Τετάρτη 10 Αυγούστου 2011

Εθνικά σύμβολα, κράτος-έθνος. καπιταλισμός και δικαιώματα





Οι ερμηνείες που δόθηκαν αναφορικά με την εμφάνιση της ελληνικής σημαίας από μέρους μιας μερίδας αγανακτισμένων πολιτών στη πλατεία Συντάγματος και γενικότερα στις πλατείες, ήταν κυρίως τεσσάρων ειδών: α) Ότι πρόκειται για έκφραση εθνικισμού, β) για φαινόμενο ενός φολκλορικού μεταμοντέρνου πατριωτισμού, δ) για αντιδράσεις βολεμένων κοινωνικών στρωμάτων που επιχειρούν να νομιμοποιήσουν και να διατηρήσουν τα κεκτημένα τους, και γ) για αυθεντική διαμαρτυρία, που εκφράζει λαϊκά στρώματα με ελλιπή ταξική συνείδηση. 
Πέρα από τις ερμηνείες είναι σημαντικό το γεγονός ότι το φαινόμενο αυτό θέτει εκ νέου το ζήτημα της σχέσης λαού, έθνους, κράτους και καπιταλισμού. Και επιπλέον ζητήματα αναφορικά με το ποιο μπορεί να είναι το επαναστατικό υποκείμενο κατά τον 21ο αιώνα. 



Η διάρρηξη της σύνθεσης κράτους-έθνους


Η κυρίαρχη αντίληψη αναφορικά με το κράτος-έθνος, υποθέτει ότι το έθνος είναι παράγωγο του κράτους. Η εθνική ιδεολογία λειτουργεί ως ο συνεκτικός ιστός που ενοποιεί την κοινότητα με την πολιτεία, ενώ στην καλύτερη περίπτωση συνιστά ένα ψευδές ιδεολόγημα μέσω του οποίου η κυρίαρχη πολιτικο-οικονομική ελίτ ασκεί την ηγεμονία. Τα φαινόμενα δείχνουν ότι η εθνική ιδεολογία αποτελεί πια ένα εμπόδιο για τα σχέδια της οικονομικο-πολιτικής ελίτ. Η κυβερνητική εξουσία επιχειρεί την από-εθνικοποίηση και εκποίηση του κράτους, μέσω της επίκλησης ενός χωρικού και γεωγραφικού προσδιορισμού: «για μια ισχυρή Ελλάδα». Η «ισχυρή Ελλάδα», με βάση την εκσυγχρονιστική ιδεολογία της Σημητικής περιόδου-όσο και της Καραμανλικής «επανίδρυσης του κράτους»- παραπέμπει στην άρση κάθε περιορισμού έναντι των υπερεθνικών αγορών. Σε επίπεδο προγραμματικών δεσμεύσεων, αυτό έχει ήδη συντελεστεί με την είσοδο στην ΟΝΕ και την αποδοχή της μείωση της εθνικής κυριαρχίας. έτσι όπως υπόρρητα δηλώνεται στις συνθήκες του Μάαστριχ, Νίκαιας και Λισσαβόνας. Η εκποίηση του κράτους ήταν ζήτημα του σωστού timing-κάτι που προσέφερε η κατάρρευση των δημοσίων εσόδων. Εντούτοις αυτό προϋπέθετε την εκποίηση του έθνους, γεγονός που επεχείρησε να πραγματώσει η εκσυγχρονιστική ιδεολογία. Η υπονόμευση της εθνικής ταυτότητας με πρόσχημα την επίκληση πανανθρώπινων δικαιωμάτων και μιας υπερεθνικής κοινωνίας χωρίς έθνη και εθνικισμό, που καταγγέλλεται για όλα τα δεινά της ανθρωπότητας, πριμοδοτήθηκε αφειδώς από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Εντούτοις, παρότι επιχειρείται η εκποίηση των δημόσιων λειτουργιών του κράτους, ταυτόχρονα δημιουργείται ένα επιτελικό κράτος το οποίο ισχυροποιείται σε τέτοιο βαθμό, ώστε να είναι περιττή η όποια ανάγκη λαϊκής νομιμοποίησής του. Οι λειτουργίες αυτού του μετα-κράτους δηλώνονται ήδη στα άρθρα 19 της συνθήκης της Νίκαιας (2001), και 52 του Χάρτη θεμελιωδών δικαιωμάτων της ΕΕ (2000). Η ΕΕ, αν συντρέχουν ειδικοί λόγοι, μπορεί να απαγορεύσει την ύπαρξη κομμάτων, δηλαδή να καθορίσει το πολιτικό σύστημα, όσο και να περιορίσει τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτό που όντως συμβαίνει είναι αφενός μια αλλαγή στη δομή και το ρόλο του κράτους και αφετέρου στη δομή του πολιτεύματος. Το κράτος αναλαμβάνει έναν ποιό περιφερειακό ρόλο σε σχέση με τo υπερεθνικό σύστημα κυριαρχίας παράλληλα με την ενδυνάμωσή του σε σχέση με τις επιτελικές και κατασταλτικές λειτουργίες. Το πολίτευμα του νέου μετα-κράτους είναι η «μετα-δημοκρατία», όπου η εξουσία και οι αποφάσεις αφορούν αποκλειστικά την οικονομικο-πολιτική ελίτ. Για τη μετα-δημοκρατία, η αγορά με την αφηρημένη έννοια είναι η μόνη πηγή νομιμοποίησης.Από αυτή την άποψη, οι σημαίες που εμφανίστηκαν στις πλατείες δεν έχουν μόνο συμβολικό αλλά και πολιτικό περιεχόμενο.Ο διαχωρισμός κράτους-έθνους σημαίνει την από-πολιτικοποίηση του έθνους και την υπαγωγή του αποκλειστικά στη πολιτισμική σφαίρα. Αυτό όμως συμπαρασύρει και την έννοια του λαού που βρίσκεται σε συνάφεια με εκείνη του έθνους. Ο πολίτης της μετα-δημοκρατίας και του εκσυγχρονισμού δεν ανήκει στο λαό και δεν έχει εθνοτική ταυτότητα. Είναι ένας συναινετικός καταναλωτής των πολιτικών προϊόντων χωρίς περαιτέρω δικαιώματα.


