άκυρες σε ολόκληρη τη χώρα; Μετά δε την 21.02.1947 όλες οι εγγραφές / αλλαγές στα υποθηκοφυλακεία είναι δυνατές µόνο µετά από σχετική έγκριση των συµµάχων - κατακτητών...
Αλλά µας λένε ακόµα ότι µετά από την κατάργηση της προσωρινής διοικητικής οντότητας της Οµοσπονδιακής Δηµοκρατίας της Γερµανίας, που είχε τεχνητά δηµιουργηθεί µετά τον πόλεµο και περιοριζόταν σε συγκεκριµένα εδαφικά όρια, έχει καταργηθεί και η Γερµανική Τράπεζα (Deutsche Bundesbank) αλλά και ο έλεγχος των οικονοµικών από την κυβέρνησή της, γιατί ως τέτοια οντότητα, όπως είπαµε, έχει σταµατήσει πλέον να υπάρχει... Και αφού είναι ιδιωτική...
Επιπλέον, όπως µας πληροφορεί ο απόστρατος στρατηγός και πρώην αρχηγός των γερµανικών µυστικών υπηρεσιών Gerd - Helmut Komossa στο βιβλίο του «Ο Γερµανικός Χάρτης» (Die Deutsche Karte), το οποίο εκδόθηκε το 2007 στην Αυστρία, στους Γερµανούς, µετά τον πόλεµο, επιβλήθηκαν και οι ακόλουθοι σοβαρότατοι περιορισµοί:
1. Ο κάθε καινούριος καγκελάριος έχει υποχρέωση να υπογράψει µε τις Η.Π.Α. το λεγόµενο Κάντσλερακτ, ένα απόρρητο έγγραφο το περιεχόµενο του οποίου δεν γνωρίζει κανένας.
2. Οι Η.Π.Α. θα ελέγχουν ολοκληρωτικά όλα τα γερµανικά ΜΜΕ όπως: ραδιόφωνο, τηλεόραση, εφηµερίδες, περιοδικά, τυπογραφεία και εκδόσεις και ακόµα το θέατρο, τον κινηµατογράφο, τη µουσική, εκπαιδευτικά προγράµµατα κλπ. µέχρι το...2099!
3. Όλο το χρυσό απόθεµα θα φυλάσσεται στις Η.Π.Α., στα υπόγεια της FED!
Αµφισβητούνται φυσικά και οι Συνθήκες που έχουν υπογραφεί τουλάχιστον από το 1990 και εξής όπως:
1. Η συνθήκη του Maastricht - Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση - 07.02.1992.
2. Η Συνθήκη του Άµστερνταµ - 02.10.1997.
3. Η Συνθήκη της Νίκαιας - 26.02.2001.
4. Η Συνθήκη της Λισαβόνας - 13.12.2007.
Ακόµα κάτι ουσιαστικό και πολύ σοβαρό και για την Ελλάδα: αµφισβητείται πλέον ανοιχτά η ένταξη και η συµµετοχή της Γερµανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εφόσον δεν υπάρχει κράτος, άρα δεν υπάρχει και λαός που να ανήκει σε αυτό το κράτος που θα µπορούσαν νόµιµα να έχουν προσχωρήσει! Με επιστολές τους στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωµάτων τονίζουν ότι ο γερµανικός λαός δεν είναι µέλος αλλά ούτε και σκλάβος της Ευρωπαϊκής Ένωσης! Προχωρούν ακόµα πιο πολύ και θεωρούν όλα τα µέλη της Ε.Ε. εξίσου συνυπεύθυνα, γιατί ενώ γνωρίζουν, όχι µόνο σιωπούν, αλλά ασκούν και βία απέναντι στους Γερµανούς πολίτες τους οποίους εκβιάζουν µε οικονοµική αφαίµαξη. Θεωρούν δε αυτή την κατάστασηως εχθρική συµπεριφορά, αφού, όπως έχουµε ήδη αναφέρει, εξακολουθεί ακόµα να ισχύει η εµπόλεµος κατάσταση απέναντί τους, η κατοχή και η απουσία Συνθήκης Ειρήνης. Ως εκ τούτου θα προχωρήσουν σε απαιτήσεις επιοστροφής των παράνοµα πληρωθέντων µέχρι τώρα ποσών και απαιτούν ακόµη και το κλείσιµο αυτού του ίδιου του Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωµάτων.
