Συνδέονται οι υποκλοπές στον Ερντογάν και η παρακολούθηση Καραμανλή το 2005;
Γράφει ο Νίκος χειλαδάκης
Το καλοκαίρι του 2012 είχε γίνει γνωστό πως τα τηλέφωνα του Έλληνα πρωθυπουργού, Κ. Καραμανλή, παρακολουθούνταν κατά την περίοδο του 2005 – 2006 από αμερικανικές Μυστικές Υπηρεσίες. Τότε δημοσιεύματα του Τύπου «έδειχναν» την αμερικανική πρεσβεία ως αυτουργό των παρακολουθήσεων του πρώην πρωθυπουργού και άλλων αξιωματούχων της τότε κυβέρνησης (αλλά και των Ελληνικών μυστικών υπηρεσιών). Οι ανακρίσεις όμως είχαν «κολλήσει», αφού ακόμα και αν ασκούνταν διώξεις δεν θα υπήρχε αποτέλεσμα, καθώς οι εργαζόμενοι των πρεσβειών καλύπτονται από διπλωματική ασυλία.
Καραμανλής 2005 – Ερντογάν 2014;
Το ενδιαφέρον είναι ότι οι παρακολουθήσεις αυτές σχετίστηκαν και με σχεδιαζόμενη απόπειρα δολοφονίας του Έλληνα πρωθυπουργού. Και όλα αυτά ξεκινούσαν με βασική αφορμή την προσέγγιση που είχε επιχειρήσει εκείνη την περίοδο με τον πρόεδρο της Ρωσίας, Βλαδίμηρο Πούτιν, κάτι που δεν του συγχώρεσαν ποτέ οι Αμερικανοί «σύμμαχοι». Ωστόσο, είναι ενδιαφέρον το ότι αυτή η ιστορία επαναλήφθηκε λίγα χρόνια αργότερα με τον πρωθυπουργό της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν, με αρκετές βέβαια διαφορές, αλλά με το βασικό πλαίσιο να μοιάζει καταπληκτικά με την ελληνική περίπτωση.
Στις 2 Μαρτίου 2014, σε μία αποκαλυπτική συνέντευξή του στην τουρκική εφημερίδα Vatan, με τον πολύ χαρακτηριστικό τίτλο «οι ΗΠΑ από το Gulbasi παρακολουθούν τον κόσμο!», ο πρόεδρος του Ιδρύματος Τούρκων Μηχανικών και Προγραμματιστών Ηλεκτρονικών Υπολογιστών, Yilmaz Sunmez, αποκάλυπτε πως το μεγαλύτερο κέντρο παρακολούθησης των αμερικανών, σε παγκόσμιο επίπεδο βρίσκεται στο προάστιο Gulbasi της Άγκυρας, με ειδικό Κέντρο Εκπαίδευσης Πρακτόρων της CIA, η εισαγωγή στο οποίο γίνεται μετά από πολύ δύσκολες εξετάσεις.
Όπως αποκαλυπτόταν στην συνέντευξη, οι αμερικανοί έχουν τέσσερα μεγάλα κέντρα παρακολουθήσεων σε όλο τον κόσμο: στην Αγγλία, στη Νότιο Κορέα, στη Γερμανία και στο Gulbasi στην Τουρκία. Το κέντρο αυτό κατασκευάστηκε σε συνεργασία μ ε την τουρκική πολεμική βιομηχανία Aselsan, που ειδικεύεται σε ηλεκτρονικές εφαρμογές.
Το θέμα συζητήθηκε εκτενώς στη συνέντευξη, διότι σχετίστηκε με τις παρακολουθήσεις των κρυπτογραφικών τηλεφώνων του τούρκου πρωθυπουργού, που αποκάλυψαν στις 17 Δεκεμβρίου 2013 ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα υποκλοπών του Ερντογάν, καθώς και χιλιάδων άλλων επωνύμων της δημόσιας ζωής.
Ο τούρκος πρωθυπουργός κατήγγειλε συνωμοσία ανατροπής του, κατευθυνόμενη από το εξωτερικό, κάτι που δεν έκανε ο Έλληνας συνάδελφός του. Σε αντίθετη περίπτωση ίσως να μην φτάναμε σήμερα σε αυτό το σημείο της μνημονιακής κατοχής της Ελλάδας. Στην ουσία όμως, συνωμοσία αυτή κατευθύνονταν από το εσωτερικό της Τουρκίας.
