Κάποιο λάθος κάνει η Συγκυβέρνηση στην Ελλάδα και το καθεστώς που την υποστηρίζει. Αυτό που «παίζεται» πλέον, συνδέοντας την πολιτική με τις δολοπλοκίες ιδιωτικών συμφερόντων στο πλαίσιο της...
εκποίησης του ΟΠΑΠ και την επερχόμενη της ΔΕΠΑ, καθώς και με την αναδιάρθρωση τραπεζών δια του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, δεν είναι «η μονόπολη» που γνώριζαν οι διαπλεκόμενοι πολιτικοί και μεγαλοεπιχειρηματίες, αλλά «το φιδάκι»!
Τώρα τα πράγματα δεν είναι όπως παλιά, παίζοντας εκ του ασφαλούς ένα παιχνίδι όπου οι παίκτες συμμετέχουν σε έναν κόσμο οικονομικής δολοπλοκίας και απεμπόλησης με σκοπό να αποκτήσουν πλούτο μέσω οικονομικών δραστηριοτήτων με τα λεφτά του ίδιου του παιχνιδιού. Με τα λεφτά του λαού δηλαδή. Συνεχίζεται να είναι έτσι στο επίπεδο των «αρχών και αξιών», αλλά όχι στο επίπεδο του μικρο-πολιτικού σκηνικού της διακυβέρνησης. Άλλα κόλπα χαρακτηρίζουν πια «την μονόπολη» ως εσωτερικό παίγνιο στην Ελλάδα. Άλλα κόλπα που ακυρώνουν τα παραδοσιακά των παρωδιακών μορφών και των παραδοσιακών παραγόντων της διαπλοκής. Είπαμε, η νέα μεταπολίτευση στην Ελλάδα ξεκίνησε ερήμην του λαού, των κομμάτων και του ίδιου του επιχειρηματικού κόσμου και κυρίως ερήμην του Τραπεζίτη.
Κοίτα όμως παλιοκατάσταση! Τώρα, που όλα δείχνουν το παιχνίδι αυτό να αποκτά ολοκληρωτικά χαρακτηριστικά, τώρα είναι που χαλάει. Χαλάει, καθώς δεν έχει νόημα ως παιχνίδι. Από τα πειραγμένα ζάρια, περάσαμε στα πειραγμένα μυαλά, που ακόμη δεν κατάλαβαν το διπλό παιχνίδι που παίζεται. Δεν υπάρχει στρατηγική σκέψη, αλλά απόλυτη εμπιστοσύνη στα πειραγμένα ζάρια, από τα οποία ελπίζεις να αποκτήσεις τον απόλυτο έλεγχο μιας υπηρεσίας. Αντί να προσπαθείς να κυριαρχήσεις για να κερδίσεις, όπως έκανες προηγουμένως, τώρα σου προσφέρεται πρώτα το κέρδος, για να κυριαρχήσεις στη συνέχεια μεγεθύνοντας το κέρδος σου! Και εσύ λες «ουάου, να μια μοναδική ευκαιρία», αλλά αμέσως μετά κάτι δεν σου πάει καλά. Το ξανασκέφτεσαι και αναρωτιέσαι: «είναι παιχνίδι της αγοράς αυτό; Τι στο διάολο είναι»; Παρακαλώ, να εμφανιστεί ο τίτλος του πρωτοσέλιδου που αλλοιώθηκε, τροποποιούμενο: «Σκατά!» Εδώ ταιριάζει… σκατοπαίχνιδο κατάντησε για την διαπλοκή μας η αγαπημένη της «μονόπολη», με την ασφάλεια που της παρείχαν οι κυβερνήσεις του δικομματισμού.