Οι Γερµανοί καθηγητές, οι πρωτοβουλίες πολιτών, βουλευτές κοµµάτων, νοµικοί και οικονοµολόγοι µας λένε ακόµα πάρα πολλά για την άνοµη κατάσταση που επικρατεί στη χώρα τους. Αγωνίζονται σε πάρα πολλά επίπεδα για ενηµέρωση και καθολική αντίσταση των συµπατριωτών τους, οι οποίοι, όπως κι εµείς, ποτέ δεν ενηµερώνονται για τόσο σοβαρά θέµατα της ίδιας της ύπαρξής τους. Οι στόχοι τους είναι, βέβαια, πολύ βασικά και επείγοντα προβλήµατα όπως:
• αναγνώριση του δικαιώµατος αντίστασης
• οργάνωση Παν-γερµανικής Πρωτοβουλίας Πολιτών για τη διεξαγωγή δηµοψηφίσµατος για τη σύνταξη Συνθήκης Ειρήνης, Συντάγµατος και διεκδίκηση του Δικαιώµατος Κυριαρχικής Ανεξαρτησίας για τη Γερµανία.
• επαναλειτουργία του Κράτους Δικαίου και της Τάξης
• σύνταξη νόµων και οικονοµικών συµφωνιών
• δηµιουργία πραγµατικής δηµοκρατίας, π.χ. µε συµµετοχή των
πολιτών σε νοµικές αποφάσεις
• αντικατάσταση των «επαγγελµατιών» - πολιτικών µε εθελοντές,
υπόλογους και υπεύθυνους των πράξεών τους
• οργάνωση εθνοσυνέλευσης
• δηµόσιες υπηρεσίες, αγαθά όπως ηλεκτρικό, νερό, επικοινωνίες σε
ευθύνη της τοπικής αυτοδιοίκησης
• αυτάρκεια παραγωγής
• αντικατάσταση των δηµοσίων υπαλλήλων µε υπόλογους συνεργάτες
• αλλαγή του καθεστώτος των Ε.Π.Ε. ή Εταιρείες Μετόχων σε
Κοινωνίες Πολιτών
• οργάνωση ενός απλού και δίκαιου φορολογικού συστήµατος
• επαναφορά των κυρίαρχων ανθρωπίνων δικαιωµάτων
• καµία συµµετοχή του γερµανικού στρατού σε πολέµους εκτός
Γερµανίας κατά διαταγή των Η.Π.Α., ΝΑΤΟ κλπ.
Και βέβαια, εντατικοποίηση της αντίστασης στη δοµή, τις αποφάσεις και τη µαφιοποίηση των Βρυξελλών, την οικονοµική εξαθλίωση και τις συνθήκες µεσαιωνικής σκλαβιάς σε όλους τους τοµείς. Τη διάλυση των κρατών, το ξεπούληµα της δηµόσιας περουσίας των λαών και την κατάσχεση ακόµα και της ιδιωτικής. Τις συµβάσεις και συνθήκες που υπογράφονται εκεί, εν αγνοία και απουσία του λαού τους. Την επερχόµενη µε πολύ βιαστικά βήµατα αναθεώρηση της Συνθήκης της Λισαβόνας που θα επιφέρει την οριστική ολοκλήρωση της διάλυσης της χώρας τους, την εξάλειψη κάθε ελπίδας πλέον για ειρηνική διεκδίκηση όλων των πιο πάνω αναφερόµενων στόχων τους, την εγκαθίδρυση στυγνής και απάνθρωπης ευρωπαϊκής δικτατορίας. Το µεγάλο κίνδυνο της ισλαµοποίησης της Γερµανίας αλλά και ολόκληρης της Ευρώπης. Την ποινή θανάτου που σχεδιάζεται να περιληφθεί σε αυτή τη Συνθήκη και την αντίδρασή τους στο ευρώ, στο οποίο πολλοί είχαν εναντιωθεί και καταφύγει στη δικαιοσύνη (την ελεγχόµενη και ανύπαρκτη και εκεί για τέτοια θέµατα, όπως καταλαβαίνουµε από αυτά που µας παραθέτουν). Γιατί και αυτοί, όπως και εµείς, γνωρίζουν ότι µε το κοινό νόµισµα χάσαµε ένα τεράστιο κυριαρχικό όπλο και δικαίωµα εξάσκησης οικονοµικής πολιτικής, το οποίο το παραδώσαµε µαζί µε τις τύχες των λαών µας σε εγκληµατικά χέρια αδίστακτων τοκογλύφων, που δεν διστάζουν να αποφασίζουν την ολική µας εξόντωση, συµφωνώντας και εγκρίνοντας χωρίς δισταγµό µέτρα που οδηγούν σε εξαφάνιση τους λαούς και τους πολιτισµούς τους, τη φύση και την υγεία µας. Για παράδειγµα, εάν αφήσουµε να εφαρµοστεί στην πράξη ο ήδη εγκεκριµένος κώδικας διατροφής (Codex Alimentarius), σε συνδυασµό µε τους αεροψεκασµούς (chemtrails) και το HAARP αλλά και µαζί µε όλα τα υπόλοιπα χηµικά και δηλητήρια. Πρέπει το συντοµότερο οι λαοί να τα απαγορεύσουν, πριν να είναι πολύ αργά. Και άλλα πολλά βέβαια τους απασχολούν, όπως και εµάς άλλωστε.
