Του ΠΡΟΚΟΠΗ ΓΙΟΓΙΑΚΑ
Στον αέρα τινάζει το χρηματιστήριο των αδειών ταξί η απελευθέρωση του επαγγέλματος. Η κατάρρευσή του θα συμπαρασύρει με τη σειρά της ένα ολόκληρο σύστημα που στήθηκε γύρω από τις μεταβιβάσεις των αδειών, τις προμήθειες και το μαύρο χρήμα. Και από εκεί, σύμφωνα με ανθρώπους που γνωρίζουν καλά τον χώρο των ταξί, αρχίζουν όλες οι αντιρρήσεις για το άνοιγμα του επαγγέλματος.
Αυτή τη στιγμή, με τις κινητοποιήσεις και την προοπτική ανοίγματος τού επαγγέλματος, η αγορά έχει παγώσει, αφού όλοι κρατούν στάση αναμονής. Πριν από μερικούς μήνες ωστόσο, μια άδεια ταξί, σύμφωνα με συνδικαλιστές των οδηγών ταξί πωλούνταν 80.000 ευρώ. Τιμή... χαμηλή αν αναλογιστεί κανείς ότι η ίδια άδεια είχε φθάσει λίγο μετά τούς Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας να πωλείται ακόμη και 220.000! Το περίεργο είναι ότι γι' αυτές τις αγοραπωλησίες στην Εφορία δεν εμφανίζεται συνήθως ποσό πάνω από 4.000 ευρώ.
Το δικαίωμα να μεταβιβάζονται οι άδειες δόθηκε μετά τη μεταπολίτευση, επί Κ. Καραμανλή. Μέχρι και το 1977, η άδεια ταξί ήταν προσωπική και αμεταβίβαστη. Αν ο ιδιοκτήτης του πέθαινε και δεν ασκούσε το επάγγελμα απόγονός του, η άδεια έπρεπε να επιστραφεί στο κράτος. Μπορούσαν δηλαδή να τις κληρονομήσουν στα παιδιά τους, αλλά όχι σε τρίτους.
Επί χούντας είχαν δοθεί γύρω στις 8.000 άδειες. Το 1973 καθορίστηκε από το κράτος η άυλη αξία της άδειας, η οποία κυμάνθηκε γύρω στις 550.000 δραχμές. Με τη δυνατότητα μεταβίβασης που δόθηκε από την περίοδο Καραμανλή, οι άδειες αποκτούν ξαφνικά εμπράγματο δικαίωμα. Αυτό σε συνδυασμό με τις νέες άδειες που χορηγήθηκαν τα χρόνια που ακολούθησαν, ειδικά την πρώτη οκταετία του ΠΑΣΟΚ, σε πολύτεκνους, ολυμπιονίκες και άλλες κοινωνικές ομάδες, αποτέλεσε τη βάση της συναλλαγής για ιδιοκτήτες μάντρας και άσχετους με το επάγγελμα.
Τότε ξεκίνησε και ο χορός των μαύρων συναλλαγών. Ο αριθμός των αδειών είναι πλέον συγκεκριμένος (στην Αθήνα είναι γύρω στις 14.000 και σε όλη την Ελλάδα 30.000) και η τιμή τους καθορίζεται από την προσφορά και τη ζήτηση.
Με νόμο του 2003 γίνεται προσπάθεια να ξεκαθαρίσει το επάγγελμα, αφού αυτός που θα αγόραζε άδεια ταξί θα έπρεπε να προσκομίσει υπεύθυνη δήλωση στην Εφορία και το εκκαθαριστικό ότι δεν ασκεί άλλο επάγγελμα. Τρία χρόνια αργότερα, με νέο νόμο, η δικλίδα ασφαλείας απαλείφεται. Είναι η εποχή που η τιμή της άδειας για την Αθήνα εκτοξεύεται στα 220.000 ευρώ. «Πόσοι εργαζόμενοι μπορούν να βρουν - και να δικαιολογήσουν στην Εφορία - αυτό το ποσό;», αναρωτιούνται οδηγοί ταξί.
ΟΙ ΜΕΣΑΖΟΝΤΕΣ.
Οπως λένε γνώστες της αγοράς, αυτή τη στιγμή δεν συμφέρει έναν ιδιοκτήτη μάντρας να αγοράσει πολλές άδειες. Ωστόσο, οι περισσότερες είναι συγκεντρωμένες στα χέρια τους.
Πώς γίνεται αυτό; Ενας ιδιοκτήτης ταξί που θέλει να πουλήσει την άδειά του πηγαίνει σε έναν μαντρά και συνήθως τού αφήνει και το αυτοκίνητο. Ετσι, μέχρι να βρεθεί αγοραστής, ο μεσίτης εκμεταλλεύεται το ταξί, συνήθως με δύο οδηγούς που δουλεύουν δυο 12ωρες βάρδιες. Οι ιδιοκτήτες παίρνουν προμήθεια (φτάνει ώς και 1.500 ευρώ τον μήνα) και ο μεσίτης γύρω στα 500-600, συνήθως μαύρα.
Βέβαια, υπάρχουν και εκείνοι που δεν θέλουν να δουλέψουν το ταξί και το έχουν για εκμετάλλευση. «Δούλευα για έναν ιδιοκτήτη ταξί ο οποίος ήταν ασφαλιστής και μέσα σε 4 χρόνια έβγαλε καθαρό κέρδος 100.000 ευρώ», αναφέρει συνδικαλιστής των οδηγών ταξί.
ΤΑ ΝΕΑ