Μέχρι χθες όταν κάποιος επιχειρηματίας ή φορέας δημοσίου συμφέροντος έπεφτε πάνω στην περιοχή συμφερόντων ενός διαπλεκόμενου παίχτη, γινόταν αποδέκτης μιας προσφοράς υπηρεσίας από αυτόν, ώστε ο πρώτος να νοιώσει ασφαλής, μπορεί και ικανοποιημένος, αφήνοντας το πιόνι του να ξεκουραστεί ουσιαστικά πάνω στην περιοχή του διαπλεκόμενου, ο οποίος έτσι λειτουργούσε σαν οιονεί ιδιοκτήτης ενός επιχειρηματικού χώρου. Σε αντάλλαγμα ο δημόσιος φορέας ή ο μικρότερος επιχειρηματίας πλήρωνε «ενοίκιο» στον διαπλεκόμενο. Έτσι ο διαπλεκόμενός μας, σε συνεργασία με μια ντουζίνα άλλους του «win-win game» στην Ελλάδα των καρτέλ και των καστών, επιχειρούσε ορθολογικά να γίνει ο μόνος παροχέας στον (δικό του) χώρο, στο δικό του βασίλειο του κεφαλαιοκρατικού-κορπορατικού κράτους (μας). Μόνον έτσι θα είχε διασφαλισμένο κέρδος, ό, τι και να γινόταν στην εθνική οικονομία και αγορά, ο άπληστος συνεργάτης κάθε κυβέρνησης ΝΔ ή ΠΑΣΟΚ - αν και οι ιδιαίτερες σχέσεις με πρωθυπουργούς δεν θα μπορούσαν ποτέ να αγνοηθούν και να μην καρποφορήσουν, όχι δυστυχώς δίχως παρεξηγήσεις και τριβές με άλλους διαπλεκόμενους. Μέχρι και «ειδικό δικαστήριο» στήθηκε κάποτε… κάποτε! Το ζήτημα του παιγνίου της μονόπολης ήταν κάθε διαπλεκόμενος με το πολιτικό καθεστώς μεγαλοεπιχειρηματίας να μεταβαλλόταν σε μοναδικό προμηθευτή μιας υπηρεσίας που βρίσκεται σε ζήτηση από το κράτος ή την αγορά, ή συνηθέστερα, μιας υπηρεσίας που το ίδιο το κράτος μεταβάλει σε υπέρτατη ανάγκη (υποχρέωση) για ολόκληρη την ελληνική κοινωνία. Αφού, μετά από αυτό, η παροχή της συγκεκριμένης υπηρεσίας μονοπωλείται, ο διαπλεκόμενός μας θα μπορούσε να αυξήσει ή να μειώσει το κόστος της υπηρεσίας προς το ευρύ κοινό ανάλογα με την συμφωνία που κάνει, ή καλύτερα το γενικότερο νταλαβέρι που κάνει με την κυβέρνηση. Αν η κυβέρνηση αυξήσει στην ουσία το «ενοίκιο» που πληρώνει στον διαπλεκόμενο, αντί να πληρώνει αποκλειστικά αυτός σε αυτήν, τότε μπορεί ακόμη και να μειωθεί η χρέωση στον καταναλωτή, μια και η Ελληνική κοινωνία στο σύνολό της θα επιβαρύνεται από την διαφορά μέσω του προϋπολογισμού. Αν δεν επιθυμούμε έλλειμμα, τότε θα πρέπει να αποδεχθούμε την αύξηση στην τιμή της προσφερόμενης υπηρεσίας. Είπαμε, ο μικρός χρήστης θα πληρώνει πολλά, τη νύφη, ο μεγαλύτερος αναλογικά λιγότερα και ο πολύ μεγάλος κάτω από το κόστος παραγωγής της υπηρεσίας. Διότι ο τελευταίος τις περισσότερες φορές συμπίπτει με τα συμφέροντα που ορίζουν τον νεοφιλελεύθερο κανόνα, άρα υπάρχει εθνικός λόγος να εξαιρεθεί, όχι ασφαλώς από τον κανόνα της χρέωσης, αλλά από την ισότιμη τιμολογιακή αντίληψη της χρέωσης.
Ωστόσο, στην πραγματικότητα η σχέση διαπλεκόμενου και κυβέρνησης είναι πιο σύνθετη, καθώς και ο ίδιος εκείνος που παγιδεύει το πιόνι του δημοσίου συμφέροντος στην περιοχή του ιδιωτικού του λειτουργεί ως νοικάρης του κράτους. Εδώ πλέον το κόλπο είναι μέσω του απόλυτου ελέγχου της υπηρεσίας που προσφέρεις, εσύ ο διαπλεκόμενος, να εκβιάζεις στη συνέχεια για διαρκώς χαμηλότερο «ενοίκιο» που θα πληρώνεις εσύ στο κράτος για να μην αναγκαστείς και αυξήσεις το «ενοίκιο» που αυτό πληρώνει σε εσένα. Έτσι κερδίζεις δια της κυριαρχίας σε μια μορφή υπηρεσίας ασκώντας κρατικής μορφής ηγεμονία στη συνέχεια επί της κοινωνίας και της πολιτείας με τα λεφτά αυτής της ίδιας της κοινωνίας και την προστασία του κράτους που ορκίζεται για δύο πράγμα: την προστασία της οικονομικής ελευθερίας και την προστασία της ιδιωτικής περιουσίας. Στην πραγματικότητα όμως το κράτος (μας) προστατεύει αποκλειστικά το μονοπωλιακό παροχέα, κυνηγώντας το «έγκλημα» εναντίον αυτών των δύο αρχών λειτουργίας του, που διαπράττεται από μερίδα πολιτών.