Ο Ερντογάν είχε εξοργιστεί γιατί διαπίστωνε πως λειτουργούσε ένας μηχανισμός παρακολουθήσεων ανεξέλεγκτος από την τουρκική μυστική υπηρεσία ΜΙΤ. Και, μάλιστα, όπως υπαινίχθηκε, ο μηχανισμός αυτός, κατευθυνόμενος από τις ΗΠΑ, λειτουργούσε αποσταθεροποιητικά, συνδεόμενος πιθανότατα με το τάγμα του Φετουλάχ Γκιουλέν.
Η δημοσιοποίηση των απορρήτων τηλεφωνικών συνομιλιών του Ερντογάν μ ε τον γιό του, Μπιλάλ και παράλληλα των τηλεφωνικών υποκλοπών σε δεκάδες άλλα δημόσια πρόσωπα, έγινε με τελευταίας τεχνολογίας όργανα υποκλοπών, για να μπορούν στη συνέχεια να εκβιάζουν τον πολιτικό κόσμο της Τουρκίας. Το ενδιαφέρον εδώ είναι ότι οι μηχανισμοί αυτοί, όπως και τα κρυπτογραφικά τηλέφωνα του Ερντογάν και του περιβάλλοντός του, είναι παραγωγής των δύο μεγάλων τουρκικών πολεμικών βιομηχανιών, της Aselsan και της Tubitak.
Τρεις μυστηριώδεις αυτοκτονίες
Ωστόσο, σύμφωνα με τη συνέντευξη, οι τηλεφωνικές παρακολουθήσεις δημοσίων προσώπων πρέπει να λάμβαναν χώρα εδώ και χρόνια. Πριν από λίγα χρόνια (2006 2007), η Τουρκία είχε συγκλονιστεί από αλλεπάλληλες «αυτοκτονίες» κορυφαίων στελεχών της Aselsan. Πολλοί σήμερα συσχετίζουν τις αυτοκτονίες εκείνες με την άκρως απόρρητη λειτουργία του Κέντρου του Gulbasi, εφόσον οι αυτόχειρες είχαν γίνει κοινωνοί κάποιων απόρρητων υποκλαπέντων στοιχείων, έπρεπε να… «αυτοκτονήσουν».
Η ιστορία αυτών των αυτοκτονιών αποδεικνύεται να έχει μεγάλο βάθος. Οι περιπτώσεις αυτές φέρνουν στο νου την αυτοκτονία του 39χρονου Έλληνα, Κώστα Τσαλικίδη, σχεδιαστή δικτύου και διευθυντή τεχνολογίας της εταιρείας Vodafone, στις 9 Μαρτίου του 2005 (είχε βρεθεί απαγχονισμένος στο διαμέρισμά του, στον Κολωνό). Η αυτοκτονία του σχετίστηκε με την επιχείρηση παρακολούθησης του τηλεφώνου του τότε πρωθυπουργού Καραμανλή και οι πληροφορίες που διέρρευσαν τον ενέπλεκαν άμεσα. Η υπόθεση αυτή έκλεισε αφήνοντας πολλά αναπάντητα ερωτήματα…
Στις 4 Φεβρουαρίου 2013, η τουρκική εφημερίδα Zaman αποκάλυπτε ότι, στις 25 Ιανουαρίου 2013, δηλαδή περίπου πέντε μήνες πριν από τα γεγονότα του Γκεζί Παρκ, σκοτώθηκε στην Άγκυρα με έναν πολύ περίεργο και ύποπτο (όπως χαρακτηρίστηκε και από τον Τύπο) «δυστύχημα», ο 42χρονος ηλεκτρονικός μηχανικός, Hakan Oksuz. Το δημοσίευμα της Zaman είχε τον χαρακτηριστικό τίτλο «Βαθειά υποψία για τον θάνατο του μηχανικού της Αselsan».