Και ερχόµαστε τώρα στον επίλογο αυτής της προσπάθειας να κατανοήσουµε την κατάσταση που επικρατεί στη Γερµανία, γιατί πιστεύουµε ότι ο βασικός ρόλος που παίζει στα ευρωπαϊκά πράγµατα και αυτή τη στιγµή στα θέµατα της πατρίδας µας, η «ατµοµηχανή» της Ευρώπης, όπως συνηθίζουν να ονοµάζουν τη Γερµανία, πρέπει να µελετηθεί στις πραγµατικές του διαστάσεις και βέβαια και από τη σκοπιά αυτής της ιδιαίτερης και πολύ σοβαρής πλευράς που εν πολλοίς αγνοείται σε εµάς εδώ, είτε ηθεληµένα είτε όχι.
Γιατί, βέβαια, είναι τεράστιες οι ευθύνες της πολιτικής αλλά και της πνευµατικής µας ηγεσίας να συνάπτουν ευρωπαϊκές συµφωνίες και συµβάσεις που µας δένουν χειροπόδαρα σε ένα σαθρό, παράνοµο και εγκληµατικό οικοδόµηµα που στην ουσία δεν υπάρχει. Που απλά µια µαφιόζικη παρέα ψυχοπαθών αρπακτικών τοκογλύφων και των συνεργατών τους έχει σχεδιάσει και προωθεί άλλοτε µε «ευχολόγια» - συνθήκες, άλλοτε µε διαφθορά και διάβρωση, µε τροµοκρατία και εκβιασµούς και κάθε κόλπο ψυχολογικού πολέµου, µε συνεχή ψέµατα και απάτες, κρυµµένοι πίσω από τα παντελόνια της δήθεν παντοδύναµης αρχηγίνας κας Μέρκελ και τον κίνδυνο του δήθεν 4ου Ράιχ που αυτή προωθεί... Αυτής της αρχηγίνας, µιας από τις «εκλεκτές» των γνωστών λεσχών και επιπλέον επιστήθιας φίλης χήρας κληρονόµου του µεγαλύτερου συγκροτήµατος της ευρωπαϊκής ηπείρου, µε σπουδαία think tanks δηµιουργίας κεντρικής πολιτικής σε όλα τα βασικά θέµατα της ζωής (οικονοµικά, διαχείριση φόρων και προσωπικών δεδοµένων, παιδεία, υγεία, µετανάστευση, πολιτισµό, ιστορία κλπ.). Και που κάποια δικά µας τέτοια «εαυγή» ιδρύµατα ίσως είναι καθαρά παραρτήµατα ενός τέτοιου κεντρικού, καθώς µοιάζουν τόσο πολύ µεταξύ τους στα προγράµµατα, το περιεχόµενο, το στόχο, την εφαρµογή, το κοινό επιδιωκόµενο αποτέλεσµα... Μήπως ακόµα πρέπει να αρχίσουµε να ερευνούµε γιατί µας ανάγκασαν να υιοθετήσουµε τον Καλλικράτη;... Να συσχετίσουµε το τι συνέβη στην πρώην Λαϊκή Δηµοκρατία της Γερµανίας, όταν οι «σοφοί» της Treuhand παρέλαβαν στα χέρια τους την τύχη της χώρας και των 17 εκατοµµυρίων ανθρώπων της και τι τραγικό επακολούθησε;...