Έθνος, κράτος και καπιταλισμός.


Η προβληματική σχέση κράτους-έθνους έγκειται στο γεγονός ότι η συνύπαρξή τους συνέπεσε με την άνοδο της αστικής τάξης. Το απολυταρχικό κράτος, ως κάτοχος του μονοπωλίου της βίας ήδη προϋπήρχε. Η επίκληση του έθνους, ως φορέα νομιμοποίησης των λαϊκών πολιτικών δικαιωμάτων υπήρξε μια τακτική της αναδυόμενης αστικής τάξης, έτσι ώστε να επιτευχθεί η υπονόμευση της μοναρχίας. Η συνταγματική και αντιπροσωπευτική διακυβέρνηση προσέφερε τα εργαλεία που ήταν αναγκαία ώστε να θεσμοποιηθεί το οικονομικό μοντέλο της ελεύθερης αγοράς, μέσου του καθορισμού των χρήσεων γης και των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων. Εντούτοις, οι έννοιες του έθνους και του λαού παραπέμπουν σε ποικίλες παραδόσεις, τόσο πολιτισμικές, όσο επαναστατικές και αυτοδιαχειριστικές. Η επίκληση του λαού και του έθνους κατά τη Γαλλική επανάσταση άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου όχι μόνο στο πεδίο παραχώρησης δικαιωμάτων από την εξουσία, αλλά και στο πεδίο της χειραφέτησης και της αυτοδιαχείρισης, με σαφείς επιδράσεις από τη λαϊκή κουλτούρα και την αρχαία ελληνική δημοκρατία. Αντίθετα από την επικρατέστερη άποψη, οι έννοιες του έθνους και του λαού λειτούργησαν καταλυτικά αναφορικά με τη δημιουργία ταξικής συνείδησης, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι με την τυπική και νομική χρήση τους αποδείχθηκαν χρήσιμες στην εξουσία. Ο απεχθής εθνικισμός, όπως άλλωστε και ο λαϊκισμός, σε όλες τις περιπτώσεις ήταν ένας κρατικός κατασκευασμένος εθνικισμός για την επίτευξη της εξουσιαστικής ηγεμονίας. Στα πλαίσια του συστήματος εθνών-κρατών, ο καπιταλισμός παγίωσε την κυριαρχία του στο εσωτερικό και το διεθνές πεδίο. Οι θεσμικές ρυθμίσεις σε επίπεδο πολιτειακό όσο και αγοράς, στα πλαίσια του έθνους-κράτους και του συστήματος κρατών, οδήγησαν μεν στην κυριαρχία του καπιταλιστικού συστήματος, αλλά παράλληλα ενέτειναν την εσωτερική αμφισβήτηση. Οι οικονομικές κρίσεις σε συνδυασμό με την επιρροή εθνικοαπελευθερωτικών και λαϊκών κινημάτων επέφεραν την κατάρρευση του συστήματος..H αμφισβήτηση του φιλελευθερισμού, του αντιπροσωπευτικού πολιτεύματος και του σχέσεων κράτους-έθνους, οδήγησε στις κρίσεις του 20ου αιώνα και στην καπιταλιστική αναδιάρθρωση στο εσωτερικό των κρατών. Η Κεϋσιανή ρύθμιση μέσω του φορντικού συστήματος συσσώρευσης και του κράτους ευημερίας, οι απώλειες των αποικιών και η ανάγκη για φτηνό εργατικό