
Το πιο επίσημο μέρος
της συνάντησης θα λέγαμε ότι προηγήθηκε του Eurogroup, παρά ότι το
ακολούθησε και ήταν η κοινή συνέντευξη Τύπου που έδωσαν κορυφαίοι
κυβερνητικοί και οικονομικοί αξιωματούχοι της Γαλλίας και της Γερμανίας –
συγκεκριμένα οι Υπουργοί Οικονομικών και οι κεντρικοί τραπεζίτες των
δύο χωρών. Στόχος της κίνησης ήταν να παρουσιαστεί ένα ισχυρό και
αρραγές γαλλογερμανικό μέτωπο και να δοθεί προς όλους – ελληνική
κυβέρνηση, πιστωτές, αγορές – το μήνυμα ότι η γαλλογερμανική ηγεσία
είναι αποφασισμένη να ασκήσει όσες πιέσεις χρειαστούν προκειμένου να
ολοκληρωθεί η ελληνική αναδιάρθρωση σύμφωνα με τις ανάγκες του
χρονοδιαγράμματος της πρώτης λήξης ελληνικού ομολόγου μέσα στο 2012 που
θα γίνει στις 20 Μαρτίου, αλλά και να εφαρμοστεί πλήρως το
μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα που έχει συστηθεί στην Ελλάδα από την τρόικα.
Στη συνέντευξη αυτή ο
Γάλλος Υπουργός Οικονομικών Φρανσουά Μπαρουάν δήλωσε ότι η συμφωνία που
θα πείσει τις τράπεζες και τα επενδυτικά κεφάλαια που έχουν ελληνικά
ομόλογα να αποδεχτούν υψηλές ζημιές «παίρνει σχήμα», έσπευσε όμως να
προσθέσει ότι και «η δέσμευση της Ελλάδας στις μεταρρυθμίσεις είναι
σημαντική». Ο Γερμανός ομόλογός του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, πάλι, επέμεινε
κυρίως στο ζήτημα της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους που έχει θέσει
το Βερολίνο, τονίζοντας ότι η όποια συμφωνία επιτευχθεί, θα πρέπει να
βοηθά την Αθήνα να μειώσει το δημόσιο χρέος της σε όχι πολύ πάνω του
120% του ΑΕΠ ως το 2020 από 160% που είναι σήμερα – στόχος που όμως κατά
την πλειοψηφία των οικονομολόγων δεν πρόκειται να επιτευχθεί με το
παρόν σχέδιο. «Οι διαπραγματεύσεις θα είναι δύσκολες αλλά θέλουμε το
δεύτερο πρόγραμμα για την Ελλάδα να έχει εφαρμοστεί ως το Μάρτιο έτσι
ώστε να αποδεσμευτεί και το δεύτερο πακέτο διάσωσης», πρόσθεσε ο
Γερμανός ΥΠΟΙΚ, ενώ επανήλθε στις αδυναμίες εφαρμογής του ελληνικού
προγράμματος τονίζοντας: «Η Ελλάδα πρέπει να εκπληρώσει τις δεσμεύσεις
της, είναι δύσκολο και υπάρχουν ήδη πολλές καθυστερήσεις».
Λίγες ώρες νωρίτερα ο
επικεφαλής του Ινστιτούτου Διεθνούς Χρηματοοικονομικής Τσαρλς Νταλάρα,
που διαπραγματεύεται με το ελληνικό δημόσιο για λογαριασμό των πιστωτών
είχε τραβήξει τη δική του ‘κόκκινη γραμμή’ δηλώνοντας πως οι τράπεζες
δεν έχουν άλλα περιθώρια να βελτιώσουν την προσφορά τους προς την
Ελλάδα, ενώ και στην Αθήνα ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Αντώνης
Σαμαράς τράβαγε μια ‘κόκκινη γραμμή’ για λογαριασμό του κόμματός του
δηλώνοντας ότι η ΝΔ δεν πρόκειται να αποδεχτεί μισθολογικές περικοπές
στον ιδιωτικό τομέα.
Η σύνοδος των Υπουργών
Οικονομικών ζήτησε από την τρόικα την κατάρτιση νέας έκθεσης
βιωσιμότητας για το ελληνικό χρέος η οποία θα κατατεθεί στην Ευρωπαϊκή
Σύνοδο Κορυφής της 30ης Ιανουαρίου. Στο πλαίσιο αυτής της έκθεσης θα
ληφθούν οι αποφάσεις για την αύξηση ή μη της χρηματοδοτικής στήριξης της
Ελλάδας στα πλαίσια του νέου δανειακού προγράμματος. Θα πρέπει ακόμη να
σημειωθεί ότι η Γερμανίδα καγκελάριος Αγγέλα Μέρκελ διέψευσε
κατηγορηματικά χθεσινά ρεπορτάζ του διεθνούς Τύπου που ανέφεραν ότι αν
καθυστερήσουν οι συνομιλίες της Ελλάδας με τον ιδιωτικό τομέα θα δοθεί
ένα δάνειο γέφυρα προκειμένου να καλυφθεί η λήξη του ομολόγου της 20ης
Μαρτίου, λέγοντας ότι δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση.
Κατόπιν τούτων, οι
συνομιλίες μεταξύ Ελλάδας και πιστωτών θα επαναληφθούν μέσα στην
εβδομάδα σε αναζήτηση νέου κοινού τόπου. Να σημειώσουμε ότι σύμφωνα με
τις πληροφορίες που είχαν διαρρεύσει μετά την Παρασκευή από πηγές
προσκείμενες στις διαπραγματεύσεις, η τελευταία συμβιβαστική πρόταση του
εκπροσώπου των πιστωτών προέβλεπε ότι ο ιδιωτικός τομέας θα αναλάβει
πραγματικές ζημιές για τα ελληνικά ομόλογά του της τάξης του 65% ως 70%,
ότι το επιτόκιο των νέων 30ετών τίτλων που θα πάρουν οι ομολογιούχοι θα
είναι κυμαινόμενο και μεσοσταθμικά θα βρεθεί στο 4% και ότι οι πιστωτές
δεν θα πάρουν τελικά το 15% των τίτλων τους σε μετρητά, όπως προέβλεπε η
συμφωνία του Οκτωβρίου, αλλά σε διετή ομόλογα του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού
Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
http://www.banksnews.gr/