Σε μερικές γενιές έρχεται μια μέρα που πρέπει το μεγάλο ΝΑΙ ή το
μεγάλο ΟΧΙ να πούνε. Φανερώνεται αμέσως όποιες το’χουν έτοιμο μέσα τους
το ΝΑΙ και λέγοντάς το πέρα πηγαίνουν στην τιμή και στην πεποίθηση τους.
Οι αρνηθέντες δε μετανιώνουν. Αν ρωτιούνταν πάλι ΟΧΙ θα ξαναέλεγαν–
και όμως τους καταβάλει εκείνο το ΟΧΙ το σωστό- εις όλην τη ζωή τους.
Αντίσταση – αντίσταση- αντίσταση σε ότι....
υποθηκεύει την ύπαρξή μας σε ότι στερεί τη λευτεριά μας. Σε ότι αμφισβητεί τούτο τον τόπο της Δημοκρατίας, της ιστορίας του αγώνα.
Αντίσταση Ελληνική αντίσταση Εθνική, Αντίσταση Ελλήνων στρατιωτών στις κορυφές τις Πίνδου, αντίσταση ανταρτών, αντίσταση πολεμιστών, αντίσταση λαού. Αντίσταση γενιάς. Της γενιάς των πατεράδων μας, της γενιάς που επαναβεβαίωσαν την περηφάνια, το φιλότιμο, τον ηρωισμό και των πατριωτισμό τούτης της φυλής. Αντίσταση πληρωμένη με αίμα στην Κορυτσά στο Τεπελένι στην Β. Ήπειρο στα οχυρά του Ρούπελ στο Δίστομο, στα Καλάβρυτα, στο Γοργοπόταμο, στην Καισαριανή, στους δρόμους της Αθήνας, στα μπουντρούμια της Γκεστάπο.
Το όνειρο τούτης της πατρίδας είναι πολύ ακριβό, «θέλει νεκροί χιλιάδες να είναι στους τροχούς». Και προχωράνε και προχωράνε μέσα στη νύχτα χωρίς να γνωρίζουν κανένα, δεν κοιτάζουν αλλά βλέπουν, δεν ακούνε αλλά αφουγκράζονται, δεν μιλάνε αλλά τραγουδάνε, δεν αισθάνονται αλλά σχεδιάζουν, πιστεύουν, είναι σίγουροι για την πατρίδα που θα παραδώσουν στα παιδιά τους. Ξέρουν ότι θα την βάψουν με αίμα και αυτό θα είναι πάντα κόκκινο, θα την τραγουδήσουν και το τραγούδι θα είναι πάντα αγέρωχο, θα την προσκυνήσουν όταν θα πέσουν και το φιλί θα είναι της ζωής, της συνέχειας της ελπίδας… Τους ζήτησαν πατρίδα, λευτεριά, αυτοδιάθεση, Δημοκρατία, εθνόσημα, ιδανικά, πιστεύω, λησμονιά, υποταγή, σιωπή και συμβιβασμό. Απάντησαν με «ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ». Θυμήθηκαν το «ΑΝΔΡΩΝ ΕΠΙΦΑΝΩΝ ΠΑΣΑ ΓΗ ΤΑΦΟΣ».
Ήταν δύσκολα τότε που η πείνα θέριζε, ο θάνατος παραφύλαγε σε κάθε χιλιοστό και η ελπίδα έσβηνε πριν ακόμα γεννηθεί στο μυαλό και στην καρδιά. Τότε σφίγγανε και κολλούσανε τις παλάμες και πλέκανε τα δάχτυλά τους όπως πλέκονται οι κόμποι από τους κάβους των πλεούμενων. « Ω Βασιλεύ του κόσμου ορκίζομαι σε εσέ στην γνώμη των τυράννων να μην έλθω ποτέ. Μήτε να τους δουλεύσω μήτε να πλανηθώ εις τα ταξίματά τους να παραδοθώ». Κανείς δεν τους έκοβε, κανείς δεν τους σταματούσε, ακόμα και το πολυβόλο σεκόντο κράταγε στο ρυθμό της φλόγας τους. Και όταν το αίμα κυλούσε, αντιφέγγιζε κι αυτό στην ηλιαχτίδα που καθρεφτιζόταν πάνω του και έπαιζε πότε με τη γη του Θεμιστοκλή, του Λεωνίδα, του Κολοκοτρώνη, του Μάρκου Μπότσαρη, του Άρη Βελουχιώτη και του Ναπολέοντα Ζερβά και πότε με τον ουράνιο θόλο της Ακρόπολης, του Σουνίου, της Ολυμπίας, της Βεργίνας, των ανακτόρων του Μίνωα, του Επιδαύριου θεάτρου, του τόπου του Μαρτυρίου των Καλαβρύτων και της βοής του Γοργοπόταμου.