δυναμικό, δημιούργησαν τις συνθήκες ώστε η σχέση κράτους- έθνους να προσλάβει διαφορετικά χαρακτηριστικά, μέσω μιας νέας νοηματοδότησης του έθνους. Η έννοια του συνταγματικού πατριωτισμού μπορούσε να υπονομεύσει το εθνοτικά καθορισμένο έθνος, με την απόδοση πολιτικών δικαιωμάτων σε κάθε πολίτη ανεξάρτητα από την εθνοτική του προέλευση. Ταυτόχρονα, η αναδιάρθρωση του συστήματος κρατών στα πλαίσια υπερεθνικών οργανισμών όπως η ΕΕ, έθεσε τις βάσεις για την διαμόρφωση μιας οικονομικής ελίτ που μπορεί να δρα ανεξάρτητα από τους περιορισμούς της κρατικής έννομης τάξης.H κρίση του Κεϋνσιανού μοντέλου κατά την δεκαετία του ’70, η ανάπτυξη των εταιρικών κολοσσών, η σταδιακή κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου και ο ανταγωνισμός των αναδυόμενων ανατολικών αγορών, δημιούργησαν τις προϋποθέσεις ώστε στα πλαίσια της παγκόσμιας κατανομής εργασίας, το σύστημα να επιδιώξει μια εκ νέου αναδιάρθρωση. Το σύστημα της ευέλικτης συσσώρευσης, απαίτησε τον επαναπροσδιορισμό του θεσμικού πλαισίου και των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων. Ο περιορισμός του κράτους πρόνοιας και των εργασιακών δικαιωμάτων, με σκοπό την ολοκληρωτική εμπορευματοποίηση, έπρεπε να συνοδευτεί από έναν αντίστοιχο περιορισμό των πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων. Αυτό θα μπορούσε να είναι εφικτό μέσω της αποσύνδεσης του κράτους από τις κυρίαρχες εθνοτικές ομάδες που καθορίζουν το έθνος και που μέσω του κράτους διεκδικούν τα όποια συνταγματικά εγγυημένα δικαιώματα. Στα πλαίσια της κυριαρχίας της νέας δεξιάς, η υπερεθνική αγορά κατανέμει πόρους και δικαιώματα, εγγυάται τη σταθερότητα της διατήρησης και κίνησης των κεφαλαίων, οικειοποιείται την έννομη τάξη πραγμάτων και αποφασίζει η ίδια για το ποιος και τι πρέπει να κατέχει δικαιώματα. Στη νέα καπιταλιστική αναδιάρθρωση η έννοια του έθνους, όσο και του λαού, γίνεται ένα εμπόδιο που πρέπει να υπερκερασθεί. Η τακτική του καταναλωτισμού και της ηδονιστικής θεώρησης που συνόδευσε τη χρέωση φυσικών προσώπων και κρατών ώστε να επιτευχθεί η συσσώρευση κεφαλαίου, ήταν η μια όψη της εκποίησης των συνειδήσεων και της βιοπολιτικής δημιουργίας της ταυτότητας του παγκόσμιου καταναλωτή. Η άλλη όψη ήταν η αποδομητική λειτουργία του μεταμοντερνισμού που επιχειρεί την προγραμματική αποδόμηση των εθνικών ταυτοτήτων, της λαϊκής ταυτότητας και του πατριωτισμού. 


Από-εθνικοποίηση και δικαιώματα.