Ο Oksuz υπηρετούσε στις εγκαταστάσεις της Aselsan για 15 χρόνια και είχε αναλάβει σημαντικά προγράμματα, ενώ ήταν απόφοιτος της Σχολής Ηλεκτρονικών και Μηχανολογίας, ODTU. Ήταν παντρεμένος και πατέρας τριών παιδιών. Σύμφωνα με δηλώσεις του οικογενειακού του περιβάλλοντος, τον τελευταίο καιρό ο Oksuz υποψιαζόταν ότι κάποιοι τον παρακολουθούν, ενώ συχνά έλεγε στη γυναίκα του ότι κάποιοι θέλουν να τον εξοντώσουν και ότι βρισκόταν υπό καθεστώς ψυχολογικής καταπίεσης. Όπως ανέφεραν οι πληροφορίες, τα τελευταία έγγραφα που είχε υπογράψει στην Aselsan εξαφανίστηκαν αμέσως μετά το δυστύχημα, ενώ εξαφανίστηκε και η κάρτα παρουσία του στην εταιρεία.
Το θέμα είχε πάρει διαστάσεις τον τουρκικό Τύπο και ορισμένες εφημερίδες, όπως η Zaman, το συνέδεσαν με τις περίεργες αυτοκτονίες συναδέλφων του Oksuz πριν από μερικά χρόνια, γεγονός που έδινε ιδιαίτερες διαστάσεις στον θάνατο του τούρκου μηχανολόγου, ενώ έθετε και υπό σοβαρή αμφισβήτηση το αν ήταν πράγματι δυστύχημα.
Πληροφορίες ανέφεραν ότι και την περίοδο 2006 – 2007, όταν είχαν σημειωθεί άλλες τρεις περίεργες «αυτοκτονίες» συναδέλφων του και ο ίδιος ο Oksuz παραλίγο να θέσει τέρμα στη ζωή του, ωστόσο, σώθηκε την τελευταία στιγμή. Όπως έγινε γνωστό, η οικογένεια του Oksuz θα προσέφευγε στη Δικαιοσύνη, για διερεύνηση των συνθηκών θανάτου του, χωρίς όμως να γίνει τίποτα γνωστό στη συνέχεια.
Η αυτοκτονία του Oksuz ήταν η τέταρτη κατά σειρά που αφορούσε την Aselsan. Στις 27 Ιανουαρίου 2007, γινόταν γνωστό από δημοσίευμα της τουρκικής εφημερίδας Hurriyet ότι βρέθηκε νεκρός στην περιοχή Gulbasi, έξω από την Άγκυρα, ο 26χρονος ηλεκτρονικός μηχανικός Evrim Yanceken, που δούλευε επίσης στην Aselsan. Ο Yanceken είχε πηδήξει από το παράθυρο του σπιτιού του, στον έβδομο όροφο, σε ένα συγκρότημα σύγχρονων κατοικιών, ενώ, όπως έγραφε η τουρκική εφημερίδα, εδώ και δύο χρόνια δούλευε σε ένα ειδικό πρόγραμμα της τουρκικής πολεμικής βιομηχανίας, για το οποίο όμως δεν έγινε τίποτα γνωστό.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των γειτόνων του Yanceken, τον τελευταίο καιρό ο μηχανικός έδειχνε να έχει σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα. Μάλιστα, ο αυτόχειρας είχε αφήσει και ένα σημείωμα όπου περιέγραφε ότι έχει καταρρεύσει ψυχολογικά και ότι δεν ρίχνει την ευθύνη σε κανέναν για την αυτοκτονία που επρόκειτο να επιχειρήσει, ενώ ζητούσε από την οικογένειά του κατανόηση. Το γεγονός αυτό ήταν το τρίτο κατά σειρά επεισόδιο αυτοκτονίας υπαλλήλων της μεγαλύτερης τουρκικής βιομηχανίας, μέσα σε χρονικό διάστημα λιγότερο από έξι μήνες.
Συγκεκριμένα, στις 7 Αυγούστου 2006, ένα πρωί κοντά στο αεροδρόμιο της Άγκυρας, βρίσκεται νεκρός μέσα στο αυτοκίνητό του ο Huseyin Basbulen, επί τρία χρόνια μηχανικός της Aselsan. Οι αστυνομικοί της τουρκικής ασφάλειας που έσπευσαν στο σημείο συνέταξαν έναν φάκελο όπου, αφού χαρακτήρισαν τον θάνατο «αυτοκτονία», έσπευσαν να τον κλείσουν και να τον τοποθετήσουν στο αρχείο, χωρίς να δώσουν τη δυνατότητα για περαιτέρω έρευνες.