Για σκέψου να μην υπήρχε «έγκλημα»! Τότε ο διαπλεκόμενος παροχέας θα έμενε απροστάτευτος καθώς το κράτος θα έχανε την δυναμική του και σε λίγο την ίδια την σημασία του! Μέσω του «εγκλήματος» νομιμοποιείται το κράτος να στήνει «την μονόπολη» με τα πειραγμένα ζάρια, που οδηγούν στο να μεταβάλλεται αυτόματα ο διαπλεκόμενος σε κάτι που μοιάζει με τον παραδοσιακό ιδιοκτήτη γης, στον οποίο πρέπει να καταβάλουν ενοίκιο όλοι οι χρήστες, δημόσιο και ιδιώτες, σε τιμές που δεν καθορίζει ασφαλώς ο ανταγωνισμός, αλλά αυτή καθ’ εαυτή η διαπλεκόμενη σχέση πολιτικών ηγεσιών και μεγαλοεπιχειρηματιών συνεργατών τους, αλλά… πλέον πρωταρχικά η τρόικα. Έτσι αναπαράγεται το καθεστώς. Σε δεύτερο στάδιο και με το κράτος στεγνό από ρευστό – ας είναι καλά το μνημόνιο και η Δανειακή Σύμβαση - όταν το δημόσιο συμφέρον πέφτει πάνω στην οιονεί ιδιοκτησία κάποιου νταβά - και με την βούλα πλέον, με κοινωνικοοικονομικά κριτήρια - θα πρέπει η κυβέρνηση να υποθηκεύσει τα περιουσιακά στοιχεία που ελέγχει ακόμη, μεταξύ των οποίων και την ίδια την εργασία των πολιτών, για να συνεχίσει να επιτελεί το διπλό έργο, που ιδεολογικά νομιμοποιεί την πολιτική της ύπαρξη, ως εγγυητή ενός κορπορατικού συστήματος διακυβέρνησης, έστω και υπό αυστηρή επιτροπεία από την τρόικα.
Τόσο απλά και τόσο όμορφα και μην με ρωτήσεις τι έπαθα σήμερα και δεν «βάζω» φιλοσοφία στην αφήγηση! Εδώ και αν εμπεριέχεται φιλοσοφία! Πρακτική φιλοσοφία που έρχεται να συναντήσει την κλασική: αυτός που ορίζει μονοπολικά την ζήτηση και προσφορά είναι ο τέλειος εγκληματίας εναντίον της κοινωνίας, το ίδιο και οι συνεργάτες του πολιτικοί και οι ηθικοί αυτουργοί από την κοινωνία των πολιτών που έχουν σαν ιδεολογία, το περίφημο: «Ό,τι φάμε κι ό,τι πιούμε κι ό,τι αρπάξει ο πισινός μας». Και πως νομιμοποιούνται πολιτικά ετούτοι οι εγκληματίες εις βάρος των λαϊκών και μεσαίων στρωμάτων; Μα, από το μεγάλο «έγκλημα» της ελληνικής κοινωνίας συνολικά: «τα φάγαμε όλοι μαζί» και από πολλά μικρότερα και εξατομικευμένα ή συλλογικά που διαπράττονται από τους διεφθαρμένους συμπολίτες μας και από κάποιους συμπλεγματικούς ή μπαγασάδες που δεν πληρώνουν, όσα τελικά μπορούν και δεν πληρώνουν, αν τους έχει πράγματι απομείνει και κάτι στην άκρη για να πληρώσουν χρέη και χαράτσια.
