Ήταν αναμενόμενο, ενόψει της ολοκλήρωσης της διαδικασίας του PSI για το «κούρεμα» του ελληνικού χρέους και της επικείμενης υπογραφής της νέας δανειακής σύμβασης, οι Ευρωπαίοι να εντείνουν την επιτήρηση που έχουν επιβάλει στην Ελλάδα, με δικαιολογητική βάση την παροχή τεχνογνωσίας στη χώρα μας και την πιστή τήρηση από πλευράς της των στόχων του νέου προγράμματος.
Το ζήτημα είναι, όμως, ότι οι εταίροι προωθούν, ουσιαστικά, την εγκαθίδρυση επιτροπείας που θα κηδεμονεύει την Ελλάδα. Γιατί, στην πραγματικότητα, αυτό σημαίνει η αναβάθμιση της ειδικής ομάδας δράσης του Γερμανού Χορστ Ράιχενμπαχ, που καθίσταται ταυτόχρονα σύμβουλος και ελεγκτής, με αρμοδιότητες που αρχίζουν από τη φορολογία, τη δημόσια διοίκηση, την υγεία και την αγορά εργασίας και θα φθάνουν μέχρι την υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και τις ιδιωτικοποιήσεις ή τη λαθρομετανάστευση.
Είναι γεγονός, βεβαίως, ότι η κυβέρνηση Παπανδρέου άνοιξε το δρόμο για τη μετατροπή της χώρας σε ευρωπαϊκό προτεκτοράτο. Όχι μόνο γιατί ο τέως πρωθυπουργός μεθόδευσε την υπαγωγή της χώρας στο – καταστροφικό, όπως αποδείχθηκε, για τη χώρα και τους πολίτες της – Μνημόνιο και εκχώρησε με χαρακτηριστική ευκολία στην τρόϊκα σημαντικό μέρος της εθνικής κυριαρχίας. Αλλά και επειδή την προηγούμενη διετία, το ΠΑΣΟΚ άφησε τη χώρα ακυβέρνητη, αφού ο μόνος τομέας στον οποίο υπήρξε αποτελεσματική ήταν η επιβολή φόρων και η περικοπή μισθών και συντάξεων.
Ομως, και η μεταβατική κυβέρνηση Παπαδήμου είναι φανερό ότι δεν κυβερνά. Πέραν της συμφωνίας για το «κούρεμα» και τη νέα δανειακή σύμβαση, μαζί με τα σκληρά μέτρα που τη συνοδεύουν, είναι σαφές ότι δεν παρουσιάζει εικόνα εύρυθμης λειτουργίας, ενώ ο κρατικός μηχανισμός βρίσκεται σε κατάσταση διάλυσης.
Το κρίσιμο στοίχημα για την επόμενη κυβέρνηση, η οποία, όπως όλα δείχνουν, θα είναι της Νέας Δημοκρατίας και του Αντώνη Σαμαρά, είναι να λειτουργήσει ουσιαστικά και αποτελεσματικά, να δώσει αναπτυξιακή προοπτική στη χώρα και να πείσει τους Ευρωπαίους ότι υπάρχει στην Ελλάδα ικανή κυβέρνηση που εγγυάται την επιτυχή υλοποίηση του προγράμματος και των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων και διαρθρωτικών αλλαγών. Μόνο έτσι θα μπορέσει να απεμπλακεί η χώρα από την επιτροπεία και η επιτήρηση θα περιοριστεί πραγματικά σε επίπεδο τεχνογνωσίας.
Από τον ΤΥΠΟ της ΚΥΡΙΑΚΗΣ