Με βεβαιότητα θα συµβεί και σε εµάς εδώ το ίδιο, µε την ανάλογη Εύρηκα, αφού η συνταγή είναι η ίδια, αν ενωµένοι δεν απαγορεύσουµε άµεσα την είσοδο σε αυτόν τον κύριο που ήλθε να µας πάρει το σπίτι µας... Μήπως κάποιος θα πρέπει να τον περάσει πρώτα από το Σπήλαιο των Πετραλώνων να προσκυνήσει τον πρόγονό µας, τον Αρχάνθρωπο και να του εξηγήσει ότι ο τόπος αυτός ανήκει µόνο σε εµάς εδώ τους αυτόχθονες και όσα κόλπα, εκφοβισµούς και τροµοκρατίες κι αν δοκιµάσει αυτός και η κοµπανία του, το ελληνικό φως θα έλθει στιγµή που θα τον τυφλώσει και τότε δεν θα βλέπει ούτε καν την πόρτα διαφυγής και σωτηρίας του; Η θεία δίκη θα τον περιµένει µαζί µε τους υπόλοιπους στη γωνία του δρόµου... Κι ας του κάνουµε και µια περιοδεία όχι µόνο στο Δίστοµο και τα Καλάβρυτα αλλά και τις εκατοντάδες υπόλοιπα µαρτυρικά χωριά κι ας του δώσουµε να καταλάβει ότι µαζί µας το βρώµικο παιχνίδι τους έχει τελειώσει.
Άρα µπορούµε να καταλήξουµε στην αρχική µας θέση, ότι στις Βρυξέλλες κυρίως πρέπει να αναζητηθεί το 4ο Ράιχ, τα εκτελεστικά όργανα των τραπεζιτών - αφεντικών τους. Το “επιτυχηµένο”, όπως ίσως έχουν πιστέψει οι ευφυείς πρωτεργάτες του, παράδειγµα της Γερµανίας τους ενθαρρύνει να θέλουν να προχωρούν µε τα πιο βάρβαρα µέσα στην επέκταση κι εφαρµογή του παντού στην Ευρώπη. Αρχικά µε διευθυντικό κέντρο το άντρο των Βρυξελλών και κατόπιν στην ολοκλήρωση του παγκόσµιου πειράµατος, µεταµορφώνοντας τα κυρίαρχα κράτη σε Ε.Π.Ε. και τις ενώσεις αυτών (όπως αποδεικνύεται η Ε.Ε.) σε µετοχικές εταιρείες. Εξ ου και η µεταµόρφωση της Ελλάδας. Αρχικά ξεκινάµε µε την απελευθέρωση της αγοράς ακινήτων για τους Ευρωπαίους “συµπατριώτες” µας, την ελεύθερη µετακίνηση /εγκατάσταση /εργασία. Το ίδιο σιγά - σιγά συµβαίνει µε τους πάντες. Μετά διαιρούµε τη χώρα σε (σχεδόν) ανεξάρτητες περιφέρειες µε γραµµατείς - διαχειριστές - εκτελεστές συµφερόντων, µετά έρχονται οι Ε.Ο.Ζ. των πάσης φύσεως πολυεθνικών και πλέον η Ελλάδα θα υποθηκεύει στους δανειστές της όχι µόνο τη δηµόσια περιουσία της αλλά και το βιος όλων των πολιτών - υπηκόων - υπαλλήλων και σκλάβων της. Δυστυχώς, είναι πλέον πολύ ορατός και ευδιάκριτος ο δρόµος που ακολουθείται και για εµάς…
Η ύβρις, όµως, η τροµοκρατία, το οικονοµικό στραγγάλισµα και η πάσης φύσεως βία που χρησιµοποιείται για να µας καθυποτάξει και εξαφανίσει πρέπει να µας οπλίσει µε δύναµη και κουράγιο, µε πειθαρχία και ενότητα και σαν µια γροθιά, όπως µόνο εµείς ξέρουµε και έχουµε αποδείξει σε πάµπολλες ανάλογες στιγµές στην ιστορική µας διαδροµή, να ακυρώσουµε τα βρωµερά και ύπουλα σχέδιά τους και να καταφέρουµε επιτέλους την πραγµατική απελευθέρωση της πατρίδας µας από τα φαρµακερά φίδια που µας πνίγουν.
