Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2011

«Γράψε - σβήσε» με το άρθρο 99 του Πτωχευτικού Κώδικα



(του Κωνσταντίνου Αγγελάκη)
Με τα στοιχεία για την κατάσταση στην αγορά να βαίνουν συνεχώς επιδεινούμενα και τα «λουκέτα» να πληθαίνουν καθημερινά στους πιο εμπορικούς δρόμους της χώρας, η κυβέρνηση προχώρησε, τις προηγούμενες ημέρες, στην κατάθεση νομοσχεδίου για την τροποποίηση του περίφημου άρθρου 99 του Πτωχευτικού Κώδικα, σε μια προσπάθεια να «χαλαρώσει» κάπως το βρόχο που ταλανίζει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ICAP, οι πτωχεύσεις το 2010 ανήλθαν στις 355, ενώ για φέτος αναμένεται κυριολεκτικά έκρηξη των αριθμών, που θα οδηγήσει στην ανεργία χιλιάδες εργαζόμενους. Η πραγματικότητα, όμως, είναι ακόμη χειρότερη, δεδομένου ότι υπάρχουν χιλιάδες επιχειρήσεις, οι οποίες διακόπτουν τη λειτουργία τους χωρίς να κηρυχθούν σε πτώχευση και επομένως δεν καταχωρίζονται.
Προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης το νέο άρθρο 99
Με τα δεδομένα αυτά και τη συνακόλουθη κοινωνική έκρηξη να υποφώσκει, κατέστη αναγκαία η τροποποίηση του Πτωχευτικού Κώδικα του 2007 στο θέμα της προπτωχευτικής διαδικασίας, κατά το πρότυπο του γαλλικού δικαίου, προκειμένου να υπαχθούν στις ρυθμίσεις ακόμη περισσότερες επιχειρήσεις. Βασικός σκοπός είναι να διασωθεί η επιχείρηση πριν πτωχεύσει και απαξιωθεί, γιατί τότε και οι πιστωτές δεν πρόκειται να πάρουν τα λεφτά τους και η ανεργία θα αυξηθεί περαιτέρω.
Ο Πτωχευτικός Κώδικας του 2007 προέβλεπε τη δυνατότη τα συμφωνίας του οφειλέτη με τους πιστωτές του (συνδιαλλαγή), σε μια προσπάθεια ρύθμισης των οφειλών του και αναδιοργάνωσης της επιχείρησής του. Ωστόσο, το βασικό μειονέκτημα του θεσμού ήταν ότι η συμφωνία δεν δέσμευε τους πιστωτές που δεν συναινούσαν. Χαρακτηριστική ήταν, άλλωστε, η περίπτωση των σούπερ μάρκετ Ατλάντικ, τα οποία δεν κατάφεραν να υπαχθούν στο άρθρο 99, επειδή μόλις το 6,7% των πιστωτών της έδωσε τη συναίνεσή του για την εκπόνηση σχεδίου εξυγίανσης της εταιρείας.
Με τη νέα διάταξη του άρθρου 99, που ψηφίστηκε την περασμένη Τρίτη στην Ολομέλεια της Βουλής, καθιερώνεται προπτωχευτική διαδικασία εξυγίανσης. Μπορεί, δηλαδή, ο οφειλέτης να έρθει σε συμφωνία με τους πιστωτές του, υποβάλλοντας σχετική αίτηση στο δικαστήριο, με την οποία θα ζητά να πάρει μια «ανάσα» από την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του, καταθέτοντας σχέδιο διάσωσης της επιχείρησής του. Η σχετική δικάσιμος ορίζεται μέσα σε δύο μήνες από την αίτηση. Το δικαστήριο θα αποφανθεί για την...
υπαγωγή ή μη της επιχείρησης με κριτήρια το αν υπάρχουν βάσιμες προσδοκίες επιτυχίας του σχεδίου αναδιοργάνωσης κι αν τυχόν βλάπτονται τα συμφέροντα των μη συναινούντων πιστωτών.
Η αίτηση μπορεί, πάντως, να υποβληθεί και έπειτα από την επίτευξη συμφωνίας με τους πιστωτές ή ανεξαρτήτως αυτής. Το μέτρο αυτό είναι χρήσιμο γιατί, πολλές φορές, δημοσιοποιούνται τα οικονομικά προβλήματα της επιχείρησης κατά το στάδιο των δικαστικών διαπραγματεύσεων με αυτούς, κάτι που χειροτερεύει περαιτέρω την οικονομική της κατάσταση και πλήττει την εμπορική της αξιοπιστία.
