Οι νεότεροι Έλληνες, χοντρικά εκείνοι που είναι κάτω της ηλικίας των 30, είναι και οι πλέον βαρύτατα πληγωμένοι από τις καταστροφικές επιλογές της πολιτικής ηγεσίας που επέλεξαν οι προγενέστεροι τους. Απλά δεν το γνωρίζουν.
Είναι εκείνοι που όχι μόνο κληρονόμησαν το αδιεξοδικό παρόν που έχτισε η αλαζονεία της γενιάς της Μεταπολίτευσης, αλλά και εκείνοι που καλούνται να πληρώσουν και τον λογαριασμό στο μέλλον, αφού οι παλιότερες γενιές δεν έχουν άλλη επιλογή από το να οδεύουν προς τον παροπλισμό και την περιθωριοποίηση, κυρίως επειδή επιμένουν να πιστεύουν σε ένα μοντέλο κοινωνίας που τους πρόδωσε αφού πρώτα τους πήρε τα σώβρακα.
Η αδράνεια των μεγαλύτερων, εκείνων που βρίσκονται στην λάθος άκρη των 30 και κάτι, που έχουν ξεπεράσει δηλαδή τον νεανικό ενθουσιασμό και βλέπουν την μέση ηλικία να καθυστερεί τα αντανακλαστικά τους λίγο σύμφωνα με τον νόμο της φύσης που θέλει την ωριμότητα εγκλωβισμένη σε γερασμένα κορμιά, λίγο επειδή οι ίδιοι δράττονται των φαντασμάτων που απέμειναν από τα προνόμια, άλλων καλύτερων εποχών.
Αν λοιπόν οι 40ρηδες και άνω είναι οι έκπτωτοι αριστοκράτες της ήδη απαξιωμένης Ελληνικής ελίτ ή των ψευδαισθήσεων της, αν οι ψηφοφόροι που έχτισαν το παλάτι των οργίων της μεταπολιτευτικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας στην Ελλάδα είναι πλέον η γελοιοποιημένη αυλή ενός βασιλιά που φάνηκε ανάξιος να συνεχίσει να διαφθείρει τους κακομαθημένους του υπηκόους, τότε οι νέοι είναι εκείνοι που καλούνται να υποταχτούν συνειδησιακά σε ένα καθεστώς που είναι a priori στρεβλό.
Ένας νέος που εισέρχεται σήμερα στην αγορά εργασίας, νεοπτυχιούχος, ονειροπόλος, ενθουσιώδης, μοιάζει με έναν τραγικό ήρωα του Μπαλζάκ, κάποιον ευγενή πλην αφελή ποιητή, που καταφθάνει στην πραγματικότητα φορτωμένος προσδοκίες και φιλοδοξίες. Σύντομα ανακαλύπτει, προς συντριβή του, πως τα σαλόνια της αναγνώρισης, ή έστω τα πεζοδρόμια της επιβίωσης, ακολουθούν τελετουργίες και ιεραρχίες αυστηρά παγιωμένες ώστε να υπηρετούν συμφέροντα, προτεραιότητες, ακόμα και αυθαίρετα καπρίτσια ενός κατεστημένου που ήδη περιμένει την κάθε νέα γενιά στην γωνία, με δόντια κοφτερά, δοκιμασμένες παγίδες και μεθυστικές υποσχέσεις.
Όμως, για κακή τύχη των κυβερνώντων, δεν είναι καθόλου εύκολο να διαφθείρεις, να υποτάξεις και να διαχειριστείς τις συνειδήσεις και την δράση μιας γενιάς που έχει μεγαλώσει με το διαδίκτυο ως δεδομένο. Η προπαγάνδα πλέον έχει να αντιμετωπίσει ένα κοινό που πληροφορείται πολλαπλώς και εκφράζει ελεύθερα άποψη σε πλείστα όσα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ιστοσελίδες πάσης φύσης. Δεν μπορεί πλέον να μονοπωληθεί η ηγεμονική αφήγηση της πραγματικότητας. Αρκεί ένα πληκτρολόγιο και η εξουσία είναι πλήρως ενήμερη πως οι ιδιοτελείς ελιγμοί γύρω από την αλήθεια, ή τις αλήθειες, είναι αδύνατη.