Ήταν η γενιά που ήξερε να παλεύει, να δουλεύει, να σέβεται, να θυσιάζεται , να ονειρεύεται, να ετοιμάζει την Ελλάδα των παιδιών της. Ήταν η γενιά του 40, της Εθνικής Αντίστασης, της Αντίστασης που όρθωσε τείχη στην υποθήκη του αύριο, στον φασισμό, στο σκοταδισμό, στην προδοσία, στον μηδενισμό. Ήταν η γενιά που ήξερε αν βάζει στόχους και οράματα, να μη σκύβει, να μη συμβιβάζεται, να μην εξαγοράζεται , να μην προδίδει, να μην απαξιώνει τους αγώνες, να μην κιοτεύει στις φυλακές, στις εξορίες και στα εκτελεστικά αποσπάσματα.
«ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Ή ΘΑΝΑΤΟΣ» από την αντεπίθεση στους Ιταλούς και τα οχυρά της Πίνδου, μέχρι στα κελιά της Γκεστάπο, της Μπουμπουλίνας, της Μακρονήσου. Ηταν το δικό τους «Η ΤΑΝ Η ΕΠΙ ΤΑΣ». Από αυτούς πήραμε τη σκυτάλη να συνεχίσουμε να γράψουμε την δική μας ιστορία και πορεία. Μόνο εμείς για αλλού ξεκινήσαμε και αλλού η ζωή μας πάει.
Πατριώτες κουραστήκαμε να λεμέ ΝΑΙ τι είναι αυτά που κάνουμε;;;;
Γιατί να αφήσουμε να σκουριάσουν τα μάρμαρα, γιατί αφήσαμε να μας βάλουν συρματόπλεγμα στην ψυχή μας; Οι πατεράδες μας, μας παρέδωσαν πατρίδα, εμείς τι θα παραδώσουμε στα παιδιά μας; Μόνο ανάμνηση και λόγια; Μόνο θεωρία και συνθήματα; Μόνο βιτρίνα και ισοπέδωση; Μόνο φωτογραφίες και τα συνθήματα του Πολυτεχνείου; Θέλει ήρωες ξανά ετούτη τη πατρίδα και οι πατεράδες μας άσπρισαν, μαράζωσαν και μόνο να λυπούνται πλέον μπορούν. Εμείς πρέπει να το κάνουμε. Εμείς, να βρούμε το δρόμο αν δανειστούμε τη φλόγα τους, να θυμηθούμε να θεριέψουμε, να ορθωθούμε αλλά να αντισταθούμε. Το χρωστάει αυτό η γενιά μας στα παιδιά της.
Η πατρίδα μας εκποιείτε, η ιστορια μας δημιουργείται κατά παραγγελία, οι θεσμοί χιλιάδων χρόνων ποδοπατούνται, τα παιδιά μας εγκαταλείπουν τα πάτρια εδάφη, το μέλλον μας υπαγορεύεται από ξένα κέντρα:
ΑΙ ΗΜΕΤΕΡΑΙ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΔΕΝ ΘΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΝΑ ΑΜΥΝΘΟΥΝ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΟΥ ΕΔΑΦΟΥΣ
ΠΡΟΣ:
Τις Ένοπλες δυνάμεις της χώρας:
ΟΥ ΚΑΤΑΙΣΧΥΝΩ ΤΑ ΟΠΛΑ ΤΑ ΙΕΡΑ!!!!!
Τα σώματα ασφαλείας:
ΦΥΛΑΤΕ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΣΥΜΠΑΤΡΙΩΤΕΣ ΚΑΙ ΥΠΑΚΟΥΤΕ ΣΕ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΣΕ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ!!!!!
Την εναπομένουσα υγιή πολιτική ηγεσία:
ΑΝΑΤΡΕΨΤΕ ΤΟΥΣ ΠΡΙΝ ΧΥΘΕΙ ΑΙΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟ!!!!!
Την εναπομένουσα υγιή δικαστική εξουσία:
ΜΗΝ ΔΙΚΑΖΕΤΕ ΕΞΑΘΛΙΩΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΦΥΛΑΚΙΖΕΤΕ ΑΔΙΚΗΜΕΝΟΥΣ!!!!!
Όλον τον ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΛΑΟ.
