Του ΚΩΣΤΑ ΣΤΟΥΠΑ
Η διάχυση της κρίσης χρέους στον ευρωπαϊκό νότο επισπεύδει τις εξελίξεις για οριστική αντιμετώπιση του προβλήματος η οποία αναβαλλόταν συνεχώς όσο περιοριζόταν σε μεγέθη όπως της Ελλάδας, της Πορτογαλίας και της Ιταλίας.
Μια οικονομική και νομισματική ζώνη χρειάζεται δυο πόδια για να σταθεί και να λειτουργήσει. Το ένα, η Κεντρική Τράπεζα, με εργαλεία τα βασικά επιτόκια και τα άλλα μέτρα νομισματικής πολιτικής και το άλλο, ένα υπουργείο οικονομικών, που θα ρυθμίζει τα της φορολογίας.
Οι εξελίξεις επιτάσσουν και την ταχεία ολοκλήρωση του δεύτερου σκέλους που ουσιαστικά σημαίνει και το μεγαλύτερο βήμα της πολιτικής ενοποίησης της ευρωζώνης.
Η άλλη λύση είναι η διάλυση της ευρωζώνης, κάτι που μέχρι στιγμής φαίνεται να έχει απαγορευτικά υψηλό κόστος τόσο για την Ευρώπη όσο και για την παγκόσμια οικονομία. Είναι λάθος να πιστεύουμε πως η ευρωζώνη μπορεί να διαλυθεί και η κατάσταση να επανέλθει στην προτεραία κατάσταση.
Το πρόβλημα της πολιτικής ενοποίησης είναι πως πρέπει να περάσει από 17 κοινοβούλια σε έναν τεράστιο χώρο όπου δεν υπάρχει μια ισχυρή οικονομική και πολιτική ελίτ που να έχει δείξει στοιχεία αποτελεσματικής παρέμβασης.
Στις χώρες του βορρά π.χ., μια πολύ μικρή μερίδα της κοινής γνώμης έχει καταλάβει τις συνέπειες μιας διάλυσης. Η φθηνή λαϊκίστικη προσέγγιση υποστηρίζει πως αρκεί να πετάξουμε από το «σκάφος» τους αποτυχημένους νότιους και η ευημερία είναι εξασφαλισμένη.
Η απουσία κρίσης και η συνέχιση της οικονομικής ανάπτυξης στο βορρά δεν βοηθά το μέσο πολίτη να δει την κατάσταση σφαιρικότερα.
Στις χώρες του χρεοκοπημένου νότου το αντίστοιχο ρεύμα, με αφορμή τα μέτρα δημοσιονομικής πειθαρχίας, μιλάει για κατοχή και αποικιακού τύπου τοκογλυφίες.
Από αυτή τη σκοπιά, η επέκταση της κρίσης θα βοηθήσει τις αποκλίνουσες απόψεις να δουν τα πράγματα από άλλη σκοπιά.
Επι του πρακτέου της συγκυρίας τώρα, η κατάσταση των διαπραγματεύσεων σε σχέση με το ελληνικό χρέος έχει φτάσει στο σημείο που έχουν ομαδοποιηθεί δυο κύριες τάσεις.
Η μία είναι να εγκαταληφθεί η γερμανική ιδέα της συμμετοχής των ιδιωτών στο νέο πακέτο για την Ελλάδα και να βρεθεί τρόπος επαναγοράς ελληνικών ομολόγων από τη δευτερογενή αγορά σε χαμηλότερες τιμές, μειώνοντας έτσι το ελληνικό χρέος.
Η άλλη επιμένει να υπάρξει συμμετοχή των ιδιωτών με επιμήκυνση ή και «κούρεμα», γεγονός που θα μπορούσε να οδηγήσει σε καθεστώς επιλεκτικής ή και ελεγχόμενης χρεοκοπίας.
Οι αγορές προσπαθούν να καταλάβουν ποια από τις δυο απόψεις έχει περισσότερες πιθανότητες να υιοθετηθεί στο τέλος και προσπαθούν να προεξοφλήσουν τις συνέπειες της κάθε μιας.