Σαν επίλογο νοµίζω ότι θα πρέπει εµείς σαν λαός και για τη δική µας ασφάλεια και προστασία να σκεφτούµε σοβαρά και µε σύγκληση Εθνοσυνέλευσης να ενηµερώσουµε τον ελληνικό λαό και στη συνέχεια:
1. Να απαιτήσουµε ως Ελλάδα την υπογραφή Συνθήκης Ειρήνης µε τη Γερµανία. Αυτό θα ανοίξει πιο εύκολα ίσως και το θέµα των αποζηµιώσεων, αφού αυτή τη στιγµή πώς είναι νοµικά δυνατό η Ε.Π.Ε. Γερµανία να αναγνωρίζει τέτοια χρέη;
2. Να διακηρύξουµε την εναντίωσή µας στην Ε.Ε. και να προχωρήσουµε στην άµεση έξοδό µας από αυτή. Πώς είναι δυνατόν και πώς µπορεί να είναι έγκυρη ως ένωση κρατών από τη µια και από την άλλη να έχεις µια Γερµανία η οποία δεν υπάρχει ως κράτος; Ο δε λαός του να µην ανήκει σε αυτό, αφού δεν υπάρχει, συνεπώς πώς έχει αυτό το µόρφωµα ενσωµατωθεί στην Ε.Ε.; Και αν η Γερµανία, ειδικά µε τη σχεδιαζόµενη αναθεώρηση της Συνθήκης της Λισαβόνας και την περαιτέρω µεταφορά αρµοδιοτήτων και δικαιωµάτων σε αυτή, πρόκειται να χάσει και την τελευταία της ελπίδα να αποκτήσει Σύνταγµα µε την ελεύθερη βούληση των πολιτών της, το ελληνικό πείραµα τι µας λέει; Γιατί, βέβαια, εµείς που έχουµε προσχωρήσει ως κυρίαρχο κράτος στην Ε.Ε. µε νόµιµο Σύνταγµα, αν η µεταµόρφωση αυτής της περίεργης συνένωσης προϋποθέτει τη διάλυση και µετατροπή των κρατών σε ανάλογες Ε.Π.Ε. τύπου Γερµανίας, πώς εµείς δεχόµαστε να µας αναγκάζουν και να µας εκβιάζουν να τα απαρνηθούµε προς χάριν τους; Αλλά έτσι, νοµίζω, γίνεται πιο κατανοητή η βιασύνη τους να µας µεταλλάξουν το γρηγορότερο, µια και η επίσπευση της αναθεώρησης της Λισαβόνας είναι ήδη προ των πυλών, πριν οι λαοί συνειδητοποιήσουν τι τους ετοιµάζουν.
3. Να προχωρήσουµε στην καταγγελία και ακύρωση όλων των συµβάσεων µε την Ε.Ε. - Μάαστριχτ, Νίκαιας, Παρισίων, Λισαβόνας, Δουβλίνου. Συµβάσεις που ανοιξαν τον ύπουλο δρόµο προς την απώλεια της εθνικής µας κυριαρχίας και τη σηµερινή τόσο επικίνδυνη κατάσταση που έχουµε βρεθεί, όπως π.χ. της αγοράς ακινήτων, θέτοντας αυστηρούς περιορισµούς και απαγόρευση πλέον της πώλησης σε µη Έλληνες υπηκόους αλλά και της οποιασδήποτε µεταβίβασης από και προς ξένους υπηκόους, στην περίπτωση που έχουν ήδη στην κατοχή τους ελληνικά ακίνητα. Στα οποία, βέβαια, θα µπορούν να κατοικούν µέχρι το θάνατό τους, όµως µετά θα επιστρέφουν είτε στον αρχικό τους Έλληνα κάτοχο είτε στο δηµόσιο, εάν αυτός δεν υπάρχει πλέον. Αλλά και του σοβαρότατου προβλήµατος του βίαιου και εξαιρετικά επιθετικά σχεδιασµένου εποικισµού και της ισλαµοποίησης της χώρας µας.