Τρεις μήνες μετά, και συγκεκριμένα στις 17 Ιανουαρίου 2007, ο επίσης μηχανικός της Aselsan, Ali Unsem Unal, βρίσκεται νεκρός. Ο Unal εργαζόταν στο ίδιο τμήμα που δούλευε ο Basbulen. Σύμφωνα πάντα με τις ανακοινώσεις της τουρκικής ασφάλειας, ο Unal αυτοπυροβολήθηκε, χωρίς να γίνουν γνωστές περισσότερες λεπτομέρειες για τα αίτια της αυτοκτονίας του.
Το κακό, δηλαδή, είχε τριτώσει, χωρίς πάντα να υπάρχει κάποιος αυτόπτης μάρτυρας για να δώσει κάποια στοιχεία στη δημοσιότητα και με την τουρκική ασφάλεια να κλείνει εσπευσμένα τους φακέλους των υποτιθέμενων αυτοκτονιών.
Το τίμημα της «υψηλής» γνώσης
Ο παλαίμαχος δημοσιογράφος της Hurriyet Φατίχ Τσεκινζέ, που ασχολήθηκε τότε με το θέμα, έγραφε στις 3 Φεβρουαρίου 2007, ότι όλες αυτές οι «αυτοκτονίες» είναι ανεξήγητες και, το κυριότερο, σε καμία από αυτές δεν υπήρξε κάποια σοβαρή μαρτυρία, ώστε να βγει ένα ασφαλές πόρισμα. Στη συνέχεια, όμως, πρόσθετε στο ενδιαφέρον άρθρο του με τίτλο «Οι μυστηριώδεις αυτοκτονίες της Aselsan», ότι η εν λόγω τουρκική πολεμική βιομηχανία, που έχει τις εγκαταστάσεις της έξω από την Άγκυρα, είναι η πιο μυστική στρατιωτική πολεμική βιομηχανία και το αντικείμενό της είναι οι σύγχρονες ηλεκτρονικές τεχνολογίες παρακολούθησης.
Και οι τρεις αυτόχειρες εργάζονταν σε τμήματα των ηλεκτρονικών εφαρμογών και σίγουρα ήταν γνώστες κάποιων απόρρητων μυστικών της Aselsan. Ίσως αυτό το στοιχείο, σύμφωνα με τον τούρκο δημοσιογράφο, να τους δημιούργησε ένα ανεπανάληπτο στρες και μία έντονη ψυχολογική πίεση που τους οδήγησε στην αυτοχειρία. Βέβαια, το συμπέρασμα του Τσεκινζέ ήταν λογικό, αλλά σίγουρα για έναν αντικειμενικό παρατηρητή φαίνεται μάλλον αφελές. Και το κυριότερο: δεν εξηγούσε γιατί οι φάκελοι των αυτοκτονιών έκλεισαν εσπευσμένα από την τουρκική ασφάλεια.
Άλλο ένα κοινό στοιχείο και των τριών αυτοχείρων ήταν ότι δούλευαν τότε σε ένα μυστικό τμήμα της Aselsan. Από τον Δεκέμβριο του 2013, η Τουρκία συγκλονίστηκε από το μεγάλο σκάνδαλο των τηλεφωνικών υποκλοπών. Χωρίς να υπάρχουν συγκεκριμένες αποδείξεις για πολλούς στην Τουρκία, οι αυτοκτονίες αυτές συνδέονται άμεσα με το ζήτημα των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων και υποκλοπών τα τελευταία χρόνια. Τα υψηλόβαθμα στελέχη της Aselsan είχαν κατά πάσα πιθανότητα στα χέρια τους κάποια απόρρητα στοιχεία, γι αυτό ήταν «επικίνδυνοι» και έπρεπε να «εξαφανιστούν»…
Ο μυστικός «πόλεμος» μεταξύ των Υπηρεσιών
Η πραγματοποίηση τηλεφωνικών υποκλοπών και παρακολουθήσεων τα τελευταία χρόνια φαίνεται ότι είχε γίνει αντιληπτή και από την πολιτική ηγεσία της Τουρκίας. Το γεγονός αυτό θορύβησε το στενό περιβάλλον του Ερντογάν, με αποτέλεσμα να επιχειρήσει να αποκτήσει άμεση πρόσβαση στο Κέντρο Παρακολουθήσεων μέσω της ΜΙΤ, η οποία ελεγχόταν απόλυτα από τον τούρκο πρωθυπουργό. Έτσι άρχισε ένας έντονα παρασκηνιακός πόλεμος και μεταξύ των Μυστικών Υπηρεσιών.