ΑΝΤΙΣΤΑΘΕΙΤΕ ΞΕΣΗΚΩΘΕΙΤΕ!!!!!
Οι ήρωες είναι ενωμένοι και μέσα τους λόγια λένε για την αιωνιότητα, που μόλις τα χωράει.
Στα μάτια και στο πρόσωπο φαίνονται οι στοχασμοί τους, τους λέει μεγάλα η τρίσβαθη ψυχή τους.
Αγάπη κι έρωτας καλού τα σπλάχνα τους τινάζουν
Τα σπλάχνα τους κι η θάλασσα ποτέ δεν ησυχάζουν
Γλυκιά κι ελεύθερ΄η ψυχή σα να΄τανε βγαλμένη
Κι υψώνουν με χαμόγελο την όψη την φθαρμένη.
Τίποτε περισσότερο, τίποτε λιγότερο ήρθε η ώρα τώρα να ξεκινήσουμε, τώρα να διορθώσουμε, τώρα να θυμηθούμε, τώρα να συμμαζέψουμε όσα σκορπίσαμε στον αγέρα: Ψυχή, φιλότιμο, περηφάνια, ιδρώτα, ιστορία, αίμα, θυσία.
Σήμερα δεν γιορτάζουμε, σήμερα ορκιζόμαστε.
Σήμερα δεν τιμάμε, σήμερα υποκλινόμαστε,
Σήμερα δεν μιλάμε, σήμερα διαλεγόμαστε.
Εσύ, εμείς, αυτοί, όλοι μαζί μια γροθιά, ένα βλέμμα, μια ψυχή, μια φλόγα, μια δύναμη.
ΟΧΙ, ΟΧΙ, ΟΧΙ, μπορούμε να τους διώξουμε , αξίζουμε να ζήσουμε, μας πρέπει λευτεριά , το χρωστάμε στα κόκαλα των Ελλήνων τα ιερά, πρέπει να το κάνουμε τώρα.
Πάψτε πια να εκπέμπετε το σήμα του κινδύνου, τους γόους της υστερικής σειρήνας. Σταματήστε κι αφήστε το πηδάλιο στις τρικυμίας τα χέρια. Το πιο φριχτό ναυάγιο θα ήταν να σωθούμε. Ως πλόκαμοι μπορούν αν μας τραβήξουν τα κύματα της θάλασσας τα σκοτεινά τα βάθη. Μα και μπορούν στη φόρα τους να μας σηκώσουν τόσο ψηλά που με το μέτωπο ν’ αγγίξουμε τα αστέρια.
ΧΡΗΣΤΟΣ Κ. ΑΝΘΗΣ
Αντίσταση – αντίσταση- αντίσταση σε ότι....
υποθηκεύει την ύπαρξή μας σε ότι στερεί τη λευτεριά μας. Σε ότι αμφισβητεί τούτο τον τόπο της Δημοκρατίας, της ιστορίας του αγώνα.
Αντίσταση Ελληνική αντίσταση Εθνική, Αντίσταση Ελλήνων στρατιωτών στις κορυφές τις Πίνδου, αντίσταση ανταρτών, αντίσταση πολεμιστών, αντίσταση λαού. Αντίσταση γενιάς. Της γενιάς των πατεράδων μας, της γενιάς που επαναβεβαίωσαν την περηφάνια, το φιλότιμο, τον ηρωισμό και των πατριωτισμό τούτης της φυλής. Αντίσταση πληρωμένη με αίμα στην Κορυτσά στο Τεπελένι στην Β. Ήπειρο στα οχυρά του Ρούπελ στο Δίστομο, στα Καλάβρυτα, στο Γοργοπόταμο, στην Καισαριανή, στους δρόμους της Αθήνας, στα μπουντρούμια της Γκεστάπο.
Το όνειρο τούτης της πατρίδας είναι πολύ ακριβό, «θέλει νεκροί χιλιάδες να είναι στους τροχούς». Και προχωράνε και προχωράνε μέσα στη νύχτα χωρίς να γνωρίζουν κανένα, δεν κοιτάζουν αλλά βλέπουν, δεν ακούνε αλλά αφουγκράζονται, δεν μιλάνε αλλά τραγουδάνε, δεν αισθάνονται αλλά σχεδιάζουν, πιστεύουν, είναι σίγουροι για την πατρίδα που θα παραδώσουν στα παιδιά τους. Ξέρουν ότι θα την βάψουν με αίμα και αυτό θα είναι πάντα κόκκινο, θα την τραγουδήσουν και το τραγούδι θα είναι πάντα αγέρωχο, θα την προσκυνήσουν όταν θα πέσουν και το φιλί θα είναι της ζωής, της συνέχειας της ελπίδας… Τους ζήτησαν πατρίδα, λευτεριά, αυτοδιάθεση, Δημοκρατία, εθνόσημα, ιδανικά, πιστεύω, λησμονιά, υποταγή, σιωπή και συμβιβασμό. Απάντησαν με «ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ». Θυμήθηκαν το «ΑΝΔΡΩΝ ΕΠΙΦΑΝΩΝ ΠΑΣΑ ΓΗ ΤΑΦΟΣ».
Ήταν δύσκολα τότε που η πείνα θέριζε, ο θάνατος παραφύλαγε σε κάθε χιλιοστό και η ελπίδα έσβηνε πριν ακόμα γεννηθεί στο μυαλό και στην καρδιά. Τότε σφίγγανε και κολλούσανε τις παλάμες και πλέκανε τα δάχτυλά τους όπως πλέκονται οι κόμποι από τους κάβους των πλεούμενων. « Ω Βασιλεύ του κόσμου ορκίζομαι σε εσέ στην γνώμη των τυράννων να μην έλθω ποτέ. Μήτε να τους δουλεύσω μήτε να πλανηθώ εις τα ταξίματά τους να παραδοθώ». Κανείς δεν τους έκοβε, κανείς δεν τους σταματούσε, ακόμα και το πολυβόλο σεκόντο κράταγε στο ρυθμό της φλόγας τους. Και όταν το αίμα κυλούσε, αντιφέγγιζε κι αυτό στην ηλιαχτίδα που καθρεφτιζόταν πάνω του και έπαιζε πότε με τη γη του Θεμιστοκλή, του Λεωνίδα, του Κολοκοτρώνη, του Μάρκου Μπότσαρη, του Άρη Βελουχιώτη και του Ναπολέοντα Ζερβά και πότε με τον ουράνιο θόλο της Ακρόπολης, του Σουνίου, της Ολυμπίας, της Βεργίνας, των ανακτόρων του Μίνωα, του Επιδαύριου θεάτρου, του τόπου του Μαρτυρίου των Καλαβρύτων και της βοής του Γοργοπόταμου.
Ήταν η γενιά που ήξερε να παλεύει, να δουλεύει, να σέβεται, να θυσιάζεται , να ονειρεύεται, να ετοιμάζει την Ελλάδα των παιδιών της. Ήταν η γενιά του 40, της Εθνικής Αντίστασης, της Αντίστασης που όρθωσε τείχη στην υποθήκη του αύριο, στον φασισμό, στο σκοταδισμό, στην προδοσία, στον μηδενισμό. Ήταν η γενιά που ήξερε αν βάζει στόχους και οράματα, να μη σκύβει, να μη συμβιβάζεται, να μην εξαγοράζεται , να μην προδίδει, να μην απαξιώνει τους αγώνες, να μην κιοτεύει στις φυλακές, στις εξορίες και στα εκτελεστικά αποσπάσματα.
«ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Ή ΘΑΝΑΤΟΣ» από την αντεπίθεση στους Ιταλούς και τα οχυρά της Πίνδου, μέχρι στα κελιά της Γκεστάπο, της Μπουμπουλίνας, της Μακρονήσου. Ηταν το δικό τους «Η ΤΑΝ Η ΕΠΙ ΤΑΣ». Από αυτούς πήραμε τη σκυτάλη να συνεχίσουμε να γράψουμε την δική μας ιστορία και πορεία. Μόνο εμείς για αλλού ξεκινήσαμε και αλλού η ζωή μας πάει.
Πατριώτες κουραστήκαμε να λεμέ ΝΑΙ τι είναι αυτά που κάνουμε;;;;
Γιατί να αφήσουμε να σκουριάσουν τα μάρμαρα, γιατί αφήσαμε να μας βάλουν συρματόπλεγμα στην ψυχή μας; Οι πατεράδες μας, μας παρέδωσαν πατρίδα, εμείς τι θα παραδώσουμε στα παιδιά μας; Μόνο ανάμνηση και λόγια; Μόνο θεωρία και συνθήματα; Μόνο βιτρίνα και ισοπέδωση; Μόνο φωτογραφίες και τα συνθήματα του Πολυτεχνείου; Θέλει ήρωες ξανά ετούτη τη πατρίδα και οι πατεράδες μας άσπρισαν, μαράζωσαν και μόνο να λυπούνται πλέον μπορούν. Εμείς πρέπει να το κάνουμε. Εμείς, να βρούμε το δρόμο αν δανειστούμε τη φλόγα τους, να θυμηθούμε να θεριέψουμε, να ορθωθούμε αλλά να αντισταθούμε. Το χρωστάει αυτό η γενιά μας στα παιδιά της.