Έτσι, επιστρατεύεται μια όλο και πιο ανεπτυγμένη μηχανή παραπληροφόρησης και αντιπερισπασμού της κοινής γνώμης, προσαρμοσμένης στις ανάγκες της νέας εποχής για ταχύτατη εναλλαγή εντυπώσεων και θεμάτων προκειμένου να διατηρηθεί η αναστολή δυσπιστίας που είναι απαραίτητη ώστε κάποιος να καθηλωθεί, να πιστέψει, να παρακολουθήσει όχι μόνο μια συγκεκριμένη αφήγηση, αλλά πολλαπλές, στοχευμένες στις ταχύτατα εναλλασσόμενες ορέξεις ενός νεανικού κοινού που κατ'αρχήν έχει μάθει να δυσανασχετεί με μονοσήμαντες ερμηνείες, αναγνωρίζοντας τες ως εξουσιαστικές, και απαιτεί πολυδιάστατες προσεγγίσεις και αναγνώσεις.
Δηλαδή, η μηχανή κρατικής προπαγάνδας κατασκευάζει έναν εικονικό αντικατοπτρισμό κομμένο και ραμμένο ειδικά και ξεχωριστά για κάθε νέο άνθρωπο που προσπαθεί να οραματιστεί το μέλλον του, καθώς περπατάει, άναυδος, σε μια έρημο ελπίδας.
Για κάποιες ομάδες, μορφωτικά στερημένες ή πνευματικά νωθρές, η παραίσθηση κανονικότητας είναι υπερβολικά απλή στην σύλληψη και στην κατασκευή – αρκεί λίγο λάμψη, λίγο γλέντι και η διασκέδαση, που ούτως ή άλλως είναι προτεραιότητα των νέων ανθρώπων, γίνεται ναρκωτικό που τους μετατρέπει σε κυνηγούς Σαββατοκύριακων λήθης. Πολύ γρήγορα, οι καλοπερασάκηδες, θα αντιληφθούν ότι μετά τα 30, τα πανέρια με τα γαρίφαλα, οι μυτιές, οι άγαρμπες παρτούζες, το σπίτι των γονιών, δεν αθροίζονται σε ένα αποτέλεσμα που τους επιτρέπει την ενηλικίωση.
Όταν πλέον τους χτυπήσουν την πόρτα οι ενήλικες οικογενειακές ή άλλες υποχρεώσεις, π.χ. ένα πρόβλημα υγείας, τότε ανακαλύπτουν ότι τίποτε το άτρωτο δεν έχει η ζωή τους, αλλά αντίθετα, άφησαν εαυτόν εκτεθειμένο σε κινδύνους, απάτες και επιτήδειους, με αποτέλεσμα η ασφάλεια, οικονομική και ψυχική, να τους διαφεύγει, και μαζί της, η σταθερότητα που απαιτεί η ωριμότητα.
Πέρα από την διασκέδαση, υπάρχουν άλλοι, πολυμορφικοί μετασχηματισμοί μηχανισμών διαχείρισης της νεαρής συνείδησης καθώς οδεύει προς το σφαγείο του εξαρτησιογόνου καπιταλισμού – εκείνου του πολιτεύματος που όχι μόνο έχει ήδη εφαρμοστεί, αλλά πλέον θέλει και να μας πείσει ότι δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική εκτός από την σκλαβιά και την υποταγή σε αφηρημένα, παγκοσμιοποιημένα συμφέροντα που έχουν την δύναμη, ως άλλες θεότητες, να αποφασίζουν για ζητήματα ζωής και θανάτου εκατομμυρίων ανθρώπων.
Ο εξαρτησιογόνος καπιταλισμός είναι εκείνο τα παγιωμένο σύστημα που μεταφέρει το χρήμα και ό,τι αυτό μπορεί να αγοράσει, δηλαδή τα πάντα, στην άρχουσα τάξη. Η ελάχιστη αυτή μερίδα της κοινωνίας, που υπολογίζεται στο 1% παγκοσμίως, είναι μια πρωτοφανής κοινωνική συνθήκη, ένα είδος διεστραμμένης ταξικής ανατροπής που θέτει υπό αμφισβήτηση δεδομένα που η ανθρωπότητα έχει θέσει από εποχής Γαλλικού διαφωτισμού.
