Ρωσία και Κίνα σχεδιάζουν συναλλαγές σε ρούβλι και γιουάν. Κάτι τέτοιο
θα μειώσει την επιρροή του δολαρίου, και μπορεί να οδηγήσει σε
πληθωριστική πίεση προς τις ΗΠΑ.
Ενδεχόμενη τέτοια στροφή θα σημάνει... τον στρατηγικό αναπροσανατολισμό της Ρωσίας προς την Ασία.
Στο ενδεχόμενο Ρωσία και Κίνα να περάσουν στις συναλλαγές σε ρούβλια και γιουάν, είχε αναφερθεί ο πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντίμιρ Πούτιν, στη Σύνοδο Κορυφής της Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας και Ειρηνικού. Αν η Ρωσία και η Κίνα, είχε πει, ξεκινήσουν τις μεγάλες και μακροπρόθεσμες εμπορικές δοσοληψίες τους σε ρούβλια και γιουάν, τότε η επίδραση του δολαρίου, ιδιαίτερα στην παγκόσμια αγορά ενέργειας, λογικά θα εξασθενήσει.
Μετά τη δήλωσή του, η μεγαλύτερη ρωσική Τράπεζα Sberbank, στις 18 Νοεμβρίου, άρχισε τη χρηματοδότηση έναντι ενέγγυων πιστώσεων σε κινεζικά γιουάν, πραγματοποιώντας τις πρώτες συναλλαγές με μια από τις μεγαλύτερες ρωσικές εταιρίες. Μάλιστα, ο όγκος των συναλλαγών σε γιουάν μεταξύ Ρώσων και Κινέζων συμβαλλόμενων μέσω του παραρτήματος Άπω Ανατολής στην άλλη μεγαλύτερη κρατική Τράπεζα της Ρωσίας, VTB, αυξήθηκε από τις αρχές του έτους κατά 73%.
Αμοιβαίο όφελος
Ο διευθυντής του τμήματος αναλύσεων της επενδυτικής εταιρίας Russ-invest, Ντμίτρι Μπεντενκόφ, αναφέρει ότι «η μετάβαση στο εθνικό νόμισμα στο εμπόριο μεταξύ Ρωσίας και Κίνας είναι αμοιβαία επωφελής για τις δυο χώρες και θετική από απόψεως συνεργασίας στα πλαίσια της BRICS. Πρώτα απ’ όλα, αυτό αυξάνει τη διαφοροποίηση των νομισμάτων που χρησιμοποιούνται από τις δυο χώρες στις συναλλαγές, γεγονός που στις συνθήκες των έντονων αναταράξεων στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική αγορά μπορεί να αποτελέσει ένα ακόμη στοιχείο στην επίτευξη της διαφοροποίησης». Σύμφωνα με το ίδιο, για τη Ρωσία μια τέτοια μετάβαση είναι σημαντική δεδομένων των κυρώσεων που έχουν υιοθετηθεί στον χρηματοπιστωτικό τομέα από πλευράς ΕΕ και ΗΠΑ.
Συμφωνεί με τη χρησιμότητα αυτού του βήματος και ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρίας παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών Arkaim, Αλεξάντρ Ντοροφέεφ, αναφέροντας πως «το σταδιακό μερικό πέρασμα στις συναλλαγές σε εθνικά νομίσματα είναι ένα σχέδιο απολύτως ρεαλιστικό, το οποίο μάλιστα εφαρμόζεται εδώ και αρκετά χρόνια, καθώς στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική ελίτ υπάρχουν σοβαρές δυνάμεις οι οποίες ενδιαφέρονται γι’ αυτό». Ωστόσο, όπως σημειώνει, υπάρχουν από την άλλη το ίδιο σημαντικές δυνάμεις στις ΗΠΑ, οι οποίες επιδιώκουν τη διατήρηση του δολαρίου ως του βασικού μέσου συναλλαγών. «Από την εξέλιξη που θα έχει η συγκεκριμένη αντιπαράθεση -προσθέτει- εξαρτάται η ταχύτητα αυτής της μετάβασης, αλλά είναι προφανές ότι οι δυνατότητες των ΗΠΑ να πιέζουν παρασκηνιακά για συναλλαγές σε δολάρια, μειώνονται». Κατά τον ίδιο, παρ’ ότι αυτή η διαδικασία βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη, κανένας από τους ηγέτες του κόσμου, εκτός από τον πρόεδρο της Ρωσίας, δεν τολμά να της δώσει έμφαση.