Στις 19 Αυγούστου του 2011 γινόταν για πρώτη φορά γνωστό από την εφημερίδα Sabah ότι η ΜΙΤ και ειδικότερα το Τμήμα Εκπαίδευσης της Μυστικής Υπηρεσίας με ονομασία MITEAM, είχε αποφασίσει τη δημιουργία Κέντρου Πληροφοριών Ακαδημαϊκού Επιπέδου, με την ονομασία ISAMER (οι προκαταρκτικές συζητήσεις για το θέμα αυτό είχαν αρχίσει από το 2010, όταν η νέα ηγεσία της ΜΙΤ, του Hakan Fidan, είχε αποφασίσει τη μεγάλη αναβάθμιση της Υπηρεσίας). Το Κέντρο αυτό θα συγκέντρωνε, θα μελετούσε και θα ανέλυε όλες τις πληροφορίες που συλλέγονται από τη ΜΙΤ και, στη συνέχεια, θα συνέτασσε ειδικές αναφορές για την πολιτική εξουσία και το διπλωματικό σώμα.
Στο νέο δημιουργημένο τμήμα θα υπήρχε δυνατότητα πρόσβασης και, το κυριότερο, κατάλληλου συνδυασμού όλων των πληροφοριών που διατίθενται σε ακαδημαϊκό και επιστημονικό επίπεδο, ενώ θα έδινε έμφαση στη συνεργασία και ανταλλαγή απόψεων και με ξένες ομοειδείς υπηρεσίες. Στο Κέντρο αυτό θα παρέχονταν, εκτός των άλλων, και επιμόρφωση βάσει ειδικών τμημάτων διάρκειας δύο ή τριών ετών σε στελέχη της ΜΙΤ. Όπως διαφαινόταν, είχε αρχίσει ένας μυστικός αγώνας ελέγχου των παρακολουθήσεων και των υποκλοπών.
Για το ίδιο θέμα, στις 6 Ιανουαρίου 2012 έγινε γνωστό μέσω της ιστοσελίδας HH (Hakin Habercisi) ότι, πάλι με πρωτοβουλία του Hakan Fidan, στην περιοχή Gulbasi της Άγκυρας, συγκεκριμένα στο 38ο χιλιόμετρο της εθνικής οδού Άγκυρας – Ικονίου και σε έκταση 600.000 τετραγωνικών μέτρων, θα δημιουργηθεί ένα μεγάλο «χωριό» της ΜΙΤ, όπου θα στεγαστεί και η νέα Ακαδημία Πληροφοριών, ISAMER, ακριβώς στο μέρος όπου βρίσκεται το μεγάλο κέντρο παρακολούθησης διεθνούς επιπέδου.
Στο ίδιο θέμα επανήλθε η ίδια τουρκική εφημερίδα, στις 20 Φεβρουαρίου 2012, ανακοινώνοντας και την επίσημη νομοθετική ρύθμιση για την ίδρυση και δημιουργία του κέντρου. Σημειωτέον ότι το κέντρο, όπως είχε ανακοινωθεί, θα στελεχώνονταν από επίλεκτους ακαδημαϊκού επιπέδου, ενώ οι γλώσσες που ζητούνται είναι δέκα, μεταξύ των οποίων Αγγλικά, Αραβικά, Αρμενικά, Γεωργιανά, Εβραϊκά, Κινέζικα, Ελληνικά και Ρώσικα.