Εξαρτησιογόνο είναι αυτό το σύστημα επειδή με τον έναν ή τον άλλον τρόπο θα πρέπει να συνεργαστείς, να πάρεις την δόση βρομερής συνενοχής με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα διαφθοράς και βίας. Είτε είσαι μισθωτός σκλάβος, είτε πλουτοκράτης, είτε μεσάζων, δεν υπάρχει κανένα περιθώριο. Οι στυγνές απειλές και τα παραδείγματα προς αποφυγήν είναι δίπλα σου ανά πάσα στιγμή – πρόσφυγες, άστεγοι, δολοφονημένοι, αυτόχειρες. Αν τολμάς, σήκωσε κι εσύ κεφάλι.
Ειδικότερα στην Ελλάδα, οι νέοι άνθρωποι, είναι ξένοιαστοι και αφελείς, μιας και η εφηβεία μπορεί να τους σύστησε την ζωή και τον κόσμο υπό το συγκρουσιακό και επώδυνο φαινόμενο της τεχνητής κρίσης, αλλά τα παιδικά τους χρόνια διατηρούν μνήμες ευμάρειας και ανεμελιάς. Είναι και αυτοί μολυσμένοι με τον ιό της ελπίδας για ένα καλύτερο παρελθόν, όπως και η γενιά των γονιών τους. Δεν μπορούν να δουν την νέα πραγματικότητα ως ένα πραξικόπημα που αν δεν ανατραπεί το συντομότερο θα εδραιωθεί και θα έχει αντηχήσεις και επιρροή σε βάθος αιώνων.
Ακόμα χειρότερα, αυτή η νεανική αθωότητα είναι νοσηρή απομίμηση και όχι αυθεντική παιδικότητα, μιας και η αναφορά στις συγκεκριμένες «καλύτερες εποχές», της περασμένης και προπερασμένης δεκαετίας, επί της ουσίας είναι μια νοσταλγία για μια περίοδο όπου απλά οδηγούμασταν, μεθυσμένοι από ψευδαισθήσεις, στον σημερινό όλεθρο. Τον όλεθρο της τρομακτικής ανεργίας, της κυβερνητικής αυθαιρεσίας, της αστυνομικής βίας, της δικαστικής πλάνης, της τηλεοπτικής παράκρουσης, της εξουσίας των ψυχοπαθών, των πονηρών, των αδίστακτων.
Η πλέον επικίνδυνη δεξαμενή εγγειοβελτιωτικής διαχείρισης της νεανικής αμφισβήτησης γεμίζει διοχετευμένη από αγωγούς που μιμούνται την επανάσταση ως γλώσσα και αισθητική, ψευδεπίγραφα σκευωρώντας και φαλκιδεύοντας την επικίνδυνη για το κατεστημένο αντίδραση, μέχρι αυτή να ενδυθεί την στολή του εναλλακτικού και του καλλιτεχνίζοντος, δηλαδή να περιθωριοποιηθεί, κατά προτίμηση επί σκηνής ώστε αφενός να προσφέρει θέαμα, αλλά και να μπορεί να παράγει άρτο. Οι αγωγοί αυτοί μπορεί να είναι εκθέσεις τέχνης, αθλητικές συναντήσεις, φεστιβάλ πάσης φύσης και, στο έσχατο επίπεδο της εκμετάλλευσης των καλόψυχων, ο εταιρικός εθελοντισμός.
Οι νεαροί άνθρωποι που θέλουν, επειδή πρέπει, να ανακρίνουν, να ταρακουνήσουν, να εναντιωθούν στο παρόν, στρεβλό καθεστώς δεν έχουν το περιθώριο να εκπροσωπηθούν ή να συμμετέχουν σε κρατικά οργανωμένες εκθέσεις, να εμφανίζονται ή να συμμετέχουν σε φεστιβάλ ή επιχειρήσεις χρηματοδοτημένες από ιδιωτικούς χορηγούς αμφισβητούμενου ήθους και πολιτικής θέσης, περιοδικά και εφημερίδες με πολυσχιδείς διαπλοκές με το κράτος.