Ποιος μπορεί τελικά να υπαχθεί στο άρθρο 99
Με την αρχική διατύπωση του νομοσχεδίου που κατετέθη στη Βουλή αίτηση μπορούσε να υποβάλει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο υφίστατο σοβαρά οικονομικά προβλήματα που μπορούν να αντιμετωπιστούν με τη διαδικασία αυτή, ανεξαρτήτως του αν υπάρχει στάση πληρωμών. Ωστόσο, η διάταξη αυτή δέχτηκε τα πυρά σύσσωμης της αντιπολίτευσης, διότι εγκυμονούσε κινδύνους για γενικευμένη πιστωτική κρίση. Γιατί ποιος προμηθευτής θα έδινε εμπορεύματα με πίστωση σε επιχείρηση, γνωρίζοντας ότι αυτή μπορεί, απλώς προφασιζόμενη την ύπαρξη έστω παροδικής οικονομικής στενότητας, ακόμη και σε συμπαιγνία με ένα μόνο, και μάλιστα μικρό, δανειστή της, να προσφύγει στο άρθρο 99 και να χάσει έτσι αυτός τα χρήματά του;
Τον προβληματισμό της διατύπωσε για το θέμα αυτό και η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής, η οποία έκανε λόγο για τους εκτεταμένους κινδύνους κατάχρησης που θα δημιουργούσε η γενικόλογη αυτή διατύπωση, ενθαρρύνοντας τελικά τους κακοπληρωτές και διευκολύνοντάς τους να αποφεύγουν να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους, οδηγώντας πλέον τους προμηθευτές τους σε οικονομικό αδιέξοδο.
Το αποτέλεσμα ήταν τελικά ο αναπληρωτής υπουργός Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας, κ. Ξυνίδης, να επαναφέρει την αρχική διατύπωση του άρθρου 99, σύμφωνα με την οποία για να υπαχθεί μια επιχείρηση ή ένα φυσικό πρόσωπο που είναι έμπορος στη ρύθμιση πρέπει να έχει το κέντρο των κύριων συμφερόντων του/της στην Ελλάδα και να βρίσκεται σε κατάσταση παρούσας ή επαπειλούμενης αδυναμίας πληρωμής ληξιπρόθεσμων οφειλών κατά τρόπο γενικό. Στη δια δικασία μπορούν να προσφύγουν και επιχειρήσεις ως προς τις οποίες εκκρεμεί ήδη αίτηση πτώχευσης.
Τι περιλαμβάνει η αίτηση υπαγωγής στο άρθρο 99
Σύμφωνα με τη νέα ρύθμιση, η αίτηση του οφειλέτη πρέπει να συνοδεύεται υποχρεωτικά από έκθεση εμπειρογνώμονα της δικής του επιλογής, ο οποίος είναι είτε τράπεζα είτε ελεγκτικό γραφείο είτε λογιστής φοροτεχνικός α’ τάξεως για τα φυσικά πρόσωπα. Ο εμπειρογνώμονας ουσιαστικά υποβοηθεί το δικαστήριο που δεν έχει τις ειδικές γνώσεις για να διαγνώσει αν η επιχείρηση έχει προοπτική βιωσιμότητας ενόψει της οικονομικής της κατάστασης, των αιτίων που την προκάλεσαν, των περιουσιακών στοιχείων που διαθέτει και την εν γένει κατάσταση της αγοράς και ιδίως του κλάδου του. Με την υποβολή της αίτησης κατατίθεται παράβολο ύψους 7.000 ευρώ για τις ανώνυμες εταιρείες, 4.000 ευρώ για τις λοιπές εταιρείες και 2.000 ευρώ για τα φυσικά πρόσωπα, ώστε να καλυφθούν τα έξοδα της διαδικασίας.
Το δικαστήριο, είτε έπειτα από αίτηση του οφειλέτη είτε έπειτα από αίτημα των πιστωτών ή ακόμη και αυτεπαγγέλτως, μπορεί να διορίσει μεσολαβητή για να διευκολύνει τη σύναψη συμφωνίας με τους πιστωτές, καθώς και την υλοποίησή της, όπως και ειδικό εντολοδόχο, ιδίως στην περίπτωση που υπάρχουν περιουσιακά στοιχεία και στο εξωτερικό. Ωστόσο, ο διορισμός μεσολαβητή δεν είναι πλέον υποχρεωτικός και έτσι μειώνονται τα έξοδα.