Η πρώτη περίπτωση σημαίνει πως το ελληνικός χρέος θα μπορούσε να μειωθεί με τις αγορές ομολόγων από τη δευτερογενή κατά 50-70 δισ. ευρώ ή και παραπάνω, ανάλογα με την προσφορά που υπάρχει και τις αγορές που έχει κάνει ήδη η ΕΚΤ. Στη συνέχεια, αφού το μεγαλύτερο μέρος του χρέους θα έχει περάσει σε ταμεία της τρόικα, θα μπορούσε αυτό να γίνει βιώσιμο με ένα χαμηλότερο επιτόκιο και η χώρα να επιστρέψει στις αγορές.
Στη δεύτερη περίπτωση η πιθανότητα μιας επιλεκτικής χρεοκοπίας μπορεί να προκαλέσει επιπλοκές προσωρινές ή μονιμότερες. Κλειδί για αυτό θα είναι η στάση που θα κρατήσει η ΕΚΤ. Αν δηλ. μετά από υποβάθμιση των ελληνικών ομολόγων κάτω του "C" θα συνεχίσει να τα δέχεται και να τροφοδοτεί τις ελληνικές τράπεζες με ρευστότητα. Στην περίπτωση της επιλεκτικής χρεοκοπίας σημασία έχει η διάρκειά της και μια παράπλευρη επίπτωση είναι μέχρι οι αγορές να αντιληφθούν τι ακριβώς γίνεται, ξένες επιχειρήσεις να μην δέχονται εγγυητικές ελληνικών επιχειρήσεων και να υπάρξουν «αναταράξεις» στα ράφια. Πολλά πράγματα θα εξαρτηθούν από τους χειρισμούς που θα γίνουν...
Η ΕΚΤ διαφωνεί ευθύς εξαρχής με αυτό το γεγονός και άλλο ένα ζητούμενο είναι να υποχωρήσει στις πιέσεις των πολιτικών και να μην στραγγίσει τις ελληνικές τράπεζες.
Οι τελευταίες εξελίξεις, όπως διεφάνη και από τις δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών, δείχνουν πως η κυβέρνηση συζητά το σενάριο της επιλεκτικής χρεοκοπίας, αρκεί να υπάρχουν εγγυήσεις ομαλής πλεύσης της και κάποιων ανταλλαγμάτων που θα κάνουν το ελληνικό χρέος ευκολότερα αξιοποιήσιμο.
Καλό είναι νάχουμε στο μυαλό μας πως σε τέτοιες περιόδους υπάρχουν και αστάθμητοι παράγοντες, με αποτέλεσμα πολλά ενδεχόμενα να είναι ανοιχτά.
Σε γενικές γραμμές, η επίσπευση των εξελίξεων είναι θετική για την Ελλάδα, γιατί βοηθούν να ξεκαθαρίσει το τοπίο νωρίτερα και να δρομολογηθεί η έξοδος της οικονομίας από τη κρίση επίσης νωρίτερα.
Όλα αυτά αφορούν όμως το ένα σκέλος της ελληνικής κρίσης, αυτού που αφορά το μεγάλο χρέος. Το άλλο σκέλος είναι το ουσιαστικότερο και αυτό που θα εγγυηθεί την μόνιμη έξοδο και απομάκρυνση από το φάσμα της χρεοκοπίας. Το σκέλος που αφορά το δημοσιονομικό έλλειμμα και το εμπορικό έλλειμμα. Αυτό δηλ. που συνιστά την αναγκαιότητα των μεταρρυθμίσεων μείωσης και αναδόμησης του ελληνικού κράτους, πάταξης της διαφθοράς, της φοροδιαφυγής και της πελατοκρατίας.
Αυτό δηλ. που εδώ και καιρό γράφουμε πως εκτός όλων των άλλων θα χρειαστεί να αλλάξουν εργασία εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι με επίκεντρο το δημόσιο τομέα και τις ΔΕΚΟ που οι περισσότερες έτσι κι αλλιώς θα ιδιωτικοποιηθούν (άρα απλά οι συνθήκες εργασίας θα αλλάξουν...).