Όλα αυτά τα γνωρίζει ο σπουδαστής του καθεστώτος της διαπλοκής, αν και δεν θα μπορούσε ποτέ να τα καταμαρτυρήσει, καθώς θα απομυθοποιούταν η ίδια του η ύπαρξη και άρα θα έπαυε να «είναι» και να διεκδικεί. Αυτό που μάλλον δεν ξέρει είναι πως αυτό που μοιάζει σήμερα με παιχνίδι μονόπολης με πειραγμένα μάλιστα ζάρια, δεν είναι. Δεν είναι ακριβώς η παλιά μονόπολη που γνώριζε καλά. Δεν πρόκειται μάλλον ούτε καν για αυθεντική μονόπολη, αλλά για το επιτραπέζιο παιχνίδι «το φιδάκι» με επίσης πειραγμένα ζάρια. Ποιος είναι το φίδι; Αν το μαρτυρούσα τότε δεν θα υποδήλωνα το γενικότερο παίγνιο, το οποίο έχω αναλύσει μάλλον εκτενώς πολιτικά την τελευταία εξαετία, αλλά θα έκανα καταγγελία εναντίον παραγόντων της τρόικας που συνεργάζονται ως προς «το φιδάκι» με πολύ περιορισμένο τμήμα εκ των διαπλεκομένων - και αυτό με πολύ μεγάλη επιφύλαξη των «τροΐκανών». Το μόνο που θα μπορούσα να πω δίχως να κλέψω την δόξα δημοσιογράφων, που στη συνεχεία θα αναζητήσουν υποτίθεται «το φιδάκι», είναι πως πρόκειται για διασκεδαστικό επιτραπέζιο παιχνίδι στο οποίο υπάρχουν ορισμένα επίπεδα, τα οποία ανεβαίνεις εάν πέσεις σε βάση σκάλας και κατεβαίνεις εάν πέσεις σε στόμα από φιδάκι. Οι σκάλες στο δικό μας «φιδάκι» που κατασκεύασαν ετούτοι που δεν κατονομάζω, μια και δεν έχει σημασία για την άρθρωση πολιτικής, αλλά αποκλειστικά για την άρθρωση αντιπαράθεσης μεταξύ των φορέων της διαπλοκής – και σε αυτό το παιχνίδι δεν έχω κανέναν λόγο να εμπλακώ – είναι μπλόφα μια και τα ζάρια είναι πειραγμένα.
Ό, τι και να ρίξεις, στο στόμα του φιδιού θα καταλήξεις, νομίζοντας, κορόιδο, πως παίζεις μονόπολη όπως μέχρι σήμερα! Δεν βλέπετε τον προβληματισμό, την ανησυχία έως «καταθλίψεως» του κ. Αντώνη Καρακούση: «… Σε επόμενο στάδιο όταν οι ιδιωτικοποιήσεις γενικευθούν και ο τραπεζικός χάρτης αναδιαμορφωθεί οριστικά ο κύκλος της αναδιάταξης των συμφερόντων θα γενικευθεί. Φαντασθείτε τι έχει να γίνει όταν οι ανακεφαλαιοποιημένες Τράπεζες θα θελήσουν να διεκδικήσουν τα δανεικά από το ευρύ κύκλο των ημιπτωχευμένων ελλήνων επιχειρηματιών και θα προχωρούν σε αναγκαστικές πράξεις. Εμπορικές και βιομηχανικές επιχειρήσεις, αλυσίδες υπηρεσιών, τουριστικά και ξενοδοχειακά συγκροτήματα και άλλες προστατευμένες έως τώρα δραστηριότητες θα χρειασθεί να εξυγιανθούν μεταβιβαζόμενες σε δυνάμεις εγχώριες ή ξένες που θα διαθέτουν τα αναγκαία κεφάλαια και θα είναι διατεθειμένες να αναλάβουν πραγματικό ρίσκο και κίνδυνο. Η αλλαγή που θα επέλθει θα είναι ιστορικών διαστάσεων και θα μεταβάλει δραματικά αυτό που σήμερα αναγνωρίζεται ως ιθύνουσα οικονομική τάξη. Και το ερώτημα που τίθεται είναι αν όντως η τρέχουσα πολιτική τάξη έχει συνειδητοποιήσει το μέγεθος της μεταβολής και των συγκρούσεων που αυτή θα προκαλέσει ή απλώς χορεύει σε ένα χορό που άλλοι ορίζουν;», γράφει στην ηλεκτρονική έκδοση του σημερινού «Βήματος».
