αφορμή τις πολυήμερες απεργιακές κινητοποιήσεις της «κίτρινης φυλής». Κινητοποιήσεις που ανεστάλησαν μέχρι τις 5 Σεπτεμβρίου έπειτα από απόφαση του συνδικάτου των αυτοκινητιστών. Στην ακτινογραφία της «Κ.Ε.» στις διαφορετικές κατηγορίες των ταξιτζήδων πρωταγωνιστής είναι δίχως άλλο ο Θύμιος Λυμπερόπουλος, ο δυναμικός πρόεδρος που ελέγχει 11 στις συνολικά 21 έδρες του Συνδικάτου Αυτοκινητιστών, του ΣΑΤΑ. Αναπληρωτής γραμματέας παραγωγικών τομέων της Ν.Δ., διαθέτει δικό του γραφείο στη νέα έδρα της αξιωματικής αντιπολίτευσης στη Συγγρού και λέγεται πως έχει αναπτύξει πολύ καλές σχέσεις με τον Αντώνη Σαμαρά, τον οποίο άλλωστε είχε ακολουθήσει παλιότερα στην «Πολιτική Ανοιξη».
Δυναμικός και δημοφιλής στον κομματικό του χώρο, στην τελευταία εκλογική αναμέτρηση για το εθνικό συμβούλιο της Ν.Δ. είχε συγκεντρώσει εξαιρετικά υψηλό αριθμό ψήφων, αφήνοντας πίσω του άλλα πιο προβεβλημένα συνδικαλιστικά στελέχη ακόμη και στενούς συνεργάτες του προέδρου του κόμματος. Αντλεί βεβαίως τη δύναμή του από τις κατακτήσεις υπέρ των ταξιτζήδων, που έχει επιτύχει κυρίως κατά τη γαλάζια διακυβέρνηση. Η αρχή έγινε κατά την υπουργεία του Κωστή Χατζηδάκη, που τους επέτρεψε την πιλοτική είσοδο σε λεωφορειολωρίδες η οποία ξεκίνησε ως προσωρινή και παραμένει έως σήμερα.
Το μεγαλύτερο δώρο το εξασφάλισε από τον Ευρ. Στυλιανίδη, ο οποίος υπέγραψε μεγάλες αυξήσεις στο κόμιστρο και μάλιστα σε βάθος χρόνου. Αλλά και επί ΠΑΣΟΚ, ο τέως υφυπουργός Σπύρος Βούγιας, στο όνομα της πάταξης της παρανομίας που γινόταν από ορισμένους οδηγούς εις βάρος ανυποψίαστων τουριστών, πρόλαβε και τους έδωσε ένα μικρό δωράκι, την ταρίφα των 35 ευρώ στη διαδρομή από αεροδρόμιο προς κάθε περιοχή του δακτυλίου και αντίστροφα, που φθάνει τα 50 ευρώ τις νυχτερινές ώρες. Στις περισσότερες διαδρομές είναι 4-5 ευρώ πάνω από αυτά που γράφει το ταξίμετρο. Στη μετωπική σύγκρουση με τον Γιάννη Ραγκούση, ο Θύμιος Λυμπερόπουλος έχει μαζί του ολόκληρο τον κλάδο των ιδιοκτητών ταξί. Υπέρ των απεργιακών κινητοποιήσεων ψηφίζουν οι 4 συνδικαλιστές της ΠΑΣΚ, οι τρεις του ΠΑΜΕ αλλά και οι τρεις ανεξάρτητοι που προέρχονται από τη «μαγιά» του Μ. Μπαντουράκη, επίσης δυναμικού προέδρου των ταξιτζήδων σε παλιότερες εποχές. Τους ενώνει η αντίθεσή τους στο άνοιγμα του επαγγέλματος, που αποτελεί μια «πονεμένη» ιστορία με πλευρές που παραμένουν αθέατες, ακόμη και σήμερα.
Με αυτή την ομοφωνία ο πρόεδρος του ΣΑΤΕ δηλώνει πως «θα πάμε όλοι μαζί στην κόλαση» και στέλνει «φιλάκια», βεβαίως προς όλες τις κατευθύνσεις του πολιτικού μας συστήματος. Εχει ωστόσο αντίθετους τους περίπου 14.000 οδηγούς ταξί. Αποτελούν το 50% των εργαζομένων στον κλάδο και όλο αυτό το διάστημα είναι άνεργοι. Οι άδειες ταξί είναι υπόθεση του κράτους από το 1920, από τις οποίες όμως το Δημόσιο παίρνει ψίχουλα. Στη δεκαετία του '60 λέγεται ότι πολλοί επώνυμοι, της πολιτικής αλλά και του θεάματος, εξασφάλιζαν σημαντικό εισόδημα εκμισθώνοντας άδειες που είχαν στην κυριότητά τους. Η δικτατορία άνοιξε το επάγγελμα, φυσικά έπειτα από δηλώσεις «νομιμοφροσύνης» που υπέγραφαν οι ενδιαφερόμενοι. Ο Στέφανος Μάνος, ως υπουργός Οικονομικών το 1992, είχε ανακοινώσει την απελευθέρωση των ταξί, μαζί με τα φαρμακεία και περίπτερα, αλλά είχαν αντιδράσει δυναμικά οι ταξιτζήδες με πορείες και κινητοποιήσεις που έφθασαν ώς την πολιορκία της κατοικίας του τότε πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη και έτσι το θέμα ...ξεχάστηκε. Είναι άγνωστο με ποια κριτήρια στην πρωτεύουσα κυκλοφορούν περίπου 14.000 ταξί, ενώ λέγεται πως υπάρχουν αρκετές «μαϊμούδες». Πρόκειται για γερασμένα οχήματα που έχουν αποσυρθεί, αλλά αρκετά συνεχίζουν να κυκλοφορούν με παράνομες πινακίδες.
