Του Κώστα Γιαννακίδη
Λίγο πριν το προσκύνημα στη Μεγαλόχαρη, η κυβέρνηση έκανε μία δέηση προς τον επιχειρηματικό κόσμο. Ζήτησε επαναπατρισμό κεφαλαίων αλλά και πραγματοποίηση αναπτυξιακών επενδύσεων -στην Ελλάδα αναπτύσσονται πλέον μόνο τα ζαρζαβατικά. Ο αντιπρόεδρος Βενιζέλος άδραξε το παράδειγμα των Ιταλών επιχειρηματιών που δήλωσαν ότι δεν θα επιτρέψουν την είσοδο της χώρας τους στη δίνη της περιπέτειας. Ωραίο παράδειγμα, αλλά το να βάζεις τον ‘Ελληνα επιχειρηματία δίπλα στον Ιταλό είναι ακριβώς το ίδιο με το να τοποθετείς έναν Αθηναίο δίπλα σε ένα Ρωμαίο. Μοιάζουν πολύ, αλλά αν αρχίσεις να τους περιεργάζεσαι, να τους γυρίζεις ανάποδα και να εξετάζεις κουλτούρα και αισθητική, θα δεις τις διαφορές.
Δείτε από ψηλά, έστω με έναν αποδεκτό βαθμό αυθαιρεσίας. Η ιταλική επιχειρηματική τάξη έχει βαθιές καταβολές, γνήσια αστική καταγωγή και, κυρίως, βιομηχανική ταυτότητα. Συγκροτεί οικονομία του G7, έχει… μα όχι, είναι αστείο να συγκρίνεις και γελοίο να εντοπίζεις διαφορές. Μένουμε στην Ελλάδα. Σε ποιους, λοιπόν, απευθύνεται η κυβέρνηση, ζητώντας να επιδείξουν πατριωτισμό και επιχειρηματική τόλμη; Δεν είναι εύκολο να περιγράψεις την εγχώρια επιχειρηματική τάξη. Όμως ναι, αντλεί την καταγωγή της από αυτούς που ροκάνισαν το σχέδιο Μάρσαλ, δεν επένδυσαν στη βιομηχανία, άρθρωσαν το σκελετό της οικονομίας με υπηρεσίες του τριτογενή τομέα, φούνταραν επιχειρήσεις, έφτιαξαν προβληματικές, μάσησαν θαλασσοδάνεια. Ασφαλώς όλα αυτά με την αρωγή, την παρότρυνση και την πίεση του πολιτικού κόσμου. Όσο και αν η εικόνα επενδύεται με σύγχρονες και θετικές ψηφίδες, η ελληνική επιχειρηματική παράδοση βάζει τον επιχειρηματία να συναλλάσσεται με το κράτος, αναπτύσσοντας μία αμφίδρομη σχέση με τη διαφθορά του. Ακόμα και όταν δεν το επιθυμεί, ο παίκτης του επιχειρείν, πρέπει να σηκώσει το φύλλο που του μοιράζουν. Εν τέλει ο Έλληνας επιχειρηματίας είναι ο πρώτος που γνωρίζει ότι δεν μπορεί να εμπιστευτεί αυτό το κράτος. Για ποιο λόγο να το στηρίξει αν δεν έχει να αποκομίσει κάτι από αυτό; Και εδώ είναι το πρόβλημα. Αυτός ο συλλογισμός απευθύνεται και στις δύο πλευρές της ελληνικής επιχειρηματικότητας. Είτε έχεις μάθει να κάνεις δουλειές με το κράτος, είτε απέναντι από αυτό, η εικόνα της αποσύνθεσης είναι αποκρουστική. Ο παλιός επιχειρηματίας γνωρίζει ότι οι καλύτερες δουλειές γίνονται όταν λεηλατείς το κράτος. Ο καινούργιος διαπιστώνει ότι λεηλατείται από το κράτος.
Πριν, λοιπόν, ο πολιτικός κόσμος ζητήσει από τους επιχειρηματίες επαναπατρισμό κεφαλαίων και επενδύσεις, ας δημιουργήσει ένα σαφές και ξεκάθαρο πλαίσιο. Με όρια και κανόνες. Αρκεί το πολιτικό προσωπικό να μη βλέπει στην επιχειρηματικότητα το ελκυστικό πεδίο του εκμαυλισμού και της υπαλληλικής σχέσης. Και την ίδια στιγμή ο νέος, ο καινοτόμος, ο σύγχρονος επιχειρηματίας, να γνωρίζει ότι οι γραμμές του γηπέδου δεν αλλάζουν στην διάρκεια του παιχνιδιού. Μετά τα πράγματα, μαζί με τα κεφάλαια, θα πάρουν τον δρόμο τους.
ένα άρθρο των πρωταγωνιστών