Εντωμεταξύ, ενώ πλησίαζε η μεγάλη κρίση στην Τουρκία, ο Ερντογάν υποψιασμένος, προχώρησε σε μία άλλη σημαντική κίνηση, στα πλαίσια του παρασκηνιακού πολέμου παρακολουθήσεων που όσο περνούσε ο καιρός εντεινόταν. Στις 15 Ιανουαρίου 2013, και λίγους μήνες πριν από τον Ιούνιο του ίδιου έτους που ξέσπασαν τα επεισόδια του Γκεζί Παρκ της Κωνσταντινούπολης (η πρώτη δημόσια μαζική εκδήλωση αμφισβήτησης του Ερντογάν) γινόταν γνωστή από την εφημερίδα Haberturk η δημιουργία με πρωθυπουργική απόφαση ενός νέου «Κεντρικού Στρατηγείου Μυστικών Υπηρεσιών». Το κεντρικό αυτό αρχηγείο θα έχει υπό την εποπτεία του τον γενικό συντονισμό όλων των Μυστικών Υπηρεσιών που μέχρι τότε βρίσκονταν σε ένα άτυπο εσωτερικό πόλεμο, υπό την αιγίδα της μεγαλύτερης μυστικής υπηρεσίας, της ΜΙΤ, η οποία ελεγχόταν απόλυτα από τον Ερντογάν και το «δεξί» του χέρι, Hakan Feidan. Το Κέντρο αυτό θα ονομάζεται Συντονιστικό Κέντρο Πληροφοριών και Επιχειρήσεων.
ΜΙΜ
Το Κέντρο αυτό, σε πρώτη φάση, θα στελεχωνόταν από επίλεκτα στελέχη των Μυστικών Υπηρεσιών, τα οποία θα έχουν και την ανάλογη πείρα στην καταπολέμηση της «τρομοκρατίας». Ο σκοπός θα ήταν η, σε πρώτη φάση, ανταλλαγή πληροφοριών και η ανάλυση γεγονότων και της επίδρασής τους στις γενικότερες εξελίξεις. Το Κέντρο θα διευθύνονταν από τον ίδιο τον αρχηγό της ΜΙΤ. Η επιδίωξη της δημιουργίας του νέου αυτού Κέντρου ήταν να μην μένει τίποτα εν κρυπτώ από το Κέντρο.
Το ερώτημα, βέβαια, που προέκυπτε είναι κατά πόσον αυτό το νέο Σχήμα θα μπορούσε να ελέγξει αποτελεσματικά και το Κέντρο Παρακολούθησης του Gulbasi, όπως αποδείχθηκε αργότερα, δεν είχε μεγάλη επιτυχία, καθώς δεν κατάφερε να αποτρέψει ή να «πιάσει» τις υποκλοπές τηλεφωνικών συνομιλιών. Ήταν χαρακτηριστική η αναφορά ότι το Κέντρο θα ελέγχει σαν «μεγάλο μάτι» όλες τις δραστηριότητες των Μυστικών Υπηρεσιών, δηλαδή της Γενικής Ασφάλειας, του Γενικού Επιτελείου, της Στρατοχωροφυλακής, του Υπουργείου Εξωτερικών και όχι μόνο. Όλες αυτές οι Μυστικές Υπηρεσίες θα συντονίζονταν από το Κέντρο και θα συνέβαλλαν ουσιαστικά στην αποτελεσματική λειτουργία του.
Σε πρώτη φάση, το Κέντρο θα αποτελείται από 6 διαφορετικούς τομείς και θα επανδρωθεί από 20 στελέχη, ειδικευμένα στον τομέα της συγκέντρωσης και αξιοποίησης πληροφοριών. Θα βρίσκεται συνεχώς εν γρηγόρσει και θα λειτουργεί αδιαλείπτως όλο το 24ωρο, αξιοποιώντας όλο τον πλούτο των ηλεκτρονικών πληροφοριών που θα συρρέουν στο Κέντρο. Η επίσημη αφορμή για τη δημιουργία αυτού του Κέντρου (πέραν του εσωτερικού παρασκηνιακού πολέμου), όπως αναφέρθηκε, ήταν η μεγάλη διασπορά των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών και η προσπάθεια συγκέντρωσής τους.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τότε αναφορά του τούρκου δημοσιογράφου Αμπντουραχμάν Σιμτσέκ της Sabah, η πολυδιάσπαση αυτή προκαλούσε πολλά προβλήματα συντονισμού, κυρίως στο ζήτημα της αντιμετώπισης της τρομοκρατίας, των εσωτερικών και εξωτερικών απειλών. Με τη δημιουργία του Κέντρου, το Τμήμα Πληροφοριών Εξωτερικού, το Τμήμα Πληροφοριών Εσωτερικού, αλλά και όλα τα αρχεία της Γενικής Διεύθυνσης Ασφάλειας και της Υπηρεσίας Πληροφοριών της Στρατοχωροφυλακής, υπάγονται πλέον στην προσωπική δικαιοδοσία του Hakan Fidan, ο οποίος θα έχει τη δυνατότητα ελέγχου και πρόσβασης.