4. Πρέπει πάραυτα να αφαιρέσουµε κάθε νοµιµοποίηση από τους πολιτικούς µας: τον Πρόεδρο της Δηµοκρατίας, τον Πρωθυπουργό, τα µέλη της κυβέρνησης και των κοµµάτων, τους ευρωβουλευτές. Πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, πρέπει όλοι να γνώριζαν, όταν υπέγραφαν µε τις Βρυξέλλες, σε τι περιπέτειες οδηγούσαν την πατρίδα µας. Αλλά ακόµα κι αν δεν είχαν καταλάβει τίποτα, ακόµα και τότε είναι εξίσου υπόλογοι, υπεύθυνοι και επικίνδυνοι, γιατί πλέον είναι φανερό ότι τους χρυσοπληρώνουµε για να µας κοροϊδεύουν και να µας ξεπουλάνε, να µας εξευτελίζουν και να µας προδίδουν, αντί να µελετούν, να ερευνούν και να µας ενηµερώνουν και όλοι µαζί να αποφασίζουµε για την τύχη µας και την τύχη της πατρίδας µας και των παιδιών µας, συνειδητά και υπεύθυνα. Και βέβαια δεν είναι δυνατόν ακόµα και να συζητάµε για εκλογές, χωρίς προηγουµένως να έχουµε προχωρήσει σε συµφωνία µεταξύ µας για το πώς θα απαγορεύσουµε την εκ νέου είσοδο όλων αυτών των δοσίλογων και προδοτών στο Κοινοβούλιο και την αυστηρή τιµωρία που τους πρέπει, αν επιθυµούµε µια διόρθωση της πορείας προς τον γκρεµό και την καταστροφή που µας οδηγούν αυτοί οι ανελέητοι και ξεπουληµένοι τύποι.
5. Όλοι µαζί οι Έλληνες, οι εντός της χώρας και οι της διασποράς, να συνταχτούµε µε σοβαρότητα και ενωµένοι σε αυτόν τον πόλεµο του αφανισµού µας, µε παράδειγµα την αφάνταστη γενναιότητα και αυτοθυσία των προγόνων µας σε παλαιότερες ανάλογες περιπτώσεις που είχε κινδυνεύσει η πατρίδα. Και να θυµόµαστε ότι Εφιάλτες, προδότες και δοσίλογους πάντα έβγαζε αυτός ο τόπος. Έβγαζε όµως και βγάζει ακόµα διαµάντια αφάνταστα ανώτερης ποιότητας, που κάθε φορά µας έβγαζαν µε το κεφάλι ψηλά και περήφανα από τους κινδύνους που µας έπνιγαν. Και αυτά τα διαµάντια είναι πολύ περισσότερα στη σηµερινή εποχή µας. Να είµαστε, λοιπόν, πιο αισιόδοξοι ότι και πάλι την κατάλληλη στιγµή θα µεγαλουργήσουν. Και η στιγµή αυτή φτάνει... Και αυτά τα παιδιά της Ελλάδας πρέπει να τα στηρίξουµε, να τα εµπιστευτούµε και µαζί να προχωρήσουµε στην κάθαρση µιας ακόµα ελληνικής τραγωδίας που ήλθε, όπως γίνεται πάντα, µετά από κεραυνούς και θύελλες. Φέρνει µαζί όµως το καινούριο και την ελπίδα. Πρέπει να µας θυµήσουν και να θυµήσουµε στους εντός του Κοινοβουλίου ότι εµείς είµαστε ο κυρίαρχος λαός, όπως λέει το Σύνταγµά µας και το θεµέλιο του πολιτεύµατός µας είναι η λαϊκή κυριαρχία. Και ακόµη, να θυµηθούµε ότι όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του έθνους και ασκούνται όπως το Σύνταγµα ορίζει. Και επειδή αυτοί οι εντός όλα αυτά τα παραβλέπουν και τα υποτιµούν, προβαίνοντας σε σφετερισµό της λαϊκής κυριαρχίας και των εξουσιών που απορρέουν από αυτή, να τους θυµίσουµε, λοιπόν, ότι η τήρηση του Συντάγµατος επαφίεται στον πατριωτισµό των Ελλήνων που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται µε κάθε µέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει µε τη βία. Και εµείς όλοι, αυτό το δικαίωµα και την υποχρέωσή µας, θα τα βάλουµε σε εφαρµογή.