Συμφωνία της πλειοψηφίας των πιστωτών ή υποκατάστασή της από το δικαστήριο
Η συμφωνία εξυγίανσης υπογράφεται από τον οφειλέτη και, αν έχει γίνει συνέλευση των πιστωτών, από τα πρόσωπα που παρίστανται σε αυτή ή εξουσιοδοτήθηκαν από αυτή. Απόφαση λαμβάνεται εάν παρίστανται ή αντιπροσωπεύονται πιστωτές που εκπροσωπούν το 50% του συνόλου των απαιτήσεων. Για την αποδοχή του σχεδίου συμφωνίας απαιτείται πλειοψηφία των πιστωτών που εκπροσωπούν το 60% των απαιτήσεων. Αν δεν λάβει χώρα συνέλευση, συμβάλλονται οι πιστωτές που εκπροσωπούν το 60% του συνόλου των απαιτήσεων στο οποίο πρέπει να περιλαμβάνεται το 40% όσων οι απαιτήσεις εξασφαλίζονται με υποθήκη, ενέχυρο, προσημείωση κ.λπ. Εφόσον, όμως, το δικαστήριο διαπιστώσει ότι καταχρηστικώς δεν συμπράττουν οι πιστωτές στη διαδικασία προκειμένου να την τορπιλίσουν, μπορεί να προχωρήσει και χωρίς αυτούς.
Εάν το δικαστήριο δεχτεί την αίτηση του οφειλέτη για υπαγωγή στο άρθρο 99 και εγκρίνει το σχέδιο αναδιοργάνωσης της επιχείρησης, αρχίζει η φάση της εξυγίανσης η οποία, καταρχάς, διαρκεί τέσσερις μήνες από την έκδοση της απόφασης. Εάν η αίτηση συνυποβάλλεται με την πλειοψηφία των πιστωτών μπορεί το στάδιο να διαρκέσει εφτά μήνες. Άρα, η επιχείρηση περνά μια περίοδο χάριτος, κατά τη διάρκεια της οποίας προσπαθεί να ανασυγκροτηθεί και να εξυγιανθεί με βάση το σχέδιο που εγκρίθηκε από το δικαστήριο.
Η καινοτομία έγκειται στο ότι, κατά το στάδιο αυτό, δεσμεύονται πλέον από τη συμφωνία και οι πιστωτές που δεν είχαν συναινέσει και συμφωνήσει στο σχέδιο του οφειλέτη. Ωστόσο, ενώ με την προηγούμενη ρύθμιση οι πιστωτές δεν μπορούσαν να λάβουν μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης, αυτομάτως με την έκδοση της απόφασης υπαγωγής στο άρθρο 99 αυτό μπορεί να αποφασίζεται κατά περίπτωση από το δικαστήριο.
Ειδικά για τις μισθώσεις, όμως, ορίζεται ότι ο εκμισθωτής στον οποίο οφείλονται από έξι μισθώματα και άνω μπορεί, παρά το «πάγωμα» των αναγκαστικών μέτρων που έχει επιβληθεί, να καταγγείλει τη μίσθωση και να αποβάλει το μισθωτή από το μίσθιο. Εξαίρεση ισχύει, επίσης, και για τους μισθούς των εργαζομένων οι οποίοι μπορούν να τους διεκδικήσουν και κατά την περίοδο χάριτος.
Το άρθρο 99 δεν είναι πανάκεια
Φυσικά, η υπαγωγή στο άρθρο 99, τόσο με την παλαιότερη όσο με τη νέα του μορφή, δεν σημαίνει ότι η εταιρεία σώζεται οριστικά και γλιτώνει τη χρεοκοπία. Έχει απλώς την έννοια ότι της δίνεται μια δεύτερη ευκαιρία για να προσπαθήσει να βγει από το οικονομικό αδιέξοδο, χωρίς την ασφυκτική πίεση των πιστωτών της. Πολλές επιχειρήσεις δεν τα καταφέρνουν και οδηγούνται αναπόφευκτα σε πτώχευση και οριστικό κλείσιμο, αλλά άλλες, οι οποίες αντιμετωπίζουν τα προβλήματα που αποτυπώνονται στην οικονομοτεχνική μελέτη και εξορθολογίζουν τη λειτουργία και τις δαπάνες τους, διασώζονται. 
(Επίκαιρα)

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...