Αυτό που οφείλουν να κάνουν είναι να διατηρήσουν πάση θυσία την ανεξαρτησία τους προκειμένου να είναι ελεύθεροι και να αποφύγουν την εκμετάλλευση. Καλύτερα να ζεις με την αγωνία του επόμενου πελάτη, παρά να εξαρτάσαι από τις διεστραμμένες ορέξεις ενός υπερεξελιγμένου, υπερξελιγωμένου και εν τέλει άδικου φεουδαρχικού συστήματος.
Κάποιοι νέοι άνθρωποι που είναι αρκετά θρασείς ώστε να νομίζουν ότι μπορούν να αλλάξουν το σύστημα δουλεύοντας από τα μέσα, μάλλον δεν έχουν ακούσει ότι η εξουσία, την παρούσα στιγμή, και ίσως εσαεί, μιλάει μόνο με όπλα. Όποιος έχει την ικανότητα να διαπραγματεύεται υπό την απειλή όπλου, ίσως δεν ανήκει πια σε εκείνους που ονειρεύονται έναν καλύτερο κόσμο, ίσως είναι πολύ δειλός για να κάνει αλλιώς, ίσως είναι παράτολμος – το σίγουρο όμως είναι ότι δεν μπορεί να ξεφύγει από τα όρια.
Νεολαία που δεν ξεφεύγει από τα όρια που της έχει θέσει η προηγούμενη γενιά είναι νεολαία ανίκανη να αλλάξει τα πράγματα. Και τα πράγματα πρέπει οπωσδήποτε να αλλάξουν, αν δεν θέλουμε να ζούμε υπό ένα καθεστώς που θεωρεί φυσιολογικό και διαπραγματεύσιμο να είναι Υπουργός Υγείας ένας τηλεπωλητής που κυκλοφορεί με το τηλέφωνο του Μπάρμπα-Στρουμφ στην Βουλή και να περηφανεύεται ότι είναι προς δόξαν του να απειλεί με απόλυση κορυφαίους νευροχειρούργους δημόσιων νοσοκομείων ενώ εκείνοι δηλώνουν απλήρωτοι.
Οπότε είναι καιρός να αλλάξει η νεολαία. Και να συνειδητοποιήσει ότι πλέον ο στόχος δεν είναι μια θέση στο σύστημα, αλλά η ανατροπή της συνθήκης που απαιτεί ένοπλη διαπραγμάτευση εφ' όσον οι ένοχοι πρέπει να απολογηθούν και να επανορθώσουν τις ακραίες ζημιές που έχουν προκαλέσει.
Δυστυχώς, δεν υπάρχουν πολλοί τρόποι να πάψει η εξουσία να τρομοκρατεί, να κάνει καψόνια, να καταστρέφει, να λεηλατεί, να αποβλακώνει, να απελπίζει.
Υπάρχει μια και μοναδική λύση για τον αφοπλισμό αυτής της τάξης πραγμάτων. Αυτή είναι η άρνηση συνεργασίας, με κάθε τρόπο. Από σιωπηλή μέχρι κραυγαλέα, όλοι οι νέοι άνθρωποι αυτής της χώρας πρέπει να αρνούνται την συμμετοχή και την στήριξη μιας κυβέρνησης που οδηγεί την γενιά τους στον αφανισμό.
Όλοι όμως. Εκείνοι που αδιαφορούν, θα τιμωρηθούν, όχι από τους αντιρρησίες συνείδησης, αλλά από το ίδιο το καθεστώς, αφού, για να επιβιώσει η παρούσα τάξη πραγμάτων, δεν έχει διστάσει να ομολογήσει ότι εξυπηρετεί ιδιωτικά συμφέροντα και βολεύεται με Ναζιστικούς φόνους αθώων ανθρώπων. Δηλαδή δεν διστάζει να ομολογήσει ότι πατάει, ατάραχη, επί πτωμάτων.
Τι άλλο πρέπει να ακούσει κανείς για να διακόψει κάθε επαφή με κάποιον?
Πηγή: NewsNow