Η δημοσιοποίησης της ανάγκης δημιουργίας του Κέντρου έγινε για πρώτη φορά ευρέως γνωστή στις 11 Μαΐου 2012, από ένα σχετικό δημοσίευμα της εφημερίδας Sabah. Η κίνηση αυτή, όπως τονίστηκε, θεωρήθηκε ως η σημαντικότερη μεταρρύθμιση στον τομέα των Μυστικών Υπηρεσιών της Τουρκίας και ο νέος φορέας ενδεικτικά χαρακτηρίστηκε ως «Κεντρική Δεξαμενή Πληροφοριών».
Πέραν όμως της συγκέντρωσης πληροφοριών, ο συντονιστικός αυτός φορέας θα επεδίωκε τη μεγαλύτερη προοπτική επιτυχίας στη διεξαγωγή επιχειρήσεων κατά των τρομοκρατικών ομάδων και κυρίως του κουρδικού ΡΚΚ. Σημειωνόταν τότε ότι στο ζήτημα της αντιμετώπισης του ΡΚΚ είχαν σημειωθεί τραγικά λάθη. Τα γεγονότα του Uludere, όπου στις 28 Δεκεμβρίου του 2011 είχαν βρει τον θάνατο 34 Κούρδοι χωρικοί από βόμβες δύο τουρκικών F-16 και τα οποία θεωρήθηκαν σαν μία τραγική αποτυχία της ΜΙΤ να τα προλάβει, ήταν το βασικότερο επιχείρημα για την αναγκαιότητα δημιουργίας συντονιστικού Κέντρο προς αποφυγή τέτοιων τραγικών σφαλμάτων, που είχαν ως αποτέλεσμα την πρόκληση μεγάλης εσωτερικής έντασης.
Ειδικά, όπως αναφέρθηκε, η έλλειψη συντονισμού μεταξύ της ΜΙΤ και της Υπηρεσίας Πληροφοριών του Γενικού Επιτελείου (ουσιαστικά υπήρχε ένας άτυπος αλλά άγριος πόλεμος μεταξύ τους) είχε ως αποτέλεσμα οι Κούρδοι πολίτες να θεωρηθούν ότι είναι μαχητές του ΡΚΚ και να χτυπηθούν από τα τουρκικά μαχητικά αεροσκάφη. Για τα γεγονότα αυτά απαγγέλθηκαν τότε κατηγορίες κατά της ΜΙΤ.
Οι κηδείες των θυμάτων έγιναν αφορμή να συγκεντρωθούν περίπου 10.000 Κούρδοι, διαδηλώνοντας κατά των τουρκικών δυνάμεων ασφαλείας. Το επεισόδιο αυτό εξόργισε, όπως ανέφεραν οι πληροφορίες, τον τούρκο πρωθυπουργό, ο οποίος έδωσε εντολή στον αρχηγό της ΜΙΤ για τη δημιουργία αυτού του συντονιστικού οργάνου που θεωρήθηκε ότι θα είναι το «μεγάλο μάτι» της ΜΙΤ.
Στις 22 Δεκεμβρίου του 2012, λίγο πριν τον Ιούνιο του 2013 με τα γνωστά γεγονότα του Γκεζί Παρκ που απείλησαν να ρίξουν την κυβέρνηση Ερντογάν, όπως τα γεγονότα του Δεκεμβρίου του 2008 την κυβέρνηση Καραμανλή στην Αθήνα, έγινε γνωστό ότι το «ΜΙΜ» θα στελεχωνόταν από τέσσερις διευθυντές της Γενικής Ασφάλειας και από άλλους δύο υποδιευθυντές, ενώ στα στελέχη του θα συμπεριλαμβάνονταν δύο στρατιωτικοί της Υπηρεσίας Πληροφοριών του Γενικού Επιτελείου.