Το «δίδυμο» ρούβλι-γιουάν χρησιμοποιείται από το Δεκέμβριο του 2010 στα Χρηματιστήρια Μόσχας και Σαγκάης. Ωστόσο, για την ώρα η Κίνα διατηρεί περιορισμούς στις νομισματικές πράξεις με γιουάν για τους Ρώσους συμβαλλόμενους. Όπως δήλωσε τον περασμένο Σεπτέμβριο ο υφυπουργός Οικονομικών της Ρωσίας, Αλεξέι Μοϊσέεφ, σε περίπτωση άρσης αυτών των περιορισμών, Ρωσία και Κίνα μπορούν να μεταφέρουν έως και το ήμισυ των εμπορικών συναλλαγών σε γιουάν και ρούβλια. Οι μεγάλες ρωσικές εταιρίες εργάζονται έντονα με το κινεζικό νόμισμα. Σε συνέντευξή του στη RBTH τον ίδιο μήνα, ο Βλαντίμιρ Ποτάνιν, γενικός διευθυντής και συνιδιοκτήτης του μεγαλύτερου παραγωγού νικελίου στον κόσμο, Norilsk Nickel, είχε αναφέρει ότι αυτή τη στιγμή η εταιρία έχει μετατρέψει ένα μέρος των διαθέσιμων πόρων της σε ασιατικά νομίσματα, για παράδειγμα, δολάρια Χονγκ Κονγκ και γιουάν.
Σύμφωνα με τον αναλυτή του επενδυτικού χόλντινγκ Finam, Αντόν Σορόκο, η παραίτηση από το δολάριο αποτελεί ένα από τα πιο επιθετικά μέτρα που μπορούν μακροπρόθεσμα να επιδράσουν ουσιαστικά στην ανάπτυξη ολόκληρης της παγκόσμιας οικονομίας. «Τις τελευταίες δεκαετίες -προσθέτει- πολλές από τις χώρες που δυναμώνουν οικονομικά, άρχισαν σταδιακά να στρέφονται στην ελάττωση της εξάρτησης από το αμερικανικό νόμισμα». Ειδικότερα, σύμφωνα με τον Σορόκο, αυτό μπορεί μερικώς να ειπωθεί για την ενωμένη Ευρώπη με τη ζώνη του ευρώ, και για την Κίνα η οποία πραγματοποιεί ενεργά δομικές μεταρρυθμίσεις, στα πλαίσια των οποίων το γιουάν θα καταστεί ένα ελεύθερα μετατρέψιμο νόμισμα. «Αυτή τη στιγμή -επισημαίνει ο ειδικός- η συγκεκριμένη τάση βρίσκεται στα σπάργανα. Η συντριπτική πλειοψηφία των εμπορικών συναλλαγών παγκοσμίως γίνεται με τα δολάρια ΗΠΑ, αλλά η ροπή αυτή μπορεί μακροπρόθεσμα να οδηγήσει σε εκτόπιση του όγκου δολαρίων πίσω στην επικράτεια των ΗΠΑ, κάτι που εγκυμονεί τον κίνδυνο αύξησης της πληθωριστικής πίεσης στην αμερικανική οικονομία».
Ενδεχόμενη τέτοια στροφή θα σημάνει... τον στρατηγικό αναπροσανατολισμό της Ρωσίας προς την Ασία.
Στο ενδεχόμενο Ρωσία και Κίνα να περάσουν στις συναλλαγές σε ρούβλια και γιουάν, είχε αναφερθεί ο πρόεδρος της Ρωσίας, Βλαντίμιρ Πούτιν, στη Σύνοδο Κορυφής της Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας και Ειρηνικού. Αν η Ρωσία και η Κίνα, είχε πει, ξεκινήσουν τις μεγάλες και μακροπρόθεσμες εμπορικές δοσοληψίες τους σε ρούβλια και γιουάν, τότε η επίδραση του δολαρίου, ιδιαίτερα στην παγκόσμια αγορά ενέργειας, λογικά θα εξασθενήσει.
Μετά τη δήλωσή του, η μεγαλύτερη ρωσική Τράπεζα Sberbank, στις 18 Νοεμβρίου, άρχισε τη χρηματοδότηση έναντι ενέγγυων πιστώσεων σε κινεζικά γιουάν, πραγματοποιώντας τις πρώτες συναλλαγές με μια από τις μεγαλύτερες ρωσικές εταιρίες. Μάλιστα, ο όγκος των συναλλαγών σε γιουάν μεταξύ Ρώσων και Κινέζων συμβαλλόμενων μέσω του παραρτήματος Άπω Ανατολής στην άλλη μεγαλύτερη κρατική Τράπεζα της Ρωσίας, VTB, αυξήθηκε από τις αρχές του έτους κατά 73%.
Αμοιβαίο όφελος
Ο διευθυντής του τμήματος αναλύσεων της επενδυτικής εταιρίας Russ-invest, Ντμίτρι Μπεντενκόφ, αναφέρει ότι «η μετάβαση στο εθνικό νόμισμα στο εμπόριο μεταξύ Ρωσίας και Κίνας είναι αμοιβαία επωφελής για τις δυο χώρες και θετική από απόψεως συνεργασίας στα πλαίσια της BRICS. Πρώτα απ’ όλα, αυτό αυξάνει τη διαφοροποίηση των νομισμάτων που χρησιμοποιούνται από τις δυο χώρες στις συναλλαγές, γεγονός που στις συνθήκες των έντονων αναταράξεων στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική αγορά μπορεί να αποτελέσει ένα ακόμη στοιχείο στην επίτευξη της διαφοροποίησης». Σύμφωνα με το ίδιο, για τη Ρωσία μια τέτοια μετάβαση είναι σημαντική δεδομένων των κυρώσεων που έχουν υιοθετηθεί στον χρηματοπιστωτικό τομέα από πλευράς ΕΕ και ΗΠΑ.