Η αποδομητική αφήγηση για την εθνική ταυτότητα, συνιστά μια άλλη αφήγηση, που είναι τόσο σχετική όσο και οι αφηγήσεις των οποίων επιχειρεί την αποδόμηση. Η λογική κατάληξή του οδηγεί στην σχετικότητα, που τελικά νομιμοποιεί την ατομική ελευθερία επιλογής αφήγησης. Παρόλα αυτά, οι αφηγήσεις με πολιτικό και συγκρουσιακό περιεχόμενο που βασίζονται σε παραδόσεις και δικαιώματα, οικοδομούν μια ανθρώπινη πραγματικότητα.Αν η αφήγηση του έθνους-κράτους δημιουργεί την εθνική ταυτότητα, τότε η μετα-αφήγηση του μετα-κράτους θα έπρεπε να έχει δημιουργήσει την άνευρη ταυτότητα του πολίτη-καταναλωτή δικαιωμάτων και προϊόντων. Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει, για τον απλό λόγω του ότι, κάθε άτομο κατέχει πλήθος ιεραρχικών ταυτοτήτων που χρησιμοποιεί στη σχέση του με γεγονότα και συλλογικότητες, φορτισμένες με αξίες και νόημα. Οι συλλογικές ταυτότητες εντούτοις σχετίζονται με την διεκδίκηση δικαιωμάτων και η απουσία τους συντελεί στην απομείωση των δεύτερων. Η ταυτότητα του κοσμοπολίτη ή του ευρωπαίου στερείται πολιτικού περιεχομένου, δεδομένου ότι η λειτουργία της, σε ένα αυτοκρατορικό πλαίσιο όπου κυριαρχούν οι δυνάμεις της αόρατης αγοράς, δεν έχει αντίκρισμα. Οι ταξικές ταυτότητες επίσης, αδυνατούν να δομήσουν την συλλογικότητα που μπορεί να δρά σε ευρύ χωρικό και θεσμικό πλαίσιο. Έτσι, η εθνική ταυτότητα, όσο και αν συνιστά νομιμοποιητικό στοιχείο της κρατικής εξουσίας, εντούτοις διασφαλίζει την παροχή πολιτικών δικαιωμάτων που σε καμιά περίπτωση βέβαια δεν ταυτίζονται με την ελευθερία και την αυτονομία. Τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι ένας ωραίος μύθος που τον εκμεταλλεύεται η εξουσία, αλλά είναι ανύπαρκτα. Αντίθετα, τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα αποτελούν νομικές δεσμεύσεις της κρατικής εξουσίας που τείνουν να περιορίζουν την αυθαιρεσία της. Μόνο μια αυτοθεσμισμένη κοινωνία θα μπορούσε να επικαλείται έννοιες ανθρώπινων δικαιωμάτων και ελευθερίας. Η αποεθνικοποίηση του κράτους και η μετατροπή του σε νυχτοφύλακα της υπερεθνικής αγοράς, αντίθετα από τα προπαγανδιστικά περιτυλίγματα, θα εγκαθιδρύσει μιαν ανεξέλεγκτη εξουσία που θα αναιρέσει τα όποια δικαιώματα έχει παραχωρήσει η καπιταλιστική ηγεμονία στα πλαίσια του συστήματος κράτους-έθνους. Είναι ήδη ορατό από την εμπειρία της ΕΕ, η οποία επιχειρεί ήδη την αναβίωση της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ότι τα φληναφήματα περί ανθρώπινων και κοινωνικών δικαιωμάτων, όσο και περί «Ευρώπης των λαών», αποτελούν πρόσχημα για την περαιτέρω μείωση των κυριαρχικών, κοινωνικών και ατομικών δικαιωμάτων. Το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα, ενόσω τείνει προς μια συγκεντρωτική αναδιάρθρωση, έχει ως αποτέλεσμα τη συγκεντροποίηση της εξουσίας. Η νέα πολιτικο-οικονομική ελίτ για να αντιδράσει στη μείωση συσσώρευση κεφαλαίου, αφενός θα ακυρώσει τα δικαιώματα που έχουν παραχωρηθεί και αφετέρου θα εντάξει στο σύστημα συσσώρευσης όλους τους τομείς που είχαν εξαιρεθεί από το εθνικό, κοινωνικό και δικαιϊκό κράτος.Προς το παρών, κι εφόσον δεν υπάρχει κάποιο συλλογικό υποκείμενο εκτός από αυτό που ορίζεται εθνοτικά, είναι προφανές ότι οι συγκρούσεις που θα λάβουν χώρα έναντι της επερχόμενης νεο-καπιταλιστικής φεουδαρχίας, θα έχουν πάλι εθνικοαπελευθερωτικό περιεχόμενο.


Γρ. Σουλτάνης

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...