Για το ίδιο θέμα, στις 23 Δεκεμβρίου 2012, μέσω της εφημερίδας Aksam γινόταν γνωστό ότι, με τη δημιουργία του νέου αυτού Κέντρου τελείωνε για πάντα(;) ένας ακήρυχτος πόλεμος είκοσι περίπου ετών, μεταξύ των Μυστικών Υπηρεσιών της Τουρκίας.
Πραξικόπημα μέσω υπολογιστών;
Εδώ υπάρχει ένα ενδιαφέρον θέμα της σύνδεσης όλων αυτών των εξελίξεων με τις δύο πολεμικές βιομηχανίες, δηλαδή την Aselsan και την Tubitak, που θεωρήθηκαν «πηγή» του σκανδάλου των υποκλοπών των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων του τούρκου πρωθυπουργού.
Στις 21 Φεβρουαρίου του 2013, μαθαίνουμε από την εφημερίδα Zaman ότι, για τις τεχνολογικές της ανάγκες και την τελειοποίηση των συστημάτων παρακολούθησης, η ΜΙΤ θα συνεργαζόταν στενά με την Aselsan και την Tubitak, οι οποίες ειδικεύονται στον τεχνολογικό τομέα και ήταν εκείνες που προμήθευσαν τα κρυπτογραφικά τηλέφωνα στον Ερντογάν και στο περιβάλλον του. Όπως αναφερόταν, ο ίδιος ο αρχηγός της ΜΙΤ είχε επισκεφθεί την Γενική Γραμματεία της Τουρκικής Πολεμικής Βιομηχανίας και είχε συνάντηση με τον γενικό γραμματέα.
Στη συνάντηση αυτή υπογράφτηκε συμφωνία 10ετούς συνεργασίας μεταξύ της ΜΙΤ και της Γραμματείας Πολεμικής Βιομηχανίας για τη δημιουργία εργαστηρίου Μυστικών Υπηρεσιών, που θα έχει ως αποστολή την αντιμετώπιση των αυξανόμενων αναγκών της ΜΙΤ. Για τη δημιουργία αυτού του πρωτότυπου εργαστηρίου, είχε ήδη εγκριθεί ένα κονδύλι 220 εκατ. δολαρίων. Οι προσυνεννοήσεις για την τελική συμφωνία είχαν αρχίσει από τα μέσα Δεκεμβρίου του 2012. Όπως έγινε γνωστό, το εργαστήριο αυτό θα έχει τα δυνατότητα χρήσης ηλεκτρονικών, ηλεκτρομαγνητικών, οπτικών και ακουστικών συστημάτων, αποκωδικοποιητών κρυπτογραφημάτων, συστημάτων ηλεκτρονικού πολέμου και αισθητήρων τελευταίας τεχνολογίας. Το ενδιαφέρον εδώ είναι ότι όλα αυτά τα συστήματα χρησιμοποιήθηκαν για τηλεφωνικές υποκλοπές και τη διαρροή τους, πλήττοντας καίρια την κυβέρνηση Ερντογάν.
Όλα αυτά δείχνουν πως υπήρχε στην Τουρκία ένα γιγάντιο σύστημα παρακολούθησης κυβερνητικών στελεχών με τη χρήση συστημάτων τελευταίας τεχνολογίας. Το μεγάλο ερώτημα, όσον αφορά την Τουρκία, είναι τι ρόλο έπαιξε το Gulbasi στην υπόθεση αυτή, η οποία οδήγησε στη σοβαρή αποσταθεροποίηση της χώρας. Εκείνο, όμως, που θα πρέπει να απασχολήσει περισσότερο εμάς, στην Ελλάδα, είναι το πόσο ευθύνεται το Κέντρο του Gulbasi για παρακολουθήσεις τηλεφώνων πρωθυπουργών εκτός Τουρκίας, όπως στην υπόθεση παρακολούθησης του Κ. Καραμανλή.
Όπως αποκαλύφθηκε στη συνέντευξη της Vatan, το Gulbasi συντονίζει στην ουσία ένα παγκόσμιο δίκτυο παρακολουθήσεων που επιχειρεί τα τελευταία χρόνια την αποσταθεροποίηση πολλών καθεστώτων, προς όφελος των αμερικανικών και γενικότερα δυτικών συμφερόντων (βλ. Συρία, Ουκρανία κ.λ.π.).
Hellenic Nexus, Απρίλιος 2014
ΠΗΓΗ