Τώρα, στο τέλος αυτής της µικρής µελέτης, σκέφτοµαι τι ερωτήσεις θα πρέπει να απευθύνουµε στην «αρχηγό» της επιχείρησης διάλυσης της Ελλάδας, τους «υπαρχηγούς» της κκ. Σόϊµπλε, Βέστερβελε, Ράιχενµπαχ και Σία. Αλλά και το κεντρικό µαφιόζικο κονκλάβιο της Ε.Ε. µε τα δικά του άνοµα και βρώµικα σχέδια κρυµµένα πίσω από τη δήθεν σιδηρά αρχηγίνα του Βερολίνου. Μια άσηµη, άχρωµη, ψυχρή και αδίστακτη κυρία, που δεν διστάζει να εκτελεί εντολές των φιλικών της κέντρων, συγκροτηµάτων και λεσχών σε βάρος ακόµη και της ίδιας της πατρίδας της και του λαού της. Και βέβαια, ας αναρωτιόµαστε, όταν στρώνουµε τα κόκκινα χαλιά στους «υψηλούς» φιλοξενούµενούς µας, αν µας έρχονται ως εκπρόσωποι µιας ανύπαρκτης χώρας που ψευδώς και παραπλανητικώς την ονοµάζουν Οµοσπονδιακή Δηµοκρατία της Γερµανίας ή της υπαρκτής Ε.Π.Ε. µε το ίδιο όνοµα και έδρα την Φρανκφούρτη... Και αν θέλουµε να µας καταντήσουν και εµάς έτσι... Την Ελλάδα, µωρέ, µια Ε.Π.Ε., το συνειδητοποιούµε;
Βέβαια, µε όσα λίγα παραθέσαµε, συλλογιζόµαστε την κίτρινη προπαγάνδα που οργιάζει και από τη γερµανική και από την ελληνική πλευρά και θέλει να παίξει τους δύο λαούς, τον ένα εναντίον του άλλου. Το µισητό και πολύ νωπό στη µνήµη µας παρελθόν της ναζιστικής Γερµανίας, η σηµερινή άνοµη κατάσταση που ισχύει εκεί, ο άγαρµπος και κακός ρόλος που παίζει η αρχηγίνα τους στοιχειοθετούν και δικαιώνουν πράγµατι την εµφάνιση ενός 4ου Ράιχ µε έδρα το Βερολίνο; Σκεφτήκαµε µήπως γι’ αυτό επίτηδες µας αφήνουν να εκτονώνουµε την οργή και τον θυµό µας πάνω τους, αφού αυτό το 4ο Ράιχ δεν µπορεί παρά να έχει ως κέντρο του τις Βρυξέλλες, εκεί όπου η αδίστακτη τοκογλυφική µαφία και τα µεγάλα συγκροτήµατα ανενόχλητοι προετοιµάζουν την πιο στυγνή και βάρβαρη δικτατορία που ονειρεύονται για ολόκληρη την Ευρώπη; Και βολεύει πράγµατι το µένος και την οργή γι’ αυτό το 4ο Ράιχ να τα προσλαµβάνει σε αυτό το στάδιο η Γερµανία, για να µπορούν ανενόχλητοι να προετοιµάζονται.
Ας καταλήξουµε, όµως, ότι όλα αυτά και το τι θα κάνουµε µαζί τους θα πρέπει να τα αποφασίσουµε όλοι µαζί. Όπως και όλοι µαζί ν’αποφασίσουµε για το πώς θα διεκδικήσουµε τα αυτονόητα ανθρώπινα δικαιώµατά µας. Έστω και σε αυτό το ελεγχόµενο και κουτσό Διεθνές Δικαστήριο που έχει ταχθεί να τα προστατεύει. Ίσως και αυτό, ποιος ξέρει, µπροστά στην αποφασιστικότητα των αφυπνισµένων λαών να συνειδητοποιήσει ότι για το καλό τους πλέον δεν τους παίρνει τίποτα άλλο από το να συνταχτούν και αυτοί µαζί µας.
Αθήνα, 18.1.2012
Βενετία Κάντζια
* Με ευγνωµοσύνη στους αγαπηµένους φίλους Αναστασία και Γιάννη για την πολύτιµη συνεργασία τους.
http://ksipnistere.blogspot.gr/2014/09/blog-post_8129.html