Στοιχεία του υπουργείου Μεταφορών αναφέρουν ότι στο Λεκανοπέδιο αναλογούν 2-2,5 ταξί για κάθε 1.000 κατοίκους, έναντι 10 στη Βαρκελώνη και το Ελσίνκι, 4 στην Πράγα και το Βουκουρέστι, 3 στη Βουδαπέστη και τη Μαδρίτη, πόλεις που θεωρούνται ότι βρίσκονται στην ίδια κλίμακα με την ελληνική πρωτεύουσα. Με δύο νόμους, τον 1437/1983 και 3109/2003, όλοι επί «πράσινης» διακυβέρνησης, θεσμοθετήθηκε ότι κάθε φυσικό πρόσωπο έχει δικαίωμα να κατέχει δύο άδειες, καθώς και άλλη μία στο όνομα συγγενικού του προσώπου. Τυπικά η διάταξη εφαρμόζεται, όμως στην πράξη καταστρατηγείται με διάφορους τρόπους. Η μεταβίβαση μιας άδειας σε τρίτο πρόσωπο επιτρέπεται και λέγεται πως η «ταρίφα» φθάνει τις 200.000 ευρώ. Ηταν τιμές για τις λεγόμενες «καλές εποχές», τότε που η διπλή και τριπλή κούρσα ήταν κανόνας και ο πολίτης έβαζε... μέσον για να στριμωχθεί στο ταξί. Την τελευταία περίοδο, λόγω της οικονομικής κρίσης, υπάρχει μεγάλη πτώση στην πελατεία και οι τιμές στις αγοραπωλησίες αδειών είχαν πέσει και στα 70.000 ευρώ. Λέγεται πως το τελευταίο διάστημα, όταν είχαν διαρρεύσει οι βασικές διατάξεις του σχεδίου Ρέππα, οι τιμές είχαν τσιμπήσει. Στην πράξη όμως, στα συμβόλαια μεταβίβασης η αξία είναι γύρω στα 2.500-3.000 ευρώ και σε περίπτωση γονικής παροχής γίνεται χωρίς φορολόγηση, ενώ για τρίτα πρόσωπα η είσπραξη για τα δημόσια ταμεία ήταν μόλις 500 ευρώ.
Η πιο ενδιαφέρουσα κατηγορία αξιοποίησης των αδειών γίνεται μέσα από εταιρείες, που ανήκουν κυρίως σε μαντράδες και διαχειρίζονται έως και 120 ταξί. Τα οχήματα περιέρχονται σε αυτούς με διάφορους τρόπους, για παράδειγμα ένας ναυτικός, που έχει ταξί αλλά ταξιδεύει για κάποιους μήνες, το παραδίδει για ενοικίαση. Το κέρδος από μια τέτοια παραχώρηση μπορεί να φθάνει και τις 20.000 ευρώ το χρόνο, συνήθως χωρίς να υπάρχει κάποια επίσημη καταχώριση και χωρίς να δηλώνονται στην εφορία. Οι οδηγοί, που διαθέτουν επαγγελματικό δίπλωμα και θέλουν να δουλέψουν σε ταξί, πληρώνουν συνήθως 45-50 ευρώ ενοίκιο για 12ωρη βάρδια. Τα μεικτά έσοδα της κάθε βάρδιας υπολογίζονται σε 80-90 ευρώ, από τα οποία ο οδηγός πρέπει να πληρώσει από την τσέπη του περίπου 20 ευρώ για πετρέλαιο.
Με την κατακόρυφη άνοδο στις τιμές των καυσίμων τα περισσότερα ταξί «κιτρινίζουν» για ώρες στις λεγόμενες καλές πιάτσες, όπως το λιμάνι, ο Κηφισσός και το αεροδρόμιο, περιμένοντας την καλή κούρσα. Η ασφάλιση των οδηγών είναι μιαν άλλη ιστορία. Σε ελέγχους που έγιναν σε 2.000 ταξί την τελευταία διετία από μεικτά συνεργεία της επιθεώρησης εργασίας του ΙΚΑ, της τροχαίας και του ΕΚΑ, διαπιστώθηκε ότι το 87% εργάζονται χωρίς ασφάλιση και υπολογίζεται ότι τα διαφυγόντα έσοδα για το ΙΚΑ φθάνουν τα 60 εκατ. το χρόνο. Κόπηκαν πρόστιμα 500 ευρώ για την κάθε παράβαση και η υπόθεση ...ξεχάστηκε χωρίς να ανακληθούν οι άδειες ταξί, όπως προβλέπει ο νόμος.
Τα «πειραγμένα» ταξίμετρα, η έκδοση απόδειξης, η καθαριότητα, η καλή συμπεριφορά, η άγνοια των δρόμων που πολλές φορές είναι σκόπιμη, η επιλογή πελάτη και η άρνηση μίσθωσης, είναι μερικά κεφάλαια στην υπόθεση ταξί που σε άλλες χώρες είναι αυτονόητα αλλά στην Ελλάδα αποτελούν ακόμη το ζητούμενο.
Ρεπορτάζ: Χαρά Τζαναβάρα
http://reporter-tv.blogspot.com/