Το ενδεχόμενο επιβολής ενός νέου φόρου κατανάλωσης προκειμένου τα έσοδα που θα προκύψουν να «χρηματοδοτήσουν» τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών –τόσο του εργαζόμενου όσο και του εργοδότη- εξετάζει η κυβέρνηση με τη σύμφωνη γνώμη της τρόικας.
Στο υπουργείο Εργασίας αλλά και στο υπουργείο Οικονομικών, έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούν ότι δεν… πάει άλλο με το λεγόμενο «μη μισθολογικό κόστος», το οποίο περιλαμβάνει την παρακράτηση φόρου και τις ασφαλιστικές εισφορές.
Αθροιζόμενες οι δύο επιβαρύνσεις ανεβάζουν το μισθολογικό κόστος ακόμη και πάνω από 50%. Οι επιχειρήσεις διαμαρτύρονται ότι πληρώνουν πολλά και κρατούν τις τιμές των προϊόντων στα ύψη, ενώ απολύουν κατά κύματα για να περιορίσουν το κόστος. Οι εργαζόμενοι –δικαίως- διαμαρτύρονται και αυτοί, διότι αυτά που εισπράττουν είναι ελάχιστα σε σχέση με τον ονομαστικό τους μισθό. Όσο για τους δανειστές μας, βλέπουν το συνολικό κόστος να παραμένει στα ύψη και την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας να βυθίζεται.
Το σχέδιο που επεξεργάζονται τα υπουργεία Εργασίας και Οικονομικών, προβλέπει την άμεση μείωση των ασφαλιστικών εισφορών προκειμένου να ανακοπεί το κύμα των απολύσεων αλλά και να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για μείωση στις τιμές των προϊόντων. Βέβαια, τα συναρμόδια υπουργεία τρέμουν στην ιδέα ότι θα μειωθούν τα έσοδα των ταμείων καθώς και με τους υψηλούς φορολογικούς συντελεστές δεν επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες του 2012. Έτσι, η «ιδέα» είναι αυτά τα έσοδα που θα χαθούν από τη μείωση των συντελεστών υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών, να αντικατασταθούν από την επιβολή ενός νέου φόρου που θα βαρύνει τις τιμές των προϊόντων και των υπηρεσιών.
Το σχέδιο, φιλόδοξο στη σύλληψή του, είναι παραλλαγή των όσων εφάρμοσε πριν από χρόνια η Γαλλία όταν αντιμετώπισε πρόβλημα με τη χρηματοδότηση του δικού της ασφαλιστικού συστήματος. Καθιέρωσε έναν «σούπερ φόρο» για τη χρηματοδότησή του και απέφυγε την γενικευμένη μείωση των συντάξεων.
Φυσικά, εκτός από φιλόδοξο, το σχέδιο είναι και αρκετά ριψοκίνδυνο.
Ποιος διαβεβαιώνει ότι οι εργοδότες θα μειώσουν τις τιμές των προϊόντων και θα αυξήσουν τον βαθμό ασφαλιστικής συμμόρφωσης αν το κράτος προχωρήσει στη μείωση των εισφορών;
Ποιος εξασφαλίζει ότι δεν θα εκμεταλλευτούν τις συνθήκες για να αυξήσουν τα φορολογητέα τους κέρδη;
Αν δεν λειτουργήσει το σύστημα, οι πολίτες θα βρεθούν αντιμέτωποι με έναν ακόμη έμμεσο φόρο ο οποίος θα διαλύσει ειδικά όσους κατατάσσονται στα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα.
Αρίστος Οικονομίδης
Στο υπουργείο Εργασίας αλλά και στο υπουργείο Οικονομικών, έχουν αρχίσει να συνειδητοποιούν ότι δεν… πάει άλλο με το λεγόμενο «μη μισθολογικό κόστος», το οποίο περιλαμβάνει την παρακράτηση φόρου και τις ασφαλιστικές εισφορές.
Αθροιζόμενες οι δύο επιβαρύνσεις ανεβάζουν το μισθολογικό κόστος ακόμη και πάνω από 50%. Οι επιχειρήσεις διαμαρτύρονται ότι πληρώνουν πολλά και κρατούν τις τιμές των προϊόντων στα ύψη, ενώ απολύουν κατά κύματα για να περιορίσουν το κόστος. Οι εργαζόμενοι –δικαίως- διαμαρτύρονται και αυτοί, διότι αυτά που εισπράττουν είναι ελάχιστα σε σχέση με τον ονομαστικό τους μισθό. Όσο για τους δανειστές μας, βλέπουν το συνολικό κόστος να παραμένει στα ύψη και την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας να βυθίζεται.
Το σχέδιο που επεξεργάζονται τα υπουργεία Εργασίας και Οικονομικών, προβλέπει την άμεση μείωση των ασφαλιστικών εισφορών προκειμένου να ανακοπεί το κύμα των απολύσεων αλλά και να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για μείωση στις τιμές των προϊόντων. Βέβαια, τα συναρμόδια υπουργεία τρέμουν στην ιδέα ότι θα μειωθούν τα έσοδα των ταμείων καθώς και με τους υψηλούς φορολογικούς συντελεστές δεν επαρκούν για να καλύψουν τις ανάγκες του 2012. Έτσι, η «ιδέα» είναι αυτά τα έσοδα που θα χαθούν από τη μείωση των συντελεστών υπολογισμού των ασφαλιστικών εισφορών, να αντικατασταθούν από την επιβολή ενός νέου φόρου που θα βαρύνει τις τιμές των προϊόντων και των υπηρεσιών.
Το σχέδιο, φιλόδοξο στη σύλληψή του, είναι παραλλαγή των όσων εφάρμοσε πριν από χρόνια η Γαλλία όταν αντιμετώπισε πρόβλημα με τη χρηματοδότηση του δικού της ασφαλιστικού συστήματος. Καθιέρωσε έναν «σούπερ φόρο» για τη χρηματοδότησή του και απέφυγε την γενικευμένη μείωση των συντάξεων.
Φυσικά, εκτός από φιλόδοξο, το σχέδιο είναι και αρκετά ριψοκίνδυνο.
Ποιος διαβεβαιώνει ότι οι εργοδότες θα μειώσουν τις τιμές των προϊόντων και θα αυξήσουν τον βαθμό ασφαλιστικής συμμόρφωσης αν το κράτος προχωρήσει στη μείωση των εισφορών;
Ποιος εξασφαλίζει ότι δεν θα εκμεταλλευτούν τις συνθήκες για να αυξήσουν τα φορολογητέα τους κέρδη;
Αν δεν λειτουργήσει το σύστημα, οι πολίτες θα βρεθούν αντιμέτωποι με έναν ακόμη έμμεσο φόρο ο οποίος θα διαλύσει ειδικά όσους κατατάσσονται στα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα.
Αρίστος Οικονομίδης
http://www.newpost.gr/