Συμφωνεί με τη χρησιμότητα αυτού του βήματος και ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρίας παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών Arkaim, Αλεξάντρ Ντοροφέεφ, αναφέροντας πως «το σταδιακό μερικό πέρασμα στις συναλλαγές σε εθνικά νομίσματα είναι ένα σχέδιο απολύτως ρεαλιστικό, το οποίο μάλιστα εφαρμόζεται εδώ και αρκετά χρόνια, καθώς στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική ελίτ υπάρχουν σοβαρές δυνάμεις οι οποίες ενδιαφέρονται γι’ αυτό». Ωστόσο, όπως σημειώνει, υπάρχουν από την άλλη το ίδιο σημαντικές δυνάμεις στις ΗΠΑ, οι οποίες επιδιώκουν τη διατήρηση του δολαρίου ως του βασικού μέσου συναλλαγών. «Από την εξέλιξη που θα έχει η συγκεκριμένη αντιπαράθεση -προσθέτει- εξαρτάται η ταχύτητα αυτής της μετάβασης, αλλά είναι προφανές ότι οι δυνατότητες των ΗΠΑ να πιέζουν παρασκηνιακά για συναλλαγές σε δολάρια, μειώνονται». Κατά τον ίδιο, παρ’ ότι αυτή η διαδικασία βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη, κανένας από τους ηγέτες του κόσμου, εκτός από τον πρόεδρο της Ρωσίας, δεν τολμά να της δώσει έμφαση.
Το «δίδυμο» ρούβλι-γιουάν χρησιμοποιείται από το Δεκέμβριο του 2010 στα Χρηματιστήρια Μόσχας και Σαγκάης. Ωστόσο, για την ώρα η Κίνα διατηρεί περιορισμούς στις νομισματικές πράξεις με γιουάν για τους Ρώσους συμβαλλόμενους. Όπως δήλωσε τον περασμένο Σεπτέμβριο ο υφυπουργός Οικονομικών της Ρωσίας, Αλεξέι Μοϊσέεφ, σε περίπτωση άρσης αυτών των περιορισμών, Ρωσία και Κίνα μπορούν να μεταφέρουν έως και το ήμισυ των εμπορικών συναλλαγών σε γιουάν και ρούβλια. Οι μεγάλες ρωσικές εταιρίες εργάζονται έντονα με το κινεζικό νόμισμα. Σε συνέντευξή του στη RBTH τον ίδιο μήνα, ο Βλαντίμιρ Ποτάνιν, γενικός διευθυντής και συνιδιοκτήτης του μεγαλύτερου παραγωγού νικελίου στον κόσμο, Norilsk Nickel, είχε αναφέρει ότι αυτή τη στιγμή η εταιρία έχει μετατρέψει ένα μέρος των διαθέσιμων πόρων της σε ασιατικά νομίσματα, για παράδειγμα, δολάρια Χονγκ Κονγκ και γιουάν.
Σύμφωνα με τον αναλυτή του επενδυτικού χόλντινγκ Finam, Αντόν Σορόκο, η παραίτηση από το δολάριο αποτελεί ένα από τα πιο επιθετικά μέτρα που μπορούν μακροπρόθεσμα να επιδράσουν ουσιαστικά στην ανάπτυξη ολόκληρης της παγκόσμιας οικονομίας. «Τις τελευταίες δεκαετίες -προσθέτει- πολλές από τις χώρες που δυναμώνουν οικονομικά, άρχισαν σταδιακά να στρέφονται στην ελάττωση της εξάρτησης από το αμερικανικό νόμισμα». Ειδικότερα, σύμφωνα με τον Σορόκο, αυτό μπορεί μερικώς να ειπωθεί για την ενωμένη Ευρώπη με τη ζώνη του ευρώ, και για την Κίνα η οποία πραγματοποιεί ενεργά δομικές μεταρρυθμίσεις, στα πλαίσια των οποίων το γιουάν θα καταστεί ένα ελεύθερα μετατρέψιμο νόμισμα. «Αυτή τη στιγμή -επισημαίνει ο ειδικός- η συγκεκριμένη τάση βρίσκεται στα σπάργανα. Η συντριπτική πλειοψηφία των εμπορικών συναλλαγών παγκοσμίως γίνεται με τα δολάρια ΗΠΑ, αλλά η ροπή αυτή μπορεί μακροπρόθεσμα να οδηγήσει σε εκτόπιση του όγκου δολαρίων πίσω στην επικράτεια των ΗΠΑ, κάτι που εγκυμονεί τον κίνδυνο αύξησης της πληθωριστικής πίεσης στην αμερικανική οικονομία».
(rbth.gr)