Καλώς ανησυχεί και καλώς το θέτει το πράγμα, αλλά αργά… πολύ αργά για δάκρυα! Δυστυχώς γι’ αυτούς, δεν πήραν εγκαίρως χαμπάρι οι καθεστωτικοί την μετάλλαξη της «μονόπολης» σε «φιδάκι». Πώς να καταλάβουν τι γίνεται, από την στιγμή που παραδομένοι στην απληστία τους και στην απόλυτη ώσμωση με το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα, πίστευαν πως ο ηγεμονικός εναγκαλισμός τους μπορούσε να εξασφαλίσει την αναπαραγωγή τους στο πλαίσιο ενός σικέ παιγνίου «μονόπολης», παρά την παρέμβαση της τρόικας; Εγώ προειδοποίησα και ως προς αυτό, αλλά δεν εισακούστηκα. Σού λέει ο άλλος, μπλοφάρει αυτός! Μπα, δεν σκεφτήκαν έτσι, καθώς καταλαβαίνει κανείς αυτά που η κοινωνική του δομή, δηλαδή οι σχέσεις παραγωγής εντός των οποίων ορίζεται αντικειμενικά ο εαυτός του, του επιτρέπουν να καταλάβει. Τώρα να εύχεστε να είναι μικρή η απόσταση από το στόμα του φιδιού έως την ουρά του! Τώρα είναι αργά για οποιαδήποτε αντίδραση μεταβολής του παιγνίου σε διαρκή σικέ μονόπολη. Τώρα η σικέ μονόπολη, ενώ για τον ελληνικό λαό θα σημαίνει απανθρωποίηση (dehumanization), μέσω της ιδιωτικοποίησης του δημόσιου συμφέροντος, για την πλειονότητα της διαπλοκής θα σημαίνει άμεσο κίνδυνο να βρεθούν στο στόμα του φιδιού με την επόμενη ζαριά τους στην μονόπολη!
Δεν φαντάζομαι να σας μπερδεύω!!! Εδώ δεν έχει φιλοσοφία, πολιτικό στρουκτουραλισμό και οικονομικά δίχως αφελή συνθήματα του μάρκετινγκ, που πέφτουν στον απελευθερωμένο από την γνώση συμπολίτη μας βαριά και ασήκωτα. Εδώ έχει παιχνίδι με πιόνια τους μέχρι σήμερα μονοπολικούς παίχτες (πολιτικούς ηγέτες και μεγαλοεπιχειρηματίες). Τα υποκείμενα της διαπλοκής γίνονται αντικείμενα που γυροφέρνουν στο στόμα του φιδιού, νομίζοντας πως ακόμη παίζουν μονόπολη! Η επόμενη ζαριά θα δείξει και το παιχνίδι. Αλλά προς θεού, ας μην σκεφτείς, μη-διαπλεκόμενε αναγνώστη, πως εσένα αφορά «το φιδάκι» και όχι «η μονόπολη»! «Το φιδάκι» μπορεί να έχει πλάκα γενικώς, ίσως και έντονο ενδιαφέρον από το πολύ παρασκήνιο και αγωνία ή και δράμα για τον διαπλεκόμενο, αλλά «η μονόπολη» που στήνεται στο δικό σου τραπέζι αποτελεί την δική σου προσωπική τραγωδία. Παλαιά «η μονόπολη» σε χρέωνε και σε εξασθένιζε αργά και σταθερά εκμεταλλευόμενη τον πλούτο που παρήγαγες, ωστόσο τώρα με την συνδρομή του «φιδιού» είναι ικανή να σε εξολοθρεύσει ως πολίτη, ως νοικοκυριό και εν τέλει ως ύπαρξη σε ένα Κράτος που μεταβλήθηκε σε επιτραπέζιο παίγνιο δύο όψεων: από την μια μεριά είναι «η μονόπολη», ενώ από την άλλη μεριά «το φιδάκι». Όποιος διασκεδάζει με το ένα, την «παθαίνει» από το άλλο. Όποιος έμαθε να επενδύει στο ένα, την παθαίνει από το άλλο. Εγώ σταμάτησα να «παίζω» από τη στιγμή που οι παίχτες απέκτησαν θεσμική υπόσταση. Έτσι δεν γίνεται έντιμο κοινωνικοοικονομικό παιχνίδι φίλε μου… άθλια δεσποτική πολιτική γίνεται και αυτό τώρα πια δεν θα αρέσει ούτε στον «δεσπότη» της διαπλοκής.
* Ο Δημήτρης Γιαννακόπουλος είναι διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία.