Παρασκευή 21 Μαρτίου 2014

Γιατί τα 500 εκ. προεκλογικών παροχών είναι ύβρις και η έξοδος ενός πτωχευμένου κράτους στις αγορές λόγος να θρηνούν οι πολίτες του...



H ύβρις των πτωχευμένων
Τόσο η διανομή 500 εκ. ευρώ όσο και η προσεχής (σταδιακή) έξοδος στις αγορές, παρά το μη βιώσιμο χρέος και υπό την κηδεμονία της ΕΚΤ, είναι λόγος για να θρηνούμε αγαπητοί αναγνώστες. Όχι για να ζητωκραυγάζουμε. Ούτε καν για να αναπτερώνεται το ηθικό μας. Επιτρέψτε μου να εξηγήσω το γιατί με τέσσερα επιχειρήματα:
1. Το ζητούμενο δεν είναι να δοθούν μερικά ψίχουλα ενόψει ευρωεκλογών, που μετά τις εκλογές θα μετατραπούν σε νέες περικοπές. Η χώρα έχει υποφέρει τα μέγιστα από τέτοια προεκλογικά δωράκια. Τα 500 εκ. παροχών αποτελούν μέγιστη προσβολή στον χειμαζόμενο λαό, όχι επειδή οι ένστολοι, οι άστεγοι ή οι συνταξιούχοι δεν τα έχουν ανάγκη, ή δεν τα αξίζουν, αλλά επειδή δεν μπορεί να υπάρξει συνέχεια στη διανομή κοινωνικού μερίσματος.

2. Γιατί δεν μπορεί; Κατ΄ αρχάς, επειδή το πρωτογενές πλεόνασμα του 2013 προέκυψε επειδή το κράτος δεν πλήρωσε 4,3 δισ. για φάρμακα, άλλα αγαθά και υπηρεσίες που αγόρασε από ιδιώτες (που αδυνατούν να καταβάλλουν μισθούς και ασφαλιστικές εισφορές) κατά τη διάρκεια του 2013 και, επί πλέον, επειδή δεν έχει καταγραφεί ακόμα η ζημία του δημοσίου από την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών (κάτι που θα φανεί τον Αύγουστο, μετά την σχετική αναφορά του Ελληνικού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας). Άρα πρωτογενές πλεόνασμα για το 2013 δεν υπάρχει. (Τότε γιατί η τρόικα αποδέχθηκε τη μοιρασιά των 500 εκ.ευρώ; Η μόνη εξήγηση είναι ότι το Βερολίνο και οι Βρυξέλλες έκαναν μια μικρή «υπέρβαση» για να βοηθήσουν τους κκ. Σαμαρά και Βενιζέλο πριν τις ευρωεκλογές.)
3. Μετά τις ευρωεκλογές του Μαΐου, οι αποπληρωμές που έχουμε συμβατική υποχρέωση να κάνουμε τα επόμενα χρόνια πρέπει να αντληθούν από το πρωτογενές πλεόνασμα. Για να γίνουν το κράτος πρέπει να έχει μόνιμο πρωτογενές πλεόνασμα 4% με 5% για 10 τουλάχιστον χρόνια το οποίο, μάλιστα, θα πάει όλο στις αποπληρωμές. Τέτοιο πλεόνασμα δεν έχει προκύψει, συστηματικά, σε καμία χώρα του κόσμου τα τελευταία 200 χρόνια. Είναι δυνατόν το ελληνικό δημόσιο να έχει τέτοιο πλεόνασμα; Και βέβαια δεν είναι. Οπότε ούτε θα υπάρξει κοινωνικό μέρισμα στο μέλλον, ούτε και θα δυνάμεθα να αποπληρώνουμε τις δόσεις των δανείων μας.
4. Τι θα γίνει τότε, δεδομένου ότι οι αποπληρωμές των δανείων μας θα καταστούν αδύνατες; Πώς νομίζετε ότι θα προσπαθήσουν Βερολίνο, Φραγκφούρτη και Βρυξέλλες να συγκαλύψουν το γεγονός ότι δεν θα μπορούμε να τους αποπληρώνουμε στην ώρα μας; Με δύο τρόπους: Πρώτον, θα μας επιβάλλουν κι άλλα δάνεια από τα οποία θα πληρώνουμε τις δόσεις, συσσωρευόμενα πάνω στο ήδη μη βιώσιμο χρέος του ελληνικού κράτους. Επειδή η γερμανική κυβέρνηση δεν θέλει επ’ ουδενί να ακούσουν οι Γερμανοί ψηφοφόροι ότι η Ελλάδα θα πάρει κι άλλα δάνεια από τον ESM- ευρωπαϊκός μηχανισμός σταθερότητας (με γερμανικές και ευρωζωνικές εγγυήσεις), τα νέα αυτά δάνεια (από τα οποία θα αποπληρώνουμε τις δόσεις μας) θα τα παίρνουμε από τις αγορές, από ιδιώτες, υπό την κηδεμονία και αδήλωτη εγγύηση της ΕΚΤ. Έτσι, την ώρα που η κυβέρνηση θα ζητωκραυγάζει ότι «βγήκαμε στις αγορές», το ελληνικό κράτος θα βουλιάζει κι άλλο στο δημόσιο χρέος, απαιτώντας περαιτέρω λιτότητα.
Να γιατί λέω ότι τα 500 εκ. προεκλογικών παροχών είναι ύβρις και η έξοδος ενός πτωχευμένου κράτους στις αγορές λόγος να θρηνούν οι πολίτες του.
12.3.2014 | 11:46


Τραπεζική Μαγεία. Του Γιάνη Βαρουφάκη
Το γαϊτανάκι στο Eurogroup, οι τραπεζίτες που παραμένουν κυρίαρχοι και οι Ευρωπαίοι ηγέτες που δεν παραδέχονται την αποτυχία τους.
Παρατηρήσατε τις ιλαρές «διαπραγματεύσεις» Τρόικας και κυβέρνησης πριν από το Eurogroup για το ύψος των νέων «μαύρων τρυπών» των ελληνικών τραπεζών; Η ελληνική κυβέρνηση επιμένει ότι οι «τρύπες» αυτές κλείνουν με 6 δισ. Το ΔΝΤ επέμενε ότι απαιτούνται τουλάχιστον 20. Φαίνεται ότι «θα τα βρουν» στα 8 δισ.
Τι είναι αυτά τα δισ. που απαιτούνται επιπλέον των 41 δισ. που δόθηκαν στις τράπεζες υπό μορφή «κεφαλαιακής ενίσχυσης» πέρσι; Η επίσημη απάντηση είναι: ποσά που απαιτούνται ώστε οι τράπεζες να διαθέτουν «ικανή κεφαλαιοποίηση» για να υπάρξει ελπίδα ότι θα αρχίσουν να δανείζουν ξανά. Φυσικό είναι, όταν ακούμε κάτι τέτοιο, να συμπεραίνουμε ότι οι τράπεζες πρέπει να διαθέτουν κάποια αποθεματικά, κεφάλαια και καταθέσεις, μέρος των οποίων να δανείζουν σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Δεν είναι, όμως, καθόλου έτσι.
«Στην πραγματικότητα, οι τράπεζες πρώτα δημιουργούν πίστη, δημιουργώντας χρήμα στους λογαριασμούς των πελατών, και ψάχνουν για να βρουν αποθεματικά αργότερα», Κεντρική Τράπεζα ΗΠΑ, Παράρτημα Νέας Υόρκης (1969) Πράγματι. Όταν επιχειρηματίας ζητά από τον τραπεζίτη ποσό Χ, το τελευταίο που ενδιαφέρει τον τραπεζίτη είναι πού θα βρει το ποσό Χ.

«Η διαδικασία με την οποία οι τράπεζες δημιουργούν χρήμα από το τίποτα είναι τόσο απλή που ο νους αδυνατεί να τη συλλάβει», Τζον Κένεθ Γκάλμπρεϊθ. Αν αποφασίσει να χορηγήσει το δάνειο, ο τραπεζίτης απλώς θα δώσει εντολή να εμφανιστεί ηλεκτρονικά το ποσό Χ στον λογαριασμό του επιχειρηματία, ο οποίος κατόπιν θα μπορεί να γράφει επιταγές έναντι αυτού του ποσού. Παράλληλα, ο τραπεζίτης παίρνει το δάνειο Χ και είτε το μεταπωλεί σε άλλον τραπεζίτη είτε το καταθέτει στην Κεντρική Τράπεζα ως εχέγγυο για να λάβει ζεστό, φρεσκοκομμένο χρήμα.

«Η τραπεζική δραστηριότητα δεν αφορά τον δανεισμό χρήματος. Για να δανείσεις χρήματα πρέπει να έχεις χρήματα», Χάιμαν Μίνσκι. Αν ο τραπεζίτης δεν περιορίζεται από τα κεφαλαιακά του αποθέματα, τι τον περιορίζει; Σε σύγχρονες καπιταλιστικές οικονομίες, που οι ιδιωτικές τράπεζες έχουν την Κεντρική Τράπεζα από πίσω τους, το μόνο εμπόδιο ενός τραπεζίτη στο να δανείζει όποιον θέλει όσα θέλει είναι ο φόβος του Κεντρικού Τραπεζίτη ή της κρατικής ρυθμιστικής τραπεζικής Αρχής (σε χώρες όπου η Κεντρική Τράπεζα δεν παίζει η ίδια τον ρυθμιστικό ρόλο). Αν, κάποια στιγμή, η Κεντρική Τράπεζα ελέγξει τα βιβλία του τραπεζίτη και βρει ότι ο λόγος των ποσών που έχει δανείσει, ή στοιχηματίσει, προς τα αποθεματικά του είναι μεγαλύτερος, π.χ., του 25 προς 2, ελλοχεύει ο κίνδυνος να του επιβάλει να βρει περισσότερα κεφάλαια (κάνοντας αύξηση μετοχικού κεφαλαίου η οποία μπορεί να απειλήσει την εξουσία του τραπεζίτη εντός του διοικητικού συμβουλίου της τράπεζας) ή να μειώσει τα δάνεια που δίνει (φέρνοντάς τον σε δύσκολη θέση απέναντι σε πελάτες του που έχουν ανάγκη να δανείζονται νέα ποσά για να… αποπληρώνουν τα προηγούμενα χρέη τους).

Γιατί δεν δανείζουν οι ελληνικές τράπεζες τον τελευταίο καιρό; Για πολλούς λόγους, εκ των οποίων ο βασικός είναι ο εξής: επειδή γνωρίζουν ότι ένας σοβαρός και τίμιος έλεγχος από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), ο οποίος (αντίθετα με τις έως τώρα παρωδίες-ελέγχους από τις ελληνικές Αρχές και την Blackrock) θα λάβει υπόψη του τα «κόκκινα δάνεια», θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι είναι βαθιά πτωχευμένες, παρά τα 41-50 δισ. που έχουν λάβει από το πτωχευμένο ελληνικό Δημόσιο ως ενέσεις κεφαλαίων (το οποίο Δημόσιο, με τη σειρά του, τα δανείστηκε από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, τον ESM).
Μια τέτοια κατάληξη θα οδηγήσει στην απώλεια του ελέγχου των τραπεζών από τους σημερινούς τους ιδιοκτήτες, καθώς θα είναι πολύ δύσκολο για την Τρόικα άλλη μια φορά να τους χαρίσει δισεκατομμύρια κρατικού, και δανεικού, χρήματος χωρίς το κράτος (των Αθηνών ή των Βρυξελλών) να τους δείξει την πόρτα της εξόδου από τις διοικήσεις.

«Από όλους τους πιθανούς τρόπους να οργανώνεται το τραπεζικό σύστημα, η σημερινή οργάνωσή του είναι ο χείριστος», Σερ Μέρβιν Κινγκ, έως πρόσφατα διοικητής της (Κεντρικής) Τράπεζας της Αγγλίας Δείτε τώρα πώς αυτο-παγιδεύτηκαν η ΕΚΤ και το Eurogroup: τέσσερα χρόνια τώρα επιβάλλουν στους πολίτες (Βορρά και Νότου) άμεσα και έμμεσα χαράτσια που καταλήγουν σε κεφάλαια που δίνονται στους τραπεζίτες με σκοπό να κρατιούνται, κάπως, τα προσχήματα όσον αφορά την «κεφαλαιοποίηση» των τραπεζών τους. Όμως, για να δοθούν αυτά τα χρήματα στα κράτη, τα οποία τα δίνουν στις τράπεζες, επιβλήθηκαν τόσο εξοντωτικές πολιτικές λιτότητας που η οικονομία στέρεψε, οι καταθέσεις συρρικνώθηκαν (είτε επειδή οι καταθέτες τις χρησιμοποίησαν για να ζήσουν είτε επειδή τις φυγάδευσαν σε ασφαλέστερους προορισμούς), οι δανειζόμενοι πτώχευσαν και, έτσι, οι μαύρες τραπεζικές τρύπες ξανα-μεγάλωσαν.
Βέβαια, οι τράπεζες θα μπορούσαν να δανείζουν απεριόριστα ακόμα και υπό αυτές τις ζοφερές συνθήκες, εφόσον οι τραπεζίτες δεν φοβόντουσαν τον έλεγχο από την ΕΚΤ. Έλα όμως που η Ευρώπη, τον τελευταίο χρόνο, έχει εξουσιοδοτήσει την ΕΚΤ να προβεί (από το 2014) σε αυστηρούς ελέγχους, δημιουργώντας μάλιστα μια ολοκαίνουργια διεύθυνση στη Φρανκφούρτη με αυτόν το σκοπό!

Τι να κάνει τώρα η ΕΚΤ; Αν κάνει σοβαρούς και τίμιους ελέγχους, θα θυσιάσει στην πυρά τους τραπεζίτες που τόσα χρόνια στηρίζει η ίδια και οι φορολογούμενοι (άθελά τους), φανερώνοντας μάλιστα σε όλους τον παραλογισμό των «πακέτων διάσωσης» της Ελλάδας, (των τραπεζών) της Ισπανίας, της Ιρλανδίας κ.λπ. Καθώς τα κράτη δεν μπορούν να ξεζουμίσουν κι άλλο τους φορολογούμενους, οι τίμιοι έλεγχοι της ΕΚΤ θα εξαναγκάσουν την Ευρώπη να βρει τρόπο να κρατικοποιήσει όλες τις ελληνικές τράπεζες και πολλές από τις ευρωπαϊκές.
Αν, από την άλλη, δεν κάνει σοβαρούς ελέγχους, οι τραπεζίτες «μας» θα αφηνιάσουν και πάλι δανείζοντας απεριόριστα σκοτεινούς επιχειρηματίες και πολιτικούς. Ποια από αυτές τις δύο εναλλακτικές νομίζετε ότι θα επιλέξει η ΕΚΤ;
Να, λοιπόν, πώς εξηγείται το γαϊτανάκι στο Eurogroup που καταλήγει σε ένα αυθαίρετο, αστείο ποσό (σε σχέση με το μέγεθος των μαύρων τρυπών τους) ως απαιτούμενο για τις κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών «μας». Εξηγείται ως άλλη μια άθλια και δειλή ευρωπαϊκή απόφαση να κάνουν τα στραβά μάτια στο καρκίνωμα των τραπεζών, με αποτέλεσμα η τραπεζική πίστη να παραμείνει κοντά στο μηδέν, και στο διηνεκές, καταδικάζοντας με αυτό τον τρόπο τις υγιείς επιχειρήσεις.
Οι μόνοι που έχουν λόγο να χαμογελούν είναι οι τραπεζίτες που παραμένουν κυρίαρχοι, εκμεταλλευόμενοι τη μανία με την οποία οι Eυρωπαίοι ηγέτες μας αρνούνται να παραδεχθούν την αποτυχία τους.
Πέμπτη, 20 Μαρτίου 2014 – 09:51


Η έξοδος στις αγορές και οι …αντιρρήσεις στο ΥΠΟΙΚ
Του Γιάννη Αγγέλη
Η διαφαινόμενη δοκιμή επιστροφής της Ελλάδας στις αγορές σε λιγότερο από δύο μήνες με πενταετές ομόλογο 2 δισ. ευρώ αν και καθ΄ όλα έτοιμη, συναντά αντιρρήσεις ακόμα και μέσα στο ΥΠΟΙΚ.
Σύμφωνα με “απόψεις” που εκφράζουν επιτελικά στελέχη του υπουργείου Οικονομικών, στην ηγεσία του ΥΠΟΙΚ διατυπώνονται επιφυλάξεις για την έκδοση του ομολογιακού δανείου αν και αναγνωρίζεται ότι “οι προϋποθέσεις για μία επιτυχή έκδοση είναι παρούσες και θα ενισχυθούν μέσα στο επόμενο δίμηνο…”.
Οι “επιφυλάξεις” έχουν να κάνουν, όπως διευκρινίζεται αρμοδίως, με επιχειρήματα τα οποία ακούνε το τελευταίο διάστημα οι επιτελείς του ΥΠΟΙΚ στις Βρυξέλλες και τα οποία συγκλίνουν σε ένα σημείο : “Η Ελλάδα αν επιμείνει να αποδείξει μέσω του εξωτερικού δανεισμού ότι αυτονομείται ως προς την κεφαλαιακή της επάρκεια δεν αποκλείεται να την αφήσουμε …να το πετύχει”.
Με άλλα λόγια η έμφαση στην έξοδο της Ελλάδας στις αγορές θα επηρεάσει τις κρίσιμες διαδικασίες για την νέα αναδιάρθρωση του χρέους που θα πρέπει να ξεκινήσει το Β΄ εξάμηνο του έτους. Και αυτό κανείς δεν θέλει ούτε να το σκέπτεται στην κυβέρνηση…
Παράλληλα όμως μία έκδοση ομολογιακή προεκλογικά από την Ελλάδα εκλαμβάνεται – παρά τις επιφυλάξεις της τρόικας – ως μία εξέλιξη που βάζει και την Αθήνα στον δρόμο της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας, γεγονός που τόσο το Βερολίνο όσο και το Παρίσι αντιμετωπίζουν πολύ ευνοϊκά γιατί “αποδεικνύει την αποτελεσματικότητα της πολιτικής που έχει ακολουθηθεί” και αυτό είναι ένα θετικό στοιχείο στην εσωτερική τους προεκλογική συζήτηση.
Βέβαια η συζήτηση αυτή έχει άμεση συνάρτηση και με τον παράλληλο κύκλο διαπραγμάτευσης ο οποίος αφορά στην κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού 2014 – 2016 που παραμένει σε εκκρεμότητα και ο οποίος συνδέεται με το τρίτο δάνειο και τις δεσμεύσεις που θα το συνοδεύουν είτε αυτές συνεχίσουν να αποκαλούνται μνημόνιο είτε αναπτυξιακό πρόγραμμα... Αλλά αυτή είναι μια συζήτηση που θα ανάψει μετεκλογικά.
Παρ΄ όλα αυτά, τα τελευταία 24ωρα στην Αθήνα οι ζυμώσεις για τον χρόνο και το εύρος της επιστροφής στις αγορές έχουν πυκνώσει και αποτελούν το επόμενο βήμα μετά την ολοκλήρωση της 4ης αξιολόγησης και την συμφωνία με την τρόικα καθώς και η Ελλάδα μπαίνει στον προεκλογικό κύκλο εν όψει Ευρωεκλογών και δημοτικών εκλογών.
Σε επιτοκιακό επίπεδο ήδη η έκδοση ομολόγου από την Τράπεζα Πειραιώς έδειξε περίπου τα επίπεδα που θα μπορούσε να κυμανθεί μια πενταετούς διάρκειας ομολογιακή έκδοση και οι εκτιμήσεις της αγοράς κάνουν λόγω για επιτόκιο που μπορεί να βρεθεί ακόμα και ελαφρά κάτω του 5%.

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...