Τελικά οι διάφοροι δημοσιολόγοι δεν μπορούν να αποφασίσουν: η αριστερά είναι στο περιθώριο γιατί οι ιδέες της δεν εκφράζουν την κοινωνία ή οι ιδέες της ήταν κυρίαρχες και οδήγησαν στην καθυστέρηση
των «μεταρρυθμίσεων» που αναγκάζεται τώρα να τις επιβάλλει μονομιάς η
καημένη η τρόικα σε συνεργασία με τον Γιώργο Παπανδρέου και την
κυβέρνησή του;
γράφει το ΜΑΡΙΚΑΚΙ
Τι από τα δύο να κρατήσουμε ότι, η Αριστερά είναι περιθωριακή γιατί
δεν καταθέτει «σοβαρές» προτάσεις, ή ότι ζούσαμε τις τελευταίες τρεις
δεκαετίες της μεταπολίτευσης σε μια σοβιετικού τύπου
οικονομία (ακόμα και επί Σημίτη, λοιπόν) και τώρα η "ηρωϊκή" τρόικα
αψηφώντας το κοινωνικπολιτικό κόστος προβαίνει σε αυτό που ο Μιχάλης
Χρυσοχοϊδης ονόμασε «αποσοβιετοποίηση» του κράτους;
Κι αν οι ιδέες της είναι βαθιά ριζωμένες στην κοινωνία, σε πιο σημείο άλλαξε το κλίμα κι έγινε «περιθωριακή»;
Σε σχετικές αναζητήσεις καταδύεται από το βήμα της εφημερίδας που
διευθύνει, της Καθημερινής, ο Αλέξης Παπαχελάς, ο οποίος σε άρθρο του με
τίτλο «Οι μύθοι της Αριστεράς» αναρωτιέται γιατί εν έτει 2011 πρέπει να ασχολούμαστε με ζητήματα «αρχαιολογίας» όπως τον καβγά μεταξύ ΚΚΕ και ΣΥΡΙΖΑ για το ΕΑΜ και τη Βάρκιζα ή τις αποκαταστάσεις Ζαχαριάδη και Βελουχιώτη από το ΚΚΕ.
Και απαντάει μόνος του: Γιατί αντανακλούν πολύ βαθιές παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας, είναι η απάντηση.
Όπως αναλύει στη συνέχεια «η Αριστερά επικράτησε μετά το 1974 στην
κουλτούρα, την ιδεολογική ζύμωση και την καταγραφή της ιστορίας» ή
μάλλον, σύμφωνα με τον ίδιο «επικράτησε πλήρως στην κατασκευή και
συντήρηση «ιστορικών» μύθων, όχι στην καταγραφή της ιστορίας», οπότε «η
αστική τάξη της χώρας υποχώρησε ατάκτως, καθώς της δημιουργήθηκε συστηματικά ο βραχνάς των ενοχών
για τα ξερονήσια, τους αποκλεισμούς, «τον χωροφύλακα στο χωριό»»[και
μάλλον κατά τον Παπαχελά δεν θα ‘πρεπε]. Έτσι από την δικαιολογημένη
αναγνώριση όλης της Εθνικής Αντίστασης, λόγω της εποχής και καθώς
«έπρεπε να κλείσει ένα κεφάλαιο» πήγαμε «στο άλλο άκρο» και «γι' αυτό
ευθύνεται η Αριστερά, αλλά και ο λαϊκισμός του πρώιμου ΠΑΣΟΚ στην
προσπάθειά του να κερδίσει τις ψήφους της»...
«Αίφνης», σημειώνει ο αναλυτής, «έγινε πολύ δύσκολο για έναν μη κομμουνιστή να πει, έτσι ανοικτά, ότι «ευτυχώς που δεν κέρδισε ο ΕΛΑΣ τη μάχη του Δεκέμβρη. Ευτυχώς που η Ελλάδα βρέθηκε στο δυτικό στρατόπεδο και δεν μπήκε στην κατηγορία της Βουλγαρίας ή της Ρουμανίας».
Ευτυχώς δε λες τίποτα. Αλλά ποτέ δεν είναι αργά. Ό,
τι άφησε ο ΕΛΑΣ ανολοκλήρωτο καταθέτοντας τα όπλα με τη συμφωνία της
Βάρκιζας, θα το εκπληρώσει η τρόικα και η κυβέρνηση του Γιωργάκη
Παπανδρέου. Η βαλκανοποίηση και το βιοτικό επίπεδο
Βουλγαρίας και Ρουμανίας είναι προ των πυλών και τα ευφυολογήματα και οι
παραχαράξεις δεν μπορούν τη συγκρατήσουν. Αλλά πιθανότατα η φτώχεια και
η εξαθλίωση στις χώρες αυτές δεν είναι πρόβλημα εφόσον το Ανατολικό
μπλοκ κατέρρευσε και δεν υπάρχει πια κομμουνισμός. Οπότε γιατί όχι;
«Τη μάχη του αστικού κόσμου της εποχής και της δημοκρατίας, συνεχίζει ο Παπαχελάς, την έδωσε «σε μεγάλο βαθμό το Κέντρο,
η μεγάλη και σοβαρή εκείνη παράταξη» ενώ όποιος τολμούσε να μιλήσει για
τις «αγριότητες» της άλλης πλευράς ήταν χουντικός ή πράκτορας. Αλλά «το αστείο παρατράβηξε
και φτάσαμε στο σημείο όπου η Αριστερά μπόλιασε πολύ το υπόλοιπο
πολιτικό σύστημα με τα κλισέ της και τη μυθολογία της». Σήμερα,
καταλήγει ο «έγκριτος» δημοσιογράφος «η Γυάρος και η Μακρόνησος
έκλεισαν και δεν θα ξανανοίξουν ποτέ. Η Δεξιά έχει πει τις συγγνώμες
της και έχει κάνει τις μετάνοιές της. Οι σοβαροί άνθρωποι του ΠΑΣΟΚ
αντιλαμβάνονται ότι, για να πάει μπροστά η Ελλάδα, το κόμμα τους πρέπει
να κάνει ό,τι και ο Μπλερ στην Αγγλία με τους
Εργατικούς. Η μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού δεν θέλει να
δοκιμάσει ποτέ να κάνει ένα πείραμα για να δει πώς θα ήταν η Ελλάδα αν
κέρδιζε το ΚΚΕ τον εμφύλιο».
Από τη μία η Αριστερά «μπόλιασε πολύ» το πολιτικό
σύστημα με τα κλισέ της και την ιδεολογίας της, με την ευθύνη και του
πρώιμου «λαϊκίστικου» ΠΑΣΟΚ που την κατάκλεψε, από την άλλη η πλειοψηφία
του λαού δεν θέλει να δοκιμάσει τι θα γινόταν αν το ΚΚΕ κέρδιζε τον εμφύλιο.
Τελικά όποιος κατάλαβε κατάλαβε γιατί ο αναλυτής ασχολείται με κάτι
που θεωρεί ιδεολογικά και πολιτικά τελειωμένο, αν βασιστεί στα λεγόμενά
του.
Το θέμα είναι, όπως προδίδει η αγωνία που αποπνέει το κείμενο, ότι σε
μια στιγμή που ζυμώνεται από το κυρίαρχο σύστημα η ιδέα της «εθνικής
ενότητας» και των εθνικών κυβερνήσεων συνεργασίας η αναμόχλευση του ταραχώδους, τραυματικού και διχαστικού παρελθόντος δεν κολλάει με τους σχεδιασμούς τους και πρέπει να εξουδετερωθεί.
Τελικώς, το κείμενο προδίδει τους φόβους του συντάκτη του και όσων
εκπροσωπεί: η «αρχαιολογία» δεν είναι και τόσο αρχαιολογία, όσο μια
ικανή μερίδα του ακροατηρίου της αριστεράς, και όχι μόνο, επιστρέφει στο
ιστορικό παρελθόν– εκεί που μας γυρίζουν άλλωστε
οικονομικά και κοινωνικά (άρα γιατί όχι και πολιτικά) η τρόικα και το
κυρίαρχο σύστημα εξουσίας - προκειμένου να αντλήσει απαντήσεις για το παρόν.
Τα ξερονήσια μπορεί να μην ξανανοίξουν με τη μορφή που τα γνωρίσαμε
(κάποιοι από πρώτο χέρι και οι περισσότεροι από την ιστορική αφήγηση)
γιατί οι διωγμοί και η εξορία αφορούν πλέον όλη την κοινωνία,
ανεξαρτήτως ιδεολογικού στρατοπέδου. Η κοινωνία είναι «εξόριστη» και κυνηγημένη μέσα στην ίδια της τη χώρα.
Όσο για τις «αγριότητες» του εμφυλίου που υπαινίσσεται και μάλλον τις
χρεώνει στη μία πλευρά (στο κλίμα γενικότερων αποτιμήσεων του εμφυλίου
που ανακυκλώνονται στην τρέχουσα αρθρογραφία επιφανών δημοσιολόγων και
με βάση τις οποίες το νόημα του εμφυλίου συμπυκνώνεται στο συμπέρασμα
ότι "ο ΕΛΑΣ κατέσφαξε τον κόσμο"), δεν περιμένουμε απάντηση για τις
τρέχουσες αγριότητες, τις οφειλόμενες στην πολιτική του σοκ:
τις αυξανόμενες αυτοκτονίες λόγω οικονομικών δυσχερειών και ψυχολογικών προβλημάτων, την κατάθλιψη που τείνει να κυριεύσει την πλειοψηφία του πληθυσμού, τη δημιουργία μιας ανθρώπινης «κουρελαρίας» που καθημερινά πληθαίνει στους δρόμους τη πρωτεύουσας ψάχνοντας για ζωή στα σκουπίδια, την εγκατάλειψη τοξικομανών, και ψυχικά νοσούντων επίσης στο δρόμο, ακόμα και των συνταξιούχων, την συνολική διακινδύνευση της
δημόσιας υγείας λόγω της κατεδάφισης του εθνικού συστήματος υγείας, της
πρόνοιας και της ασφάλισης σε συνθήκες ακραίου περιορισμού των
εισοδημάτων, την μετατροπή των μεσαίων στρωμάτων σε μοντέρνους δουλοπάροικους, εν τέλει το πλήρες και ασφυκτικό σαν θάλαμος αερίων αδιέξοδο που ορίζεται από την επιβολή μιας οριακής (σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο) επιβίωσης, οριακής στο σήμερα και εντελώς αβέβαιης στο μέλλον.
Με άλλα λόγια το τίμημα που καλείται να πληρώσει ο λαός, την ώρα που
αυτοί κάνουν κηρύγματα για να τρομοκρατήσουν και να κερδίσουν χρόνο,
υπερβαίνει το οικονομικό κόστος. Ο λαός καλείται να πληρώσει με τη ζωή του…