Η πατρίδα μας εκποιείτε, η ιστορια μας δημιουργείται κατά παραγγελία, οι θεσμοί χιλιάδων χρόνων ποδοπατούνται, τα παιδιά μας εγκαταλείπουν τα πάτρια εδάφη, το μέλλον μας υπαγορεύεται από ξένα κέντρα:
ΑΙ ΗΜΕΤΕΡΑΙ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΔΕΝ ΘΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΝΑ ΑΜΥΝΘΟΥΝ ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΟΥ ΕΔΑΦΟΥΣ
ΠΡΟΣ:
Τις Ένοπλες δυνάμεις της χώρας:
ΟΥ ΚΑΤΑΙΣΧΥΝΩ ΤΑ ΟΠΛΑ ΤΑ ΙΕΡΑ!!!!!
Τα σώματα ασφαλείας:
ΦΥΛΑΤΕ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΣΥΜΠΑΤΡΙΩΤΕΣ ΚΑΙ ΥΠΑΚΟΥΤΕ ΣΕ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΣΕ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ!!!!!
Την εναπομένουσα υγιή πολιτική ηγεσία:
ΑΝΑΤΡΕΨΤΕ ΤΟΥΣ ΠΡΙΝ ΧΥΘΕΙ ΑΙΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟ!!!!!
Την εναπομένουσα υγιή δικαστική εξουσία:
ΜΗΝ ΔΙΚΑΖΕΤΕ ΕΞΑΘΛΙΩΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΦΥΛΑΚΙΖΕΤΕ ΑΔΙΚΗΜΕΝΟΥΣ!!!!!
Όλον τον ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΛΑΟ.
ΑΝΤΙΣΤΑΘΕΙΤΕ ΞΕΣΗΚΩΘΕΙΤΕ!!!!!
Οι ήρωες είναι ενωμένοι και μέσα τους λόγια λένε για την αιωνιότητα, που μόλις τα χωράει.
Στα μάτια και στο πρόσωπο φαίνονται οι στοχασμοί τους, τους λέει μεγάλα η τρίσβαθη ψυχή τους.
Αγάπη κι έρωτας καλού τα σπλάχνα τους τινάζουν
Τα σπλάχνα τους κι η θάλασσα ποτέ δεν ησυχάζουν
Γλυκιά κι ελεύθερ΄η ψυχή σα να΄τανε βγαλμένη
Κι υψώνουν με χαμόγελο την όψη την φθαρμένη.
Τίποτε περισσότερο, τίποτε λιγότερο ήρθε η ώρα τώρα να ξεκινήσουμε, τώρα να διορθώσουμε, τώρα να θυμηθούμε, τώρα να συμμαζέψουμε όσα σκορπίσαμε στον αγέρα: Ψυχή, φιλότιμο, περηφάνια, ιδρώτα, ιστορία, αίμα, θυσία.
Σήμερα δεν γιορτάζουμε, σήμερα ορκιζόμαστε.
Σήμερα δεν τιμάμε, σήμερα υποκλινόμαστε,
Σήμερα δεν μιλάμε, σήμερα διαλεγόμαστε.
Εσύ, εμείς, αυτοί, όλοι μαζί μια γροθιά, ένα βλέμμα, μια ψυχή, μια φλόγα, μια δύναμη.
ΟΧΙ, ΟΧΙ, ΟΧΙ, μπορούμε να τους διώξουμε , αξίζουμε να ζήσουμε, μας πρέπει λευτεριά , το χρωστάμε στα κόκαλα των Ελλήνων τα ιερά, πρέπει να το κάνουμε τώρα.
Πάψτε πια να εκπέμπετε το σήμα του κινδύνου, τους γόους της υστερικής σειρήνας. Σταματήστε κι αφήστε το πηδάλιο στις τρικυμίας τα χέρια. Το πιο φριχτό ναυάγιο θα ήταν να σωθούμε. Ως πλόκαμοι μπορούν αν μας τραβήξουν τα κύματα της θάλασσας τα σκοτεινά τα βάθη. Μα και μπορούν στη φόρα τους να μας σηκώσουν τόσο ψηλά που με το μέτωπο ν’ αγγίξουμε τα αστέρια.
ΧΡΗΣΤΟΣ Κ. ΑΝΘΗΣ