Του Ορέστη Καλογήρου http://www.realpolitics.gr/index.php/archives/34814
Στη Βουλή ψηφίστηκε επί της αρχής το νομοσχέδιο για τη μεταρρύθμιση του Πανεπιστημίου από μια πλειοψηφία που ξεπερνά τους 250 βουλευτές. Είναι κάτι που συμβαίνει για πρώτη φορά από τη Μεταπολίτευση και υπερβαίνει τα όρια μιας, έστω σημαντικής, νομοθετικής ρύθμισης. Για την ευρύτερη πολιτική σημασία και τις συνέπειες αυτού του, πρωτοφανούς στα πολιτικά μας ήθη, γεγονότος, θα μιλήσουν πολλοί και πολλές. Και θα το ερμηνεύσουν κατά το δοκούν. Η δουλειά όμως των Πανεπιστημιακών δασκάλων είναι άλλη. Το, νέο πλέον, θεσμικό πλαίσιο έχει μια συναρπαστική ιδιομορφία. Ανοίγει ένα τεράστιο πεδίο παρέμβασης στα ακαδημαϊκά μας πράγματα και εξαρτάται σχεδόν αποκλειστικά από την Πανεπιστημιακή κοινότητα, αν θα το διαχειριστεί επ’ ωφελεία του Πανεπιστημίου, των φοιτητών και της κοινωνίας ή αν θα επιτρέψει για μια ακόμη φορά τη βραχυκύκλωση των μεγάλων αλλαγών, που όλοι και όλες ξέρουμε καλά ότι χρειάζονται.
Τολμώ να κάνω την πρόβλεψη, ότι όσοι... φοβούνται, αλλά και όσοι εύχονται, πως η ψήφιση του νόμου θα οδηγήσει σε παρατεταμένη αναταραχή τα Πανεπιστήμια, όπως το 2006, θα διαψευστούν. Αυτή τη φορά η Πανεπιστημιακή κοινότητα, αλλά και η κοινωνία δείχνουν ότι δεν θα ανεχθούν απειροελάχιστες μειοψηφίες να ταλαιπωρήσουν το Πανεπιστήμιο. Εδώ πρέπει να αναγνωρίσουμε ευθαρσώς, ότι τον δύσβατο δρόμο της Πανεπιστημιακής μεταρρύθμισης άνοιξε η Μαριέττα Γιαννάκου, που όμως, από τη μια συνάντησε τη λυσσαλέα αντίδραση ενός δυναμικού αντιμεταρρυθμιστικού πόλου και από την άλλη εγκαταλείφθηκε από το ίδιο το κόμμα της.
Τώρα η μοίρα του ελληνικού Πανεπιστημίου είναι, σε μεγάλο βαθμό, στα χέρια των πανεπιστημιακών δασκάλων. Η ευθύνη για την επιλογή των άριστων εξωπανεπιστημιακών μελών των Συμβουλίων Ιδρύματος, η αναζήτηση με διεθνή διαγωνισμό των άριστων υποψηφίων για τη θέση του πρύτανη και η εκλογή του καλλίτερου από αυτούς είναι αποκλειστικά ευθύνη των Πανεπιστημιακών. Το στοίχημα, όμως, είναι ανοιχτό και η έκβαση της μεταρρύθμισης δεν είναι δεδομένη. Είναι βέβαιο, ότι τα υπολείμματα των κομματικών στρατών θα επιδιώξουν να ελέγξουν τις διαδικασίες. Αυτή τη φορά, όμως, από πολύ πιο δυσμενείς θέσεις σε σχέση με το παρελθόν.
Σε κάθε περίπτωση, οι αδέσμευτες μεταρρυθμιστικές δυνάμεις του Πανεπιστημίου πρέπει να είναι σε εγρήγορση. Η ανησυχία που προκαλεί η ανατροπή συνηθειών που ίσχυσαν για δεκαετίες είναι εύλογη. Η μεγάλη πλειοψηφία των Πανεπιστημιακών παρακολούθησαν μεν με ειλικρινή ανησυχία και ίσως αμηχανία τις εξελίξεις, αλλά δεν προσχώρησαν στην καταστροφολογία και το μηδενισμό. Οι συνήθεις κατ’ επάγγελμα αρνητές οποιασδήποτε απόπειρας μεταρρύθμισης είναι, πλέον, στο περιθώριο. Η ώθηση που έδωσε η κοινωνία και η ευρεία πολιτική συναίνεση που επιτεύχθηκε, θέτουν τώρα την Πανεπιστημιακή κοινότητα μπροστά σε μια ιστορική ευθύνη. {Να αποδείξει}, ότι όσοι πρόσβαλαν την ακαδημαϊκή της αξιοπρέπεια, από όποια μεριά και αν προέρχονταν, δεν λένε την αλήθεια.
Να εργαστεί, για να μετατρέψει το νέο θεσμικό πλαίσιο σε εργαλείο αναβάθμισης του ελληνικού Πανεπιστημίου.
Να συζητήσει και να συγκρουστεί δημιουργικά πάνω στα πραγματικά προβλήματα. Να συνομιλήσει με την κοινωνία και να την εμπιστευτεί.
Να αφήσει στην άκρη τις ιδεοληψίες, την εσωστρέφεια, τη μικροδιαχείριση της καθημερινότητας και να φτιάξει το Πανεπιστήμιο του 21ου αιώνα, το Πανεπιστήμιο της γενιάς μας.
* Ο Ορέστης Καλογήρου είναι καθηγητής στο Τμήμα Φυσικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης