Ντόμινο
ανατροπών στην αγορά εργασίας, που θα φτάσει μέχρι και την ουσιαστική
κατάργηση της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, θα
προκαλέσει η νομοθετική ρύθμιση με την οποία παγώνει η επέκταση των
κλαδικών συμβάσεων και αίρονται τα εμπόδια για τη σύναψη επιχειρησιακών
συμβάσεων.
Αμήχανοι
οι θεσμικοί παράγοντες, τόσο των... εργοδοτών, όπως ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ
Δημήτρης Ασημακόπουλος, όσο και των εργαζομένων, όπως ο πρόεδρος της
ΓΣΕΕ Γιάννης Παναγόπουλος, θεωρούν ότι οδηγείται σε απαξίωση ο θεσμός
των συλλογικών διαπραγματεύσεων, αφού οι εργοδότες θα μπορούν να
καθορίζουν πλέον μόνοι το μισθολογικό κόστος της επιχείρησής τους.
Αυτό
θα έχει ως συνέπεια τη διάσπαση των εργοδοτικών σωματείων, αφού πλέον
δεν θα εκπροσωπούν το 51% του εκάστοτε κλάδου, οπό τε δεν θα υπάρχουν
κοινωνικοί εταίροι ακόμη και για την υπογραφή Εθνικής Γενικής Συλλογικής
Σύμβασης Εργασίας, που καθορίζει το πλαφόν του κατώτατου μισθού. Έτσι
θα επιτευχθεί απόλυτη ευελιξία στην αγορά εργασίας, χωρίς βέβαια να
υπάρχει κανένα δίχτυ προστασίας για τον εργαζόμενο.
Κανένα δικαίωμα
Με αυτό τον τρόπο αναμένεται να καταργηθούν...
δικαιώματα δεκαετιών των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα, καθώς ο
υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης Γιώργος Κουτρουμάνης προχωρεί
στην αποδόμηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων μέσω του «παγώματος» της
επέκτασης των κλαδικών συμβάσεων εργασίας για δύο έτη, δίνοντας
παράλληλα το δικαίωμα στις ενώσεις προσώπων που θα εκπροσωπούν τα 3/5
των εργαζομένων να υπογράφουν ειδικές επιχειρησιακές συμβάσεις και σε
επιχειρήσεις με προσωπικό κάτω των 20 ατόμων. Αυτό σημαίνει ότι για τα
επόμενα δύο χρόνια δεν θα υπογράφονται κλαδικές συμβάσεις, με αποτέλεσμα
οσονούπω να πάψουν να ισχύουν όσα προβλέπουν σχετικά με τις
μισθολογικές απολαβές και τα επιδόματα σε κάθε κλάδο και μοιραία οι
εργαζόμενοι να κληθούν να επαναδιαπραγματευθούν με τους εργοδότες με
βάση τα δεδομένα της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας.
Παράλληλα με τη μη επέκταση των συμβάσεων (που αποκλείεται να ισχύσει
για δύο έτη, καθώς η ιστορία έχει δείξει πως ό,τι καταργείται δεν
επανέρχεται) θα διαλυθούν σταδιακά οι εργοδοτικές ενώσεις, καθώς οι
επιχειρήσεις θα μπορούν να υπογράφουν ειδικές επιχειρησιακές συμβάσεις
με χαμηλότερες μισθολογικές απολαβές, οπότε δεν θα χρειάζεται να
διαπραγματεύονται για την υπογραφή κλαδικών συμβάσεων με τους
εκπροσώπους των εργαζομένων του εκάστοτε κλάδου.
Κατά
συνέπεια, όχι μόνο οι ομοσπονδίες και τα σωματεία (π.χ. η Ομοσπονδία
Ιδιωτικών Υπαλλήλων που υπογράφει κλαδική σύμβαση) αλλά ούτε η ΓΣΕΕ
σταδιακά δεν θα βρίσκει συνομιλητή (κοινωνικό εταίρο), προκειμένου να
διαπραγματευτεί τον μισθό ασφαλείας (ανειδίκευτου εργάτη). Και αυτό
καθώς η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου και η ΓΣΕΒΕΕ ενδέχεται
να διαλυθούν λόγω απροθυμίας συμμετοχής των επιχειρηματιών, αφού κανείς
πλέον δεν θα μπορεί να τους πιέσει να συμμετάσχουν στις συλλογικές
διαπραγματεύσεις. Με αυτό τον τρόπο σε βάθος χρόνου ούτε το ύψος του
κατώτατου μισθού της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας
διασφαλίζεται.
Ακόμη
στον βωμό της μεγαλύτερης ευελιξίας στην αγορά εργασίας καταργείται η
κατάθεση αιτιολογικής έκθεσης στο Συμβούλιο Κοινωνικού Ελέγχου
Επιθεώρησης Εργασίας, αλλά και η ρήτρα προτίμησης της ευνοϊκότερης
σύμβασης για τον εργαζόμενο. Σημειώνεται ότι η ρήτρα προτίμησης επέτρεπε
στον εργαζόμενο μιας επιχείρησης να επιλέξει την ευνοϊκότερη σύμβαση
εργασίας μεταξύ κλαδικής, επιχειρησιακής και ομοιοεπαγγελματικής. Τώρα η
επιλογή αυτή παύει να υφίσταται, με αποτέλεσμα να εφαρμόζεται αυτή που
θα συμφωνηθεί μεταξύ εργοδότη και εργαζόμενου. Αυτό σημαίνει τη σταδιακή
αποδοχή ακόμη και των ατομικών συμβάσεων, αφού, ακόμη κι αν προσφύγουν
στα δικαστήρια οι εργαζόμενοι, δεν θα υπάρχουν σε ισχύ συλλογικές
συμβάσεις που θα προβλέπουν καλύτερες μισθολογικές απολαβές. Επίσης
μειώνεται στον έναν μήνα το χρονικό όριο για τη σύσταση επιχειρησιακού
σωματείου.